ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

90 18 5
                                    

Μετά από τρεις μέρες, το πρωί μας βρίσκει, εμένα και τον Νικόλα, στην μαρίνα, μπροστά στο κότερο του Βαλιώτη. Μαζί μας βρίσκονται δύο ακόμα ζευγάρια, τα οποία είχα δει την βραδιά που έμελλε να ξεκινήσουν όλα, αλλά δεν έχω συγκρατήσει τα ονόματά τους. Τι είναι αυτό με μένα; Θα περίμενε κανείς ότι, λόγω επαγγέλματος, θα ήμουν πιο προσεκτική σε τέτοια πράγματα, μα δείχνω χαρακτηριστική ανικανότητα να διατηρήσω στην μνήμη μου οτιδήποτε μου είναι αδιάφορο. Θα τους μάθω, πού θα πάει; Δυο μέρες θα περάσουμε μαζί μεσοπέλαγα...

Το ζεύγος Βαλιώτη εμφανίζεται στο κατάστρωμα, με ύφος χιλίων καρδιναλίων. Κάποιοι από το προσωπικό αναλαμβάνουν να μας βοηθήσουν με τις βαλίτσες μας, εμάς, τους πληβείους που αναμένουμε να επιβιβαστούμε. Α, όλα κι όλα! Μπορεί να είναι μεγαλόψυχοι και να μοιράζονται με τον απλό κοσμάκη τα αγαθά τους, αλλά δεν θα πέσουν και στο επίπεδό μας οι Βαλιώτηδες. Το ύφος τους δείχνει πόσο ανώτεροι αισθάνονται. Ή μπορεί να είναι και η αντιπάθεια που νιώθω εγώ και με κάνει να βλέπω πράγματα που δεν ισχύουν. «Ας μην είχα τον σκοπό μου και θα σας έλεγα αν θα πατούσα το πόδι μου στο καλογυαλισμένο κότερο σας»!

Στο πρόσωπό μου έχω φορέσει ένα συγκρατημένο χαμόγελο από το πρωί. Δεν πρέπει να προδίδει τίποτα τα αληθινά μου συναισθήματα. Ο Νικόλας με βοηθάει να επιβιβαστώ, γιατί ξαφνικά κουνάει λίγο. Είμαστε πλέον στο κατάστρωμα. Το ζεύγος μας υποδέχεται ευγενικά και οδηγούμαστε στις καμπίνες μας, προκειμένου να τακτοποιηθούμε. Όλη αυτή την ώρα, κοιτάζω γύρω μου. Οι άλλοι, προφανώς, νομίζουν ότι έχω θαμπωθεί από την πολυτέλεια. Άστους να το νομίζουν! Αυτό που κάνω είναι να ψάχνω με το βλέμμα μου την Ραΐσα. Από όσο έχω καταλάβει, είναι η προσωπική υπηρέτρια της Βαλιώτη. Δεν θα λείπει, λοιπόν. Δεν την εντοπίζω πουθενά, μα δεν απελπίζομαι. Άλλωστε, είναι μάλλον φυσικό να βρίσκεται μέσα. Έχουμε καιρό στη διάθεσή μας.

Η καμπίνα μας είναι μεγάλη και χωρίζεται σε δύο ξεχωριστά τμήματα: ένα μεγάλο, το κυρίως τμήμα, με ένα διπλό κρεβάτι, ένα τραπεζάκι και δύο πολυθρόνες, μία ντουλάπα και ένα έπιπλο με καθρέφτη. Προφανώς, εκεί θα καλλωπίζονται οι κυρίες που φιλοξενεί ο συγκεκριμένος χώρος κατά καιρούς. Την επίπλωση του ας πούμε υπνοδωματίου μας συμπληρώνει ένα μικρό γραφείο με την καρέκλα του. Μια πόρτα δίπλα από το γραφείο οδηγεί στο μπάνιο, το δεύτερο και μικρότερο τμήμα, όπου βρίσκονται τα απαραίτητα, καθώς και μια ντουζιέρα.

Δεν έχω βρεθεί ποτέ στο παρελθόν σε κότερο. Νόμιζα ότι ο χώρος είναι περιορισμένος, όπως συνήθως είναι στα πλεούμενα. Εδώ, όμως, όλα είναι σχετικά ευρύχωρα. Άνετα θα μπορούσε να συγκριθεί η καμπίνα που μας έχει παραχωρηθεί για αυτό το διήμερο με δωματιάκι που θα νοίκιαζε ένας φοιτητής. Αν δεν βρισκόμουν εδώ για τον λόγο που είμαι και αν ήμουν με άλλη παρέα, θα πετούσα στα σύννεφα. Η αλήθεια είναι ότι δυο μέρες στην θάλασσα, να ακούω μονάχα τον παφλασμό των κυμάτων καθώς θα χαϊδεύουν το σκαρί και τον χαιρετισμό που θα μας απευθύνουν τα θαλασσοπούλια που θα συναντήσουμε στο διάβα μας, είναι ιδιαιτέρως δελεαστική σκέψη. Η παρέα και η αφορμή, ωστόσο, για αυτή την μικρή απόδραση είναι ικανά να διαλύσουν την γοητεία που ασκούν πάνω μου τα γαλανά νερά.

Όσο παρατηρώ την καμπίνα μας και αφήνω το μυαλό μου να τρέχει, ακούγεται ένας θόρυβος, σαν να προέρχεται από μακριά αρχικά, λίγο πιο δυνατός στην συνέχεια. Είναι οι μηχανές που παίρνουν μπρος. Αυτό είναι! Το ταξίδι ξεκινάει. Αχ, Θεέ μου, μακάρι να μην πάνε στράφι αυτές οι δυο μέρες! Όσο πιο γρήγορα βρω την Ραΐσα και μπορέσουμε να μιλήσουμε, τόσο πιο γρήγορα θα πάρω τις πληροφορίες που χρειάζομαι και θα βοηθήσω αυτά τα κορίτσια. Γιατί έχω αποφασίσει ότι δεν είναι μόνο η μυστηριώδης κοπέλα του πάνω ορόφου που έχει ανάγκη την βοήθειά μου, αλλά και η γενναία Ουκρανή που με προσέγγισε. Όσο κι αν εκείνη διατείνεται ότι έχει συμβιβαστεί με την μοίρα της, ο τρόπος με τον οποίο μιλάει για τον Βαλιώτη, η απόφασή της να διακινδυνεύσει να με πλησιάσει, το μοναδικό ίχνος χαμόγελου που είδα στο πρόσωπό της όταν έπαιζε στο κεφάλι της με την φαντασία της την αντίδραση του τυράννου της όταν θα ανακαλύψει την απόδραση της άλλης κοπέλας, όλα αυτά αποδεικνύουν ότι δεν έχει κατεβάσει τα χέρια μπροστά σε ένα σκληρό πεπρωμένο. Ίσα ίσα, παλεύει ακόμα, μετά από τόση κακοποίηση, ικανή να κάμψει την ανθρώπινη θέληση, κι αυτό με κάνει να την θαυμάζω και να θέλω να κάνω ό,τι μπορώ για να την βοηθήσω.

- Πού τρέχει ο λογισμός σας, ωραία μου κυρία; μου λέει περιπαιχτικά ο Νικόλας, που με έχει πλησιάσει εν τω μεταξύ και με έχει κλείσει στην αγκαλιά του.

- Ξεκινήσαμε, αποφεύγω να του απαντήσω.

- Μμ, ναι. Πρέπει να πάμε στο σαλόνι. Φαντάζομαι, θα μας περιμένουν για να πάρουμε ένα ποτό. Να μας καλωσορίσουν. Αλλά..., εγώ έχω άλλα σχέδια στο μυαλό μου για αυτές τις πρώτες στιγμές πάνω στο κότερο, μου λέει και αρχίζει να ξεκουμπώνει το πουκάμισό μου.

- Θα ήταν αγένεια να είμαστε οι τελευταίοι που θα πάνε στο σαλόνι, σωστά; απαντώ, όχι με πολλή δύναμη, οφείλω να ομολογήσω, και του τραβάω απαλά τα χέρια από τα κουμπιά του ρούχου μου.

- Ναι, μάλλον θα ήταν, ε; ψιθυρίζει και ξανακαταπιάνεται με το πουκάμισό μου, γελώντας συνωμοτικά.

ΛυκαυγέςWhere stories live. Discover now