Κεφάλαιο 3ο

Começar do início
                                    

Η κοπέλα του... εκτός από πολύ όμορφη είναι και πολύ γλυκιά... και έξυπνη. Έτυχε να συνεργαστούμε για μια εργασία στην λογοτεχνία. Η κοπέλα είναι ένας άγγελος, και εγώ είμαι... ένα τίποτα μπροστά της.

Ο Ίαν επίσης δεν μου μιλούσε, απλά έτυχε δυο-τρεις φορές στον διάδρομο να με χαιρέτησε ως αδερφή της Κάντις, κάτι που με ενοχλεί γιατί έχω και εγώ όνομα. Τουλάχιστον δεν με κοιτούσε επίμονα και αδιάκριτα σαν τον αδερφό του, βέβαια που και που έχω πιάσει κάποια περίεργα βλέμματα. Υποψιάζομαι όμως πως ο κύριος λόγος που δεν μου μιλάει ο Ίαν είναι η Ρενέ. Πρέπει να... να την φοβάται;

Το κουδούνι χτύπησε βγάζοντας με από τον κόσμο των σκέψεων μου. Η Ρενέ δίπλα μου μάζευε τα βιβλία των μαθηματικών και η Ίζη έβγαλε έναν αναστεναγμό ανακούφισης καθώς μισεί με όλη της την καρδιά τα μαθηματικά και δεν άντεχε ούτε ένα λεπτό παραπάνω σε αυτή την αίθουσα. Πετάχτηκε από την καρέκλα της και στάθηκε μπροστά από το θρανίο μας φτιάχνοντας την ροζ καρό φούστα της.

-"Ορκίζομαι ότι ο χρόνος σταματάει όταν έχουμε μαθηματικά" παραπονέθηκε ψιθυρίζοντας ώστε να μην ακουστεί, "Σαν να ανάβει έναν διακόπτη ο κ. Ρόμανσον κάθε φορά που αρχίζει το μάθημα, ο οποίος σταματάει τον χρόνο, και ξεχνάει να τον σβήσει!"

Η Ρενέ γέλασε με την φίλη της.
-"Υπερβολές! Απλά σιχαίνεσαι τα μαθηματικά Ίζη!" είπε και σηκωθήκαμε ταυτόχρονα από το θρανίο, "Χρειάζεσαι βοήθεια; Θες να σου εξηγήσω κάτι που δεν καταλαβαίνεις;" προσφέρθηκε η φίλη της.

-"Όχι ευχαριστώ, ευτυχώς έχω τον Μπράντον για αυτό! Ο γλυκός μου, μου τα εξηγεί όσες φορές και αν του το ζητήσω και δεν παραπονιέται ποτέ!" είπε βάζοντας τα χέρια της στο ύψος της καρδιάς της ενώ βγαίναμε από την τάξη.

Καθώς περπατούσαμε στον γεμάτο διάδρομο θυμήθηκα πως έπρεπε να βρω την αδερφή μου. Το πρωί είχε φύγει πολύ νωρίς από το σπίτι και ξέχασε να πάρει μαζί της το κινητό της, το οποίο χτυπούσε σαν τρελό από την στιγμή που το βρήκα στις σκάλες. Πολύ περίεργο... δεν πάει πουθενά χωρίς το κινητό της. Όμως ακόμη πιο περίεργο και σχεδόν παράλογο ήταν το ποσό νωρίς έφυγε από το σπίτι. Όταν ξύπνησα εγώ εκείνη δεν ήταν πουθενά και κυριολεκτικά έψαξα σε όλο το σπίτι. Για κάποιο λόγο ανησυχούσα και ένιωθα πως κάτι δεν πάει καλά.

-"Κορίτσια, πρέπει να βρω την αδερφή μου. Θα σας δω στην τάξη!" ανακοίνωσα και πήγα σχεδόν τρέχοντας προς το ντουλαπάκι μου. Το άνοιξα και βρήκα μέσα στην τσάντα μου το κινητό της να χτυπάει για ακόμη μια φορά. Ευτυχώς το είχα βάλει στη δόνηση και έτσι δεν είχε ξεσηκώσει το σχολείο τόσες ώρες.
Το πήρα στα χέρια μου και κοίταξα τον αριθμό που καλούσε. Ο ίδιος αριθμός με τις προηγούμενες φορές, από την Καλιφόρνια. Αναρωτήθηκα αν αυτά τα τηλεφωνήματα είχαν να κάνουν με την εξαφάνιση της σήμερα το πρωί και αν έπρεπε όντως να ανησυχώ.

Αγαπάω έναν βρικόλακαOnde histórias criam vida. Descubra agora