ΚΕΦΑΛΑΙΟ 63

Start from the beginning
                                    

Ξαφνικά, ακούγεται η πόρτα του διαμερίσματος που ανοίγει. Είναι ένας ανεπαίσθητος θόρυβος που δεν μου διαφεύγει, όμως. Όλοι είμαστε εξοικειωμένοι με τους ήχους του σπιτιού μας και αυτή η εξοικείωση μας δίνει μια έκτη αίσθηση σχετικά με το τι συμβαίνει και σε ποιο σημείο. Νομίζω ότι ακούω βήματα, αλλά μπορεί να είναι και απλώς η ιδέα μου. Δεν είναι απίθανο το μυαλό μου να καλύπτει τα κενά που αφήνει η έλλειψη οπτικής επαφής. Στην συνέχεια, ακούγεται να ανοίγει η πόρτα του υπνοδωματίου μου και έπειτα φωνές.

- Αλτ! Πετάξτε τα όπλα! Αμέσως!

Η φωνή του Πέτρου σκίζει την ηρεμία που επικρατούσε μέχρι τώρα στο διαμέρισμα. Σύντομα, ακούγεται και ο Μάριος, λίγο πιο πνιχτός, αφού η δική του φωνή φιλτράρεται από ένα επιπλέον τοίχο. Παράλληλα, ακούγονται βρισιές και πάλη.

- Πέτρο, πρόσεχε! η αγωνιώδης κραυγή του Κωστή που έχει πλέον φτάσει και εκείνος στο σπίτι με διαπερνάει σαν κοφτερό μαχαίρι.

Ακούγονται πυροβολισμοί και ένα βογγητό. Κάποιος χτυπήθηκε. Σπεύδω προς την πόρτα και αγγίζω το κλειδί. Συγκρατούμαι τελευταία στιγμή να μην ανοίξω για να ελέγξω τι έχει συμβεί. Η εμπλοκή μου θα δημιουργούσε πρόβλημα στον Πέτρο και τους συναδέρφους του. Δεν θα ήθελα με τίποτα να αποτελέσω την αιτία να πάθει κάποιος τους κάτι. Όσο και αν με τρώει η αγωνία, θα υπακούσω στις αρχικές εντολές του Πέτρου. Μακάρι να τελειώσουν όλα γρήγορα, νιώθω ότι θα σκάσω!

Σύντομα, επικρατεί πάλι ηρεμία. Ο σαματάς που διέκοψε την νυχτερινή σιωπή σταματάει όσο ξαφνικά είχε ξεκινήσει. Αναμένω με το χέρι στο κλειδί.

- Χριστίνα, άνοιξε! Μπορείς να βγεις!

Ξεκλειδώνω ανυπόμονα και πέφτω στην αγκαλιά του Πέτρου ανακουφισμένη, δίχως να νοιάζομαι που μας κοιτάζουν οι συνάδερφοί του.

- Είστε όλοι καλά; ρωτάω με αγωνία.

- Ο Μάριος χτυπήθηκε ελαφρά στο μπράτσο...

- ...μα θα ζήσω! αποτελειώνει την φράση του Πέτρου ο συνάδερφός του με ένα χαμόγελο.

Κοιτάω γύρω μου. Έχουν ανάψει τα φώτα και έτσι έχω εικόνα της κατάστασης. Εκτός από τον Πέτρο που βρίσκεται δίπλα μου, ο Μάριος και ο Κωστής στέκονται κοντά στην πόρτα του σαλονιού, ενώ στο πάτωμα βρίσκονται με τα χέρια περασμένα σε χειροπέδες στην πλάτη τους δύο άγνωστοι άγριοι τύποι. Από το μπράτσο του Μάριου τρέχει λίγο αίμα, αλλά είναι εμφανές ακόμα και σε ένα ανίδεο όπως εγώ ότι πρόκειται για επιπόλαιο τραύμα. Το βλέμμα μου καρφώνεται στην είσοδο στην κρεβατοκάμαρά μου. Εκεί είναι πεσμένος ένας άλλος άντρας. Είναι ακίνητος και παρόλο που δεν μπορώ να δω το πρόσωπό του, καταλαβαίνω ότι είναι νεκρός.

- Ο Βαλιώτης; ρωτάω απογοητευμένη.

- Ούτε ίχνος του, όπως το φοβόμουν, μου απαντάει ο Πέτρος. Έστειλε τα καλόπαιδα από εδώ να κάνουν την δουλειά. Για να δούμε. Ως εκτελεστές, είναι για κλάματα. Είναι, τουλάχιστον, αρκετά ικανοί να αναγνωρίσουν ποιο είναι το συμφέρον τους; ρωτάει κοιτάζοντας τους κακοποιούς έντονα.

Εκείνοι ανταποδίδουν θρασύτατα το βλέμμα. Δεν μοιάζουν πρόθυμοι να συνεργαστούν.

- Μιλήστε, αν θέλετε να έχετε την παραμικρή ευκαιρία να μην σαπίσετε στην φυλακή, τους λέει με σκληρό ύφος. Αν, φυσικά, είστε τόσο τυχεροί ώστε να σαπίσετε στην φυλακή, αφού συνήθως τα τσιράκια του Βαλιώτη που καταλήγουν στην στενή δεν κλείνουν εκεί πολλά εικοσιτετράωρα πριν πάνε στα θυμαράκια, προσθέτει.

Οι άντρες δεν λένε ούτε μία κουβέντα. Εκτός από τον Πέτρο, ο Μάριος και ο Κωστής τους προτρέπουν επίσης να μιλήσουν, αλλά εκείνοι μοιάζουν αποφασισμένοι να κρατήσουν το στόμα τους κλειστό. Δεν ξέρω αν πρόκειται για τυφλή ανόητη αφοσίωση ή για φόβο για τα αντίποινα αν προδώσουν το αφεντικό τους. Η ουσία είναι ότι δεν λένε τίποτα. Νιώθω να με πνίγει η απόγνωση. Αισθάνομαι το χέρι του Πέτρου να σφίγγει το δικό μου. Με εκπλήσσει συνεχώς η ικανότητά του να με διαβάζει σαν ανοιχτό βιβλίο. Με είχε προειδοποιήσει για μια τέτοια έκβαση της αποψινής επιχείρησης, αλλά μου είχε τονίσει πως δεν θα ήταν το τέλος του κόσμου. Ο Βαλιώτης είναι στριμωγμένος, γιατί έχουμε τον χαφιέ του μέσα στο Σώμα. Πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι, επαναλαμβάνω μέσα στο μυαλό μου τα λόγια του Πέτρου, για να πάρω δύναμη.

- Πιστεύετε πως το αφεντικό σας θα σας προστατέψει; τους χλευάζει ο Κωστής.

- Για εκείνον είστε βάρος, μια δυσάρεστη εκκρεμότητα που θα προσπαθήσει να κλείσει γρήγορα, πριν σας πιπιλήσουμε τα αυτιά και τον προδώσετε. Γιατί δεν είστε τόσο πια ηλίθιοι ώστε να πιστεύετε πως θα εμπιστευτεί την επαγγελματική σας τιμή, προσθέτει κοροϊδευτικά ο Μάριος.

- Για να είμαι ειλικρινής, θα εκπλαγώ αν ζήσετε αρκετά για να χαρείτε τον καλοκαιρινό ήλιο, λέει ο Πέτρος.

- Ποιος Βαλιώτης και τι αφεντικό μας τσαμπουνάς, ρε; ρωτάει αυθάδικα ο ένας από τους κακοποιούς. Εμείς νομίζαμε ότι το σπίτι είναι άδειο. Τόσο καιρό δεν έμενε κανένας εδώ. Ήρθαμε να μαζέψουμε ό,τι υπάρχει αξίας και πέσαμε σε κωλόμπατσους. Ατυχίες του επαγγέλματος!

- Ναι, ατυχία..., τον ειρωνεύεται ο Πέτρος.

ΛυκαυγέςWhere stories live. Discover now