Κεφάλαιο 33

55 11 0
                                    

Στο Χιούστον όταν δεν ήτανε με φίλους,καθόταν στο σπίτι μόνος του.Την ώρα την περνούσε με διάβασμα για την σχολή, διάβαζε κι το βιβλίο της Hendra όταν είχε χρόνο, γυμναστική, κι κοιμόταν. Κάθε στιγμή από αυτές η Hendra ηταν η σκέψη του πάντα.Σε μια εβδομάδα από τώρα ήταν τα γεννεθλια της Hendra. Ανυπομονούσε τόσο πολύ. Ήθελε να ήταν υπέροχα όλα.

Ο Phillip τον πήρε τηλέφωνο. «Δεν ήρθες καθόλου να μας δεις Teo.», «Δουλειές.», απάντησε ξερά ο Teo. «Όταν έρθεις ξανά, σε περιμένουμε.»

«Οk, πάρε με όποτε ξανα θες, τα λεμε», είπε κι έκλεισε το τηλέφωνο. Με τον Phillip και τον Harry ήταν οι πιο καλοί φίλοι. Τώρα πια και με τον Marko, λόγο της Hendra. Βέβαια, τον Marko πάντα τον συμπαθούσε. Ήξερε ότι γούσταρε τον Harry κι φυσικά δεν έδινε σημασία στις επιλογές. Δεν ήταν τέτοιου τύπου, όπως και οι υπόλοιποι το ίδιο. Βέβαια για τον Harry δεν γνώριζε, επειδη ποτέ δεν τον είχε δει με κάποια κοπέλα να είναι, ή να φλερτάρει σε κάποιο παρτυ.Ητανε σίγουρος πως η Hendra το γνώριζε.Ασημαντη λεπτομέρεια φυσικά.

Μέσα από την ντουλάπα έβγαλε έναν μεγάλο καμβά,πινέλα και διάφορα χρώματα. Είχε πολύ καιρό να ζωγραφίσει.

Είχε μεγάλο ταλέντο στην ζωγραφική, και ήτανε κάτι που λάτρευε και κάτι που δεν είχε πει στην Hendra.Αρχιζε να βάφει τον πίνακα μπλε, το ανοιχτό το χρώμα.Παρότι ο πινακας ήταν μεγάλος, είχε πάρει το μικρό πινέλο.Ξεκινησε από την πάνω μεριά, κάθετα, προς τα κάτω. Όταν τελείωσε, έβαλε το πινέλο στο ποτήρι με το νερό και άφησε το χρωμα να στεγνώσει καλά στο πίνακα.Δεν συνέχισε. Ίσως επειδή βαρέθηκε, ή το μετάνιωσε. Έβγαλε την μπλούζα του και άφησε να φανούν στο φως που περνούσε από τις κίτρινες κουρτίνες τα τατουάζ του.Εβαλε μια αλλη μπλούζα και ξάπλωσε.Ανοιξε το κινητό του. Είχε αρκετά μηνύματα.Το μάτι του τραβήχτηκε στο μήνυμα της Hendra.Του έλεγε εάν είναι καλα. Εκείνος της έγραψε υπέροχα, μετά από μια μέρα με εκείνην.Η Hendra ηταν σίγουρος πως χαμογελούσε εκείνη την στιγμή.Και τι δεν θα έδινε να έβλεπε το χαμόγελο της από κοντά.

Χάζεψε λίγο Instagram, στο Tumblr που είχε εθισμό εκεί, και ύστερα έπεσε για ύπνο.

Την επόμενη ημέρα, το πρωι, ξεκίνησε με ένα πρωινό καυτό μπάνιο. Είχε βάλει τα χέρια του στον τοίχο και το νερό έπεφτε στην πλάτη του πάνω.Ηταν τόσο καυτό το νερό, που είχε κοκκινησει το σώμα του.Υστερα,τυλίχθηκε με μια πετσέτα γύρω από την μέση και βγήκε από το μπάνιο.

Χτύπησε η πόρτα. Βιαστηκά πήγε και άνοιξε. Και δυστυχώς για εκείνον, ήτανε η μητέρα του.
«Τι θες εδώ;», της είπε νευριασμενος. «Ήρθα να σε δω», του είπε χαρούμενη εκείνη.

Εκανε πίσω αυτός για να περάσει.«Σου έφερα μπισκότα, τα έφτιαξα χθες το βράδυ.»

«Ευχαριστώ.», εκείνη του χαμογέλασε. «Ποτέ θα φύγεις;», «Σήμερα. Αλλά όχι τώρα.».

«πρεπει να φύγω όμως.», «Θα σε περιμένω δεν πειράζει. Να τακτοποιήσω κι το σπίτι, παντού ρούχα πεταμένα.»

«Εντάξει, πάω να ετοιμαστώ και φεύγω.»

Ο Teo μόλις ετοιμάστηκε, πήγε στο κομοδίνο και φόρεσε το ρολόι του.«Να προσεχεις»,του είπε και τον φίλησε στο μάγουλο.

Δεν το παραδεχόταν, αλλά είχε πολύ αδυναμία στους γονείς του. Χαιρόταν που συμπαθούσαν την Hendra επίσης.

Στην τάξη, κοιτουσε στο βιβλίο του,αλλά χωρίς να ξέρει γιατί, απλά είχε εστιάσει εκεί, ώστε να κάνει εικόνα τις σκέψεις του.Συγχρόνως, έπαιζε με τον στυλό.

Μετά από την σχολή πήγε στο καφέ όπου σύχναζε είτε μόνος, είτε με παρέα. Αυτή την φορά ήταν το πρώτο.Παράγγειλε έναν καφέ κι έκατσε στο τραπέζι. Άνοιξε το βιβλίο Ρωμαίος και Ιουλιέτα.Πολύ κλισέ για εκείνον φυσικά.Διάβασε κάποιες σελίδες, και ύστερα, έφυγε. Δεν είχε κάτσει ούτε ένα τέταρτο. Δεν βαρέθηκε, του άρεσε η ησυχία, αλλά δεν ήθελε να αφήσει μόνη της την μητέρα του.

Μόλις πήγε σπίτι την είδε να ετοιμάζει το φαγητό.«Μυρίζει υπέροχα», της είπε καθώς έβγαζε το τζάκετ.Το παράτησε στο κρεβάτι πάνω.
Έκατσαν και οι δύο στο τραπέζι. «Πως περνάς γενικά εδώ;», τον ρώτησε.

«Τέλεια, αλλά καμία φορά βαριέμαι.»
«Θα προτιμούσες να ήταν εδώ και η Hendra.», του είπε με πονηρό χαμόγελο.

«Ίσως», της είπε με πλατύ χαμόγελο, χωρίς να την κοιτάζει, σαν να ντρέπεται να το ομολογήσει.
«Πότε θα έρθεις πάλι;»

«Το σαββατοκύριακο.»,
«Τέλεια.»
«Ναι», είπε αυτός, καθώς ανακάτευε την μακαρονάδα.

Πέρασαν αρκετή ώρα στο σπίτι, πήγανε μια μικρή βόλτα και έπειτα την αποχαιρέτησε. Τι μέρα και αυτή, από το πουθενά να έρθει,
Αναρωτήθηκε.

Αυτό που ήθελε τώρα, ήταν να πάρει τηλέφωνο την Hendra και να ακούσει την φωνή της.

𝖸𝖮𝖴:𝖺𝗋𝖾 𝖾𝗏𝖾𝗋𝗒𝗍𝗁𝗂𝗇𝗀(ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΔΙΌΡΘΩΣΗ)Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα