Κεφάλαιο 41

48 10 3
                                    

                                                                      ΤΕΟ

Καθώς περίμενε την Hendra, χάζευε φωτογραφίες της,στο Instagram.

Έβγαζε πολύ απλές φωτογραφίες και με χρώμα. Του Teo του άρεσε η ασπρόμαυρη φωτογραφία.

Η πόρτα χτύπησε. Άφησε το κινητό του στο κρεβάτι επάνω και πήγε να ανοίξει.

Μόλις άνοιξε, είδε την Hendra.
Τον αγκάλιασε, πριν καν μπει στο διαμέρισμα του.
«Μου έλειψες,» του είπε.

« Το ξέρω Hendra», της είπε κι την φίλησε στο στόμα.
Η μυρωδιά της, αυτή την μυρωδιά ήθελε τόσο καιρό να μυρίσει.
Το άρωμα της, που έμενε στο σώμα της,στην άσπρη επιδερμίδα της.
Η Hendra πέρασε μέσα.

«Γιατί δεν έφερες βαλίτσα;», την ρώτησε.

«Γιατί να φέρω βαλίτσα», εκείνη τον ρώτησε.

«Λοιπόν, είναι σίγουρο θα περάσεις Χιούστον Hendra, και θα μένεις μαζί μου.», της είπε.
«Σοβαρά;», είπε εκείνη. Από την έκφραση της, κατάλαβε πόσο χαρούμενη ήτανε αυτή την στιγμή,και του άρεσε αυτό.
«Θες Hendra?»,Την ρώτησε.

Εκείνη τον έριξε απαλά, πάνω στο κρεβάτι κι ξάπλωσε πάνω του.

«Ανυπομονώ.», του είπε και του έδωσε φιλί στην μύτη.
«Είσαι σίγουρος;», έπειτα πρόσθεσε.

«Θέλω να είσαι κοντά μου Hendra.», της είπε. Εκείνη σηκώθηκε από πάνω του.

«Είμαι τόσο χαρούμενη.», του είπε σαν μικρό παιδί.
Και όταν έκανε έτσι, ο Teo την λάτρευε ακόμα πιο πολύ.

Αυτό ήθελε και ο Teo. Τι ποιο ωραίο από το να βλέπει το πρόσωπο της κάθε ημέρα; Να ήτανε η πρώτη που θα κοιμόταν και θα ξυπνούσε μαζί του.

Εκείνος παρέμεινε στο κρεβάτι.Την ρώτησε εάν ήταν κουρασμένη.

Εκείνη όμως φαινόταν πως είχε πάρα πολύ ενέργεια μέσα της.

«Δεν θα βγούμε σήμερα», της ανακοίνωσε.
Εκείνη τον κοίταξε,και ρώτησε τον λόγο.
Της είπε πως ήθελε να μείνουν όλη την ημέρα μαζί, κλεισμένοι μέσα.

Αυτή χαμογέλασε. «Ακούγεται υπέροχο», του είπε,καθώς έβγαζε την ζακέτα της.

Το τηλέφωνο του χτύπησε. Εκείνος το κοίταξε και το άφησε να χτυπάει. Έπειτα από λίγα δεύτερα σταμάτησε.
Τον ρώτησε ποιος ήταν.
«Οι φίλοι μου από Χιούστον.»
«Θες να βγεις;», του είπε.
«Γάματους, Hendra.»
Ο Teo σηκώθηκε και την πλησίασε.την έπιασε από την μέση και την φίλησε.
«Τι θες να κάνουμε;», τον ρώτησε, μόλις κατάφερε να ξεφύγει από τα φιλιά του.
«Πολλά πράγματα.», της είπε και συνέχισε να την φιλάει.
Τα χείλη της μύριζαν φράουλα.Του άρεσε η γεύση τον χειλιών  της.
Με το χέρι της έσφιγγε, το μπράτσο του και με το άλλο, στο σβέρκο του, να τον τραβά προς το πρόσωπό της, καθώς την φιλούσε.
Πόσο του άρεσε του αυτό.
Ο Teo την ανέβασε στο τραπέζι.

Έβαλε τα μαλλιά της, πίσω από τα αυτιά. Εκείνη τον κοιτούσε, κι έγλειψε το πάνω χείλος της.
Ο Teo άρχισε σιγά σιγά να της ξεκουμπωνει το πουκάμισο της.Το μαύρο εσώρουχο της φάνηκε.Εβαλε το χέρι του στον λαιμό της, καθώς το πήγαινε όλο και ποιο κάτω, και έβλεπε την Hendra να το απολαμβάνει.

Δεν συνέχισε, καθώς χτύπησε πάλι το τηλέφωνο.
«γαμώτο.»,ειπε και πήγε στο τηλέφωνο.
Όχι τώρα...
«Θα το σηκώσεις;», τον ρώτησε.
Ο Teo το σήκωσε.
Ηταν ένας φίλος του. Φαινόταν νευριασμένος από το ύφος που έπερνε.Η Hendra αναρωτιόταν τι του έλεγε αυτός ο φίλος, ώστε να νευριάσει.
«Σύμφωνοι, θα έρθω.», είπε και το έκλεισε.Η
Ηendra κούμπωσε το πουκάμισο της,και έκατσε όρθια.
«Πρέπει να φύγεις;»,τον ρώτησε.
«Δεν θα αργήσω.», είπε και φόρεσε το τζάκετ του.
Της ζήτησε συγνώμη.Δεν φαινόταν να τη πείραξε.
«Μην αργήσεις, έτσι;», του είπε.
«Δεν θα αργήσω, αν πείνας φτιάξε κάτι να φας, εντάξει;», της είπε.
Εκείνη του είπε εντάξει.
Άρπαξε το κινητό του κι έφυγε.Η Hendra έκλεισε την πόρτα.

Ο Teo ανέβηκε στην μηχανή και έφυγε.

𝖸𝖮𝖴:𝖺𝗋𝖾 𝖾𝗏𝖾𝗋𝗒𝗍𝗁𝗂𝗇𝗀(ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΔΙΌΡΘΩΣΗ)Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα