Κεφάλαιο 11

38.8K 3.1K 519
                                    

Σταματάει το αυτοκίνητο μπροστά μου. Ανοίγω την πόρτα του συνοδηγού, και κάθομαι δίπλα του. ''Γεια'', λέω κάπως αμήχανα. ''Τι έγινε με τους δικούς σου;'', ρωτάει καθώς ξεκινάει το αμάξι. Δεν έχω ιδέα γιατί τον εμπιστεύομαι, είναι άγνωστος, αναρχικός και βίαιος, παρ'όλα αυτά βρίσκομαι στο αυτοκίνητό του και πηγαίνω μαζί του στον γιατρό. Τι έχω πάθει;

''Ο πατέρας μου είπε ότι θα είμαι τιμωρημένη για πάντα. Αλλά μετά η μαμά μου το άλλαξε γιατί μου έχουν εμπιστοσύνη. Ξέρεις, δεν είμαι ούτε κατά διάνοια το κορίτσι που παρακούει τους γονείς της και κάνει ό,τι θέλει'', λέω και γελάει λίγο. ''Φαίνεται ότι δεν είσαι'', λέει και γελάω. 

''Σε έδιωξαν τελικά;'', ρωτάω ήρεμα μετά από λίγα δεύτερα σιωπής. Εκείνος συνεχίζει να κοιτάζει τον δρόμο, χωρίς να μου δίνει κάποια απάντηση. ''Με άκουσες;'', ρωτάω ευγενικά. ''Ναι με έδιωξαν.'', απαντάει απότομα χωρίς να παίρνει τα μάτια του από τον δρόμο. ''Λυπάμαι. Συγγνώμη, εγώ φταίω'', λέω ενοχικά. Νομίζω πραγματικά ότι το φταίξιμο είναι δικό μου. Αν δεν ήμουν τόσο άτυχη...Ή αν δεν είχα πάει καν...

''Είσαι ανόητη'', λέει και εκνευρίζομαι με αυτό που μόλις είπε.

''Ορίστε;'', λέω κάπως νευριασμένη. ''Δεν μπορείς να λες συγγνώμη για κάτι που δεν ευθύνεσαι.'', λέει. ''Και πάλι, νιώθω άσχημα για ο,τι συνέβη.''
''Και πάλι, δεν φταις εσύ'', αντεπιτίθεται, και αποφασίζω να σταματήσω να το συζητάω. 

Σε λίγο είμαστε έξω από ένα νοσοκομείο, και βγαίνουμε από το αμάξι. Εκείνος φοράει μια γκρι φόρμα και μια κοντομάνικη άσπρη μπλούζα, με την οποία μπορώ να δω τα τατουάζ του.

. ''Θέλουμε μια ακτινογραφία στο κεφάλι.'', λέει εκείνος κι εγώ γελάω κρυφά με τις λέξεις που χρησιμοποιεί. ''Τα στοιχεία σας παρακαλώ'', λέει η νοσοκόμα και αγχώνομαι, αλλά όταν βλέπω τον  Άλεξ χαλαρό, ηρεμώ. 

Βγάζει από την τσέπη του μια ταυτότητα και την δίνει, και εκπλήσσομαι που το κάνει. ''Η κοπέλα;'' ''Η αδερφή μου'', λέει αυτός και χαμογελάει ψεύτικα, και κρυφογελάω και πάλι. ''Περάστε από εκεί'', δείχνει ένα διάδρομο, και εμείς τον ακολουθούμε. 

Πηγαίνουμε έξω από μια πόρτα που γράφει ΑΚΤΙΝΟΛΟΓΙΚΟ και καθόμαστε στις δυο καρέκλες που έχει απέξω. 

''Γιατί το κάνεις αυτό;'', τον ρωτάω μετά από λίγο. ''Ποιο;'', απαντάει κάπως αδιάφορα. ''Γιατί με έφερες ως εδώ; Και γενικά, γιατί βοηθάς τόσο;'', εξηγώ την απορία μου περιμένοντας με αγωνία την απάντηση του.

Ένας ΑναρχικόςΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα