Το σπίτι της αδιεξόδου - @vasilikee_

76 7 2
                                    

Ο Φάνης, ή αλλιώς «Άγριος», ήταν ένας πρώτης τάξεως κακοποιός, διαλεγμένος από το αφεντικό του έπειτα από πολλή σκέψη, χάρη στο γεμάτο από άγρια εγκλήματα βιογραφικό του. Ο Άγριος, κοντός και κακομούτσουνος, με μάτια μαύρα και σκοτεινά, ήταν χωμένος ως το λαιμό στην παρανομία. Η εξυπνάδα του ήταν ένα προσόν που ο ίδιος ποτέ δεν χρησιμοποίησε για καλό σκοπό. Με το κοφτερό του μυαλό, έβρισκε πάντα χίλιους τρόπους για να ξεφεύγει από τα χέρια της αστυνομίας, διασκεδάζοντας και προκαλώντας όλο και περισσότερο τους εκπροσώπους του νόμου, για τους οποίους είχε πλέον καταντήσει βραχνάς. Αποφοίτησε από το μεγάλο σχολείο, τις φυλακές Κορυδαλλού, έχοντας στο ενεργητικό του μια δολοφονία, ληστείες και αρκετές απόπειρες βιασμού και κακοποίησης ανηλίκων κοριτσιών. Άνθρωπος σκληρός, χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό, μπορούσε να διαπράξει οποιοδήποτε έγκλημα αρκεί να πληρωνόταν καλά. Ήταν ένας στυγνός εγκληματίας, με υψηλό κασέ, ο οποίος αναλάμβανε να φέρει εις πέρας «εμπιστευτικές εργασίες» που του ανέθεταν άνθρωποι υπέράνω πάσης υποψίας, για τις οποίες διέθεταν ποσά διόλου ευκαταφρόνητα.

Γεννήθηκε σε μια φτωχογειτονιά του Πειραιά και έζησε τα παιδικά του χρόνια σε ένα μικρό σπιτάκι που βρισκόταν στο τέλος ενός στενού δρόμου που οδηγούσε σε αδιέξοδο. Σε εκείνο το ίδιο αδιέξοδο που θα οδηγούσε μετά από χρόνια η μοίρα τη μικρή φτωχική οικογένεια, χτυπώντας την αλύπητα. Οι γονείς του, ο Λουκάς και η Άννα, παντρεύτηκαν με προξενιό και έζησαν ευτυχισμένοι τα πρώτα χρόνια του γάμου τους. Ο Λουκάς δούλευε στις οικοδομές. Η Άννα εργαζόταν περιστασιακά επιδιορθώνοντας ρούχα με μια παλιά σκουριασμένη ραπτομηχανή, το μόνο περιουσιακό στοιχείο που κληρονόμησε από τη μητέρα της, που κάποτε ήταν η πιο γνωστή μοδίστρα της περιοχής και χειριζόταν τη μηχανή της με τέτοια επιδεξιότητα, λες κι έπαιζε κάποιο μουσικό όργανο. Τα μαθήματα ραπτικής ξεκίνησαν όταν η Άννα ήταν έξι ετών, όμως σταμάτησαν απότομα όταν η μητέρα της έπεσε στο κρεβάτι με πνευμονία. Η μικρή Άννα τη φρόντισε όσο μπορούσε, όμως η άτυχη γυναίκα δεν τα κατάφερε κι έτσι η μικρή, που είχε χάσει τον πατέρα της όταν ήταν ακόμα μωρό, ορφάνεψε για δεύτερη φορά στα οκτώ της χρόνια. Τότε την ανέλαβαν οι γειτόνισσες. Της έδιναν φαγητό, της έπλεναν τα ρούχα κι όταν στάθηκε στα πόδια της φρόντισαν να διαδώσουν στη γειτονιά πως ήξερε να ράβει. Έτσι η Άννα ξεκίνησε να επιδιορθώνει ρούχα και να κερδίζει χρήματα. Όταν έγινε δεκαέξι ετών, οι γυναίκες της γειτονιάς που ως τότε δεν είχαν σταματήσει να τη νοιάζονται, συνεδρίασαν κι αποφάσισαν ότι είχε έρθει η ώρα να την αποκαταστήσουν. Κανείς δεν μπήκε στον κόπο να την ρωτήσει τι θέλει να κάνει στη ζωή της. Έτσι τα όνειρα για σπουδές ναυάγησαν. Η Άννα ήταν εξαιρετικό κορίτσι, νοικοκυρά, εργατική κι όμορφη, οπότε δεν θα δυσκολεύονταν να βρουν τον κατάλληλο άντρα που θα την έκανε ευτυχισμένη. Το 'παν και το 'καναν. Της προξένεψαν το Λουκά, έναν άντρα επτά χρόνια μεγαλύτερό της, ο οποίος δεν είχε και το καλύτερο όνομα στη γειτονιά. Θα 'στρωνε όμως με το γάμο. Όσο γι' αυτό έβαζαν το χέρι τους στη φωτιά οι γειτόνισσες. Πράγματι ο Λουκάς ήταν πολύ ζωηρός κι επιπλέον επικίνδυνα γοητευτικός.

Διαγωνισμός Διηγήματος : Το μωρό λείπει από την κούνιαWhere stories live. Discover now