Ο Γιάννης σηκώθηκε και έστρωσε τα ρούχα του.

"Αυτός θα σε καταστρέψει."είπε και έδειξε τον Μάνο."Θα είμαι εδώ όμως και θα γελάω μαζί σου."

"Βρε, άντε μου στον αγύριστο!" του φώναξα. Εκείνος γέλασε λοξά και έφυγε χτυπώντας πίσω του την πορτα δυνατά.

Ο θείος μου κούνησε το κεφαλι του αρνητικά και κάτι ψιθύρισε, ενώ ο πατέρας μου καθόταν και κοιτούσε έξω από το παράθυρο, μάλλον για να βεβαιωθεί οτι έφυγε.

"Ήξερα παλιά κάτι τέτοιους...διεκδικούσαν την μητέρα σου." Είπε ο θειος μου και το βλέμμα του άλλαξε εγινε μελαγχολικό στην θύμησή της. "προσπαθουσαν να την γοητεύσουν αλλά μόλις ανελαμβανα όλοι γινόντουσαν σκόνη." Είπε και γέλασε.

Ο Μάνος με τράβηξε πάνω του και με φίλησε γλυκά στο μέτωπο.
"Να τους ξεχωρίζεις αυτούς τους άνδρες, μικρή, και να κρατάς μόνο αυτούς που αξίζουν να βρίσκονται δίπλα σου."συνεχισε και χάθηκε στην αυλή. Ο πατέρας μου τον ακολούθησε κρατώντας μια κούπα καφέ και μετά από λίγο τα γέλια τους ηχούσαν σε όλο το σπίτι.

"Άνδρες!" Είπα και σουφρωσα τη μύτη μου.

Ο Μάνος διπλα μου έβηξε ψεύτικα κερδίζοντας το ενδιαφέρον μου.

"Όχι εσύ, μωρό μου." Είπα και τον φίλησα με πάθος.

"Είμαστε ακόμα εδώ." Άκουσα την φωνή του πατέρα μου και μετάνιωσα στην στιγμή αυτό που έκανα. Έχωσα το πρόσωπο μου στο στέρνο του και ο Μάνος άρχισε να γελάει. Έχω γίνει σίγουρα κόκκινη από τη ντροπή μου.

"Πάμε μια βόλτα?"με ρώτησε και κουνησα καταφατικά το κεφαλι μου.

Πήρα τα πράγματά μου και αφού ενημέρωσα βγήκαμε έξω.

[...]

Περπατούσαμε σε ενα παρκο με τεράστια δέντρα τα οποία ενώνονταν στην κορυφη τους δημιουργώντας ένα στεφάνι....ζευγαράκια κάθονταν αγκαλιασμένοι στα παγκάκια για να περάσουν λίγο χρόνο μόνοι τους. Έβλεπες μικρά παιδιά να διασκεδάζουν κάνοντας ποδήλατο και να γελούν με την καρδιά τους. Παππούδες να διαβάζουν εφημερίδα ή να παίζουν τάβλι και εμείς ανάμεσα τους να βαδίζουμε απολαμβάνοντας λίγες στιγμές μεταξύ μας.

Μιλούσαμε για τις δύσκολες στιγμές στην δουλειά του Μάνου και διάφορες ιστορίες με περιστατικά που τάραξαν τη ζωή του.

Πριν ένα χρόνο περίπου σε μια πυρκαγιά, χρειάστηκε να μείνει για λίγες ώρες μαζί με ένα παιδάκι σε ένα εγκλωβισμένο υπόγειο μέχρι να τον βρουν. Τότε τραυματίστηκε στο μπράτσο του και η πληγή που άφησε πίσω του έγινε ένα μεγάλο τατουάζ για να του θυμίζει εκείνη την μέρα.

Έχει χάσει αρκετούς φίλους σε τέτοια περιστατικά και έχει κινδυνέψει και ο ίδιος.

"Δεν φοβάσαι?" Τον ρώτησα.

"Όχι, εκείνη τη στιγμη νοιώθεις την αδρεναλίνη και το μόνο που σκέφτεσαι είναι ότι είσαι η μοναδική ελπίδα για τους ανθρώπους που βρίσκονται παγιδευμένοι. Εμάς περιμένουν...πρέπει να είμαστε δυνατοί εκείνη τη στιγμή, πρέπει να αφήσεις τον φόβο σου πίσω...αν δείξεις ότι φοβάσαι τον μεταφέρεις και στους άλλους." Είπε και έβλεπες την αγάπη στα μάτια του για το επάγγελμα του.

"Έχεις σκεφτεί ποτέ να φύγεις από το σταθμό?"

"Όχι." Απάντησε αμέσως.

"Ούτε μετά από μια δύσκολη στιγμή δεν έχεις πει "τελος", μέχρι εδώ?"

"Όχι, γιατί αγαπάω αυτό που κάνω, δεν είναι μια απλή δουλειά είναι κάτι που είσαι." Του χαμογέλασα και συνέχισα με τις ερωτήσεις μου.

"Πάντα ήθελες να γίνεις πυροσβέστης?"

"Το να βοηθάω τον κόσμο ήταν κάτι που ήθελα πάντα αλλά το έκανα πράξη τα τελευταία χρόνια, μαζί με τον Τηλέμαχο αποφασίσαμε να κάνουμε την εκπαίδευση."

"Πες μου μια ιστορία που δεν θα ξεχάσεις ποτέ."

"Είσαι σίγουρη ότι θέλεις να ακούσεις?"

"Ναι."

"Εντάξει."Είπε και καθίσαμε σε ενα παγκάκι " Σε μια αποστολή στην Αθήνα, όπου μόλις είχα ξεκινήσει να εργάζομαι σαν πυροσβεστης μετα την εκπαίδευση, είχε ξεσπάσει φωτιά σε ενα μεγάλο ξενοδοχειο....εμπρησμός έλεγαν.... αμέσως όλος ο σταθμός πήγε να βοηθήσει μαζί με άλλους από τις γύρω περιοχές....Με την ομάδα μου πήραμε τους πάνω ορόφους και αρχίσαμε να ψάχνουμε για ανθρώπους....μύριζε καμένη σάρκα και ξέραμε ότι είχαν πεθάνει άνθρωποι στο κτήριο...συνεχίσαμε ώσπου έπεσε ένα δοκάρι και μας εμπόδισε να συνεχίσουμε...άκουγες φωνές και ανθρώπους να παρακαλάνε για βοήθεια και εμείς άπραγοι να μην μπορούμε να κάνουμε κάτι. Ο αρχηγός αποφάσισε να περάσει απέναντι και να βρει μια σκάλα να τους ανεβάσει στην ταράτσα του ξενοδοχείου....εκείνη την μέρα έσωσε δυο παιδάκια και μια μητέρα αλλά δυστυχώς έχασε την ζωή του μαζί με τρεις ακόμα ανθρώπους."

"Συγγνώμη δεν....Δεν έπρεπε να σε είχα ρωτήσει κάτι τέτοιο."είπα και κοίταξα κάτω. Έκανα μεγάλη ανοησία.

"Δεν χρειάζεται να απολογήσε."είπε και με πήρε μια αγκαλιά.

Έχωσα το πρόσωπο μου στον λαιμό του και η μυρωδιά του ήταν υπέροχη. Θα μπορούσα να κάθομαι ώρες στην αγκαλιά του.

"Ας αφήσουμε την συνέντευξή μου στην ακρη, πες μου κάτι για σένα τώρα." είπε γελώντας.

Άρχισα να του μιλαω για μένα αν και τα περισσότερα τα ξέρει και μετά από λίγο επιστρέψαμε εγώ στο σπίτι μου και ο Μάνος στην δουλεια του.

****

Πυροσβέστης για φίλημα. [✔]Where stories live. Discover now