«Μακάρι να μπορούσα..»

Start from the beginning
                                    

~Σβήστηκαν τα λόγια κι οι σκοποί..
σαν γέφυρα που είχε κοπεί..
κι έκρυβε η καρδιά μου αγκαλιά μια φωτογραφία σου παλιά...~

Δεν μπόρεσαν ποτέ να κρύψουν όσα νιώθουν,
ο ένας από τον άλλον.
Κάθισε δίπλα του και τύλιξε τα χέρια της γύρω του. Τον έφερε όσο πιο κοντά της γινόταν.
Τότε ήταν η στιγμή που την αγκάλιασε και μετά από πολλές βαριές μικρές ανάσες που τον έπνιγαν ξέσπασε εκεί. Στην αγκαλιά της.
Προσπαθούσε να κρατηθεί δυνατή για εκείνον όμως και εκείνη έκλαιγε.
Ήξερε το πόσο πιεζόταν, το είχε καταλάβει το πόσο δύσκολο του ήταν να της σταθεί και να πονάει σιωπηλά. Αυτό το είχε τόση ανάγκη.
Και οι δυο το είχαν ανάγκη.
Κάθισαν για αρκετή ώρα έτσι.
Ο Δημήτρης να κλαίει στην αγκαλιά της και
η Άννα προσπαθούσε να τον ηρεμήσει.
Όταν ησύχασε λίγο μετά το μεγάλο ξέσπασμα δεν σταμάτησε να τον χαϊδεύει στιγμή ενώ με την φωνή της που είχε σπάσει τον βοήθησε όσο μπορούσε μιλώντας του.
Α-αγάπη μου..δεν μπορούσες να ξέρεις..μην το κάνεις αυτό στον εαυτό σου..σε παρακαλώ..σουυυσσς..σε παρακαλώ..καταλαβαίνω πόσο πονάς..και εγώ πονάω..πολύ..όμως..δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα..δεν φταις εσύ..δεν φταις εσύ..
Την έσφιξε ακόμα πιο κοντά του ενώ συνέχισε να προσπαθεί να τον κάνει να νιώσει καλύτερα.
Α-δεν φταις εσύ..δεν φταις εσύ..
Ψέλλισε συνεχόμενα αυτή την λέξη σαν να προσπαθούσε κάπως να τον λυτρώσει από αυτό που ένιωθε.
Δ-συγνώμη..συγνώμη..συγνώμη..συγνώμη..
Α-σουυυσσσς..σουυυσσς..αγάπη μου..αγάπη μου..σουυσσσς..σ'αγαπάω..

~Καρδιά κοίτα να κοπείς ξανά στα δυο..
βαθιά σε άβυσσο σιωπής ναυαγώ..
γιατί σβήνουν όλα εκεί που δεν με πας..
γιατί δεν σου 'μαθε κανείς ν'αγαπάς...~

Κάθισαν για αρκετή ώρα έτσι.
Μέχρι που ηρέμησαν.
Είχε κουρνιάσει και χαθεί ο ένας στην αγκαλιά του άλλου.
Εκεί έξω από το νοσοκομείο.
Σηκώθηκαν και τα χέρια τους κρατιόταν συνέχεια.
Ο Δημήτρης είχε σκουπίσει τα μάτια του με το άλλο χέρι αφού κράτησε το δικό της.
Η Άννα γύρισε και τον κοίταξε όμως και εκείνη ήταν παγωμένη. Μπήκαν στο αυτοκίνητο και ξεκίνησαν για το σπίτι τους.

~Έχω τα παράθυρα κλειστά..
σε τόσα θαύματα μπροστά..
πάω όπου με πάει ο ουρανός..
ένας στόχος μάταια πιθανός..~

Στην διαδρομή τα δάκρυα δεν μπορούσαν να σταματήσουν να τρέχουν από τα μάτια της. Προσπαθούσε τόσο καλά να το κρύψει.
Δεν ήθελε να τον φορτίσει ακόμα περισσότερο.
Έκλαιγε χωρίς να βγάλει ούτε ένα λυγμό.
Δεν το κατάφερε, την κατάλαβε.
Όμως και τα δικά του μάτια ήταν υγρά.
Δεν έβγαλαν λέξη. Αυτή η αναγκαστική επιστροφή ήταν ίσως η πιο τραυματική στις ζωές και των δυο.

«Υπάρχει λόγος;»Where stories live. Discover now