Κεφάλαιο 1

227 38 0
                                    

"Έτοιμη;"ρωτάει ο αδερφός μου μπαίνοντας στο δωμάτιο.

"Ναι Liam,πάμε" αφήνω έναν αναστεναγμό και σηκώνομαι από το κρεβάτι.

Ποιος να το πίστευε ότι σήμερα θα πω το τελευταίο "αντίο" στον άνθρωπο που με μεγάλωσε; Στον άνθρωπο που ξενυχτούσε για εμένα όταν δεν ήμουν καλά; Σε εκείνον που ήταν μαζί μου στις χαρές και στις λύπες; Και όμως σήμερα λέω αντίο στον πατέρα μου.

Δεν κατάλαβα ποτέ είχα αρχίσει να κλαίω. Τα δάκρυα έπεσαν από μόνα τους, χωρίς την θέλησή μου.

"Ειιιι μικρό μου" φωνάζει ο Liam μπαίνοντας στο δωμάτιο.

"Σσσσς μην κλαις "λέει ξανά όσο με βάζει στην αγκαλιά του.

Νεύω.

"Πάμε, θα αργήσουμε" λέει και σε δευτερόλεπτα βρισκόμαστε έξω από το σπίτι.

Το αυτοκίνητο σταματάει και ο Liam βγαίνει έξω αφήνοντας έναν αναστεναγμό. Μπροστά μου είναι η πύλη αυτού του μέρους. Για δεύτερη φορά είμαι ξανά εδώ. Νιώθω σαν να έχουν περάσει αιώνες από την τελευταία φορά αλλά όλα είναι μια ψευδαίσθηση.

Το χέρι μου ακουμπάει το χερούλι της πόρτας και αυτή ανοίγει. Βγάζω έξω το σώμα μου και την ξανακλείνω. Εισπνέω τον αέρα και κοιτάζω ψηλά. Τα σύννεφα είναι γκρίζα, η βροχή έρχεται...Προχωράω μπροστά και μπαίνω μέσα. Δεξιά και αριστερά υπάρχουν τάφοι,άλλοι μικροί άλλοι μεγάλοι, παντού τάφοι. Ζαλίζομαι και νιώθω ότι θα πέσω κάτω. Τα πόδια μου δεν με κρατάνε.

"Είσαι καλά; "ακούω μια γνώριμη φωνή από πίσω μου.

Ο Liam.

"Εμμ ναι, πάμε "λέω και κατευθυνόμαστε προς τον κόσμο.

Φτάνουμε κοντά τους. Αρκετά γνωστά πρόσωπα αντικρίζω αλλά δεν έχω όρεξη για κουβέντα.

[...]

Βρίσκομαι πάνω από τον λάκκο όπου βρίσκεται πλέον η κάσα του. Αφήνω το τριαντάφυλλο να πέσει από τα χέρια μου και να πάει στον ίδιο.

"Αντίο Μπαμπά" λέω και νιώθω το δάκρυ να κυλάει από τα μάτια μου και να πέφτει κάτω μαζί του.

Δεν είμαι έτοιμη. Ήταν τόσο ξαφνικό. Με πονάει. Μια απώλεια που μου στοίχησε.

Κοιτάζω δεξιά. Ένας τάφος καλυμένος από μάρμαρο. Μια επιγραφή που λέει: Emma Henry.

Πρίν 6 μήνες αυτός ο τάφος ήταν ανοικτός. Πώς πέρασε έτσι ο καιρός; Μου λύπεις πολύ και εσύ, αλλά πλέον δεν θα είσαι μόνη. Έρχεται και ο μπαμπάς μαμά περίμενε.

"Αντίο" ψέλλισα και ύστερα γύρισα να φύγω.

Ένα αγόρι βρισκόταν κάτι μέτρα μακριά μου. Περπάτησε και ήρθε δίπλα μου. Άφησε ένα τριαντάφυλλο στον τάφο του πατέρα μου και ύστερα έμεινε να τον κοιτάει. Τα μάτια του ήταν κόκκινα σαν να έκλεγε. Τα μαλλιά του ήταν κοντά και έμπαιναν μπροστά στο πρόσωπό του. Είχε πολλά τατουάζ και δύο υπέροχα καταγάλανα μάτια...

Δεν τον ήξερα αλλά αφού ήρθε εδώ για τον πατέρα μου πρέπει να τον σεβαστώ.

Γύρισα για να φύγω και τα μάτια μου μαγνητίστηκαν με τα δικά του. Ήταν τόσο όμορφος. Σαν άγγελος που κατέβηκε στην γή.

"Γειά" του είπα και ανταπέδωσε.

"Γειά"

"Τι κανείς εδώ, εννοώ δεν σε έχω ξαναδεί; "του είπα και ένα χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη του.

Γέλασε.

Έχει ωραίο γέλιο.

"Τον ήξερα τον πατέρα σου."

"Αα" ήταν το μόνο που κατάφερα να πω.

"Λοιπόν γειά. Πρέπει να φύγω. Χάρηκα που σε γνώρισα έστω και κάτω από αυτές τις συνθήκες" είπε και έξυσε αμήχανα τον σβέρκο του.

"Περίμενε" του φώναξα όσο απομακρυνόταν.

Γύρισε, με κοίταξε, μου χαμογέλασε και ύστερα έφυγε.

"Πώς σε λένε; "ψιθύρισα αφού έφυγε...

°The Killer Of Love°Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα