Κεφάλαιο 1

5.8K 456 61
                                    


  Οι τοίχοι είναι ολόλευκοι, τόσο λευκοί που μοιάζουν σαν να περιμένουν ακόμα κάποιον να τους τελειώσει. Το ίδιο και όλα τα έπιπλα, δείχνουν γυμνά, ξένα, όλο το διαμέρισμα ακατοίκητο... κι όμως είμαστε ήδη ένα μήνα εδώ με τον Έις.

Έναν κουραστικό, ατελείωτο μήνα. Έναν μήνα που είμαι τόσο μόνη. Κλειδωμένη εδώ μέσα, να τον βλέπω να έρχεται μεσάνυχτα, να ξεραίνεται στον ύπνο μόνο και μόνο για να φύγει πάλι ξημερώματα... και μετά ξανά τα ίδια. Και εγώ μένω μόνη μου.

Είμαι επιτέλους ελεύθερη, ναι, ελεύθερη. Κανένας κανόνας, καμιά υποχρέωση. «Δεν μου χρωστάς τίποτα» είναι οι λέξεις που –έχω βαρεθεί- να ακούω τόσο συχνά από το στόμα του. Και δεν μένει μόνο στις λέξεις, με τις πράξεις του δείχνει να το εννοεί. Δεν με αφήνει να κάνω τίποτα για εκείνον, του έχω ζητήσει αμέτρητες φορές να δουλέψω και εγώ για να μην σηκώνει το βάρος το δικό του μα και το δικό του μόνος του. Αλλά είναι από τους πιο ξεροκέφαλους ανθρώπους που γνώρισα ποτέ μου. Για τον Έις το όχι σημαίνει όχι. Δεν έχει νόημα να προσπαθώ να του αλλάξω την γνώμη, γι' αυτό δεν επιμένω.

Ο ήχος από το κουδούνι με βρίσκει στο πάτωμα να κοιτάζω το ψηλό –και εξ' ίσου βαρετά ολόλευκο- ταβάνι. Μου παίρνει απερίγραπτα πολύ ώρα και μόνο να αποφασίσω ότι πρέπει να σηκωθώ. Ανόρεκτα σέρνω τα πόδια μου μέχρι την πόρτα και ανοίγω. Δεν εκπλήσσομαι όταν βλέπω την κυρία Σιβάνι. Είναι το μόνο άτομο που περιμένω πίσω από την πόρτα. Σίγουρα δεν θα ήταν ο Έις, εκείνος έχει κλειδιά. Εγώ πάλι όχι. Όποτε φεύγει, νιώθω πως με κλειδώνει μέσα, σαν πουλί στο κλουβί, με κλειδώνει και εγώ δεν έχω τρόπο να ανοίξω... δεν έχω κλειδί.

Ανοίγω την πόρτα... στην πραγματικότητα δεν είμαι ποτέ κλειδωμένη, μπορώ να φύγω –να το σκάσω- ανά πάσα στιγμή «Μπίλι! Κορίτσι μου! Αχ ακόμα δυσκολεύομαι να συνηθίσω το όνομά σου, σου είπα ότι έχω έναν ανιψιό που τον λένε και αυτόν Μπίλι, άντε τώρα να μην μπερδεύω το μυαλό μου με όλα αυτά...» ακολουθώ την κυρία Σιβάνι στην κουζίνα –κινείται στο σπίτι με μεγαλύτερη άνεση από εμένα που μένω εδώ. «...που έβαλες παιδί μου εκείνο κουτί με τα μπισκότα βουτύρου που σου έφερα τις προάλλες; Αλλά τι ρωτάω τώρα; Θα τα φάγατε όλα, λογικό! Τα ερωτευμένα ζευγαράκια θέλουν πάντα μια λιχουδιά μετά το... ξέρεις τώρα, κορίτσι μου, μην με βάζεις μεγάλη γυναίκα να λέω τέτοια πράγματα...»

Γεννημένη ΠόρνηΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα