Μ' ένα σου βλέμμα

By EleniLia

10.6K 783 507

Ιόλη Αλεξίου: Η αδυναμία της να βρει δουλειά την οδηγεί στη Ρόδο, το νησί των παιδικών της χρόνων, όπου ανυπο... More

Πρόλογος
Κεφάλαιο 1
Kεφάλαιο 2
Κεφάλαιο 3
Κεφάλαιο 4
Κεφάλαιο 5
Κεφάλαιο 7
Κεφάλαιο 8
Κεφάλαιο 9
Κεφάλαιο 10
Κεφάλαιο 11
Κεφάλαιο 12
Kεφάλαιο 13
Kεφάλαιο 14
Κεφάλαιο 15
Κεφάλαιο 16
Κεφάλαιο 17
Κεφάλαιο 18
Καφάλαιο 19
Κεφάλαιο 20

Κεφάλαιο 6

431 37 24
By EleniLia

ΙΟΛΗ

Μετά από αυτά που μου είπε δεν είχα κανένα λόγο να κάθομαι δίπλα τους και να τους βλέπω να σαλιαρίζουν. Βγήκα έξω από το νερό και άρχισα να μαζεύω τα πράγματα μου. Το θράσος του δεν υποφέρεται και για ακόμη μία φορά είχε καταφέρει να με εκνευρίσει. Είχε πάντα μία ατάκα για την κάθε στιγμή αλλά δεν πρόκειται να το έβαζα κάτω. Αν ήθελε πόλεμο θα τον είχε. Ίσως να είναι συνηθισμένος στις γυναίκες να πέφτουν ξερές από πίσω του και να τις κάνει ό,τι θέλει εκείνος αλλά έπρεπε να μάθει πως και εγώ ήμουν συνηθισμένη στο να μην αφήνω κανένα να με μειώνει. Δεν ξέρω ποιος νομίζει πως είναι αλλά είχα βάλει στόχο να τον προσγειώσω στο έδαφος και μάλιστα καθόλου ομαλά. Αν αυτός είναι μια φορά πεισματάρης εγώ είμαι δέκα.


Όταν γυρίσαμε σπίτι, αφού έκανα στα γρήγορα ένα μπάνιο, αποφάσισα όσο ετοιμαζόταν η Ιωάννα να έφτιαχνα κάτι για να φάμε. Από μικρή είχα μεγάλη λατρεία στη μαγειρική και ήταν πάντα η διαφυγή μου στα δύσκολα. Ήθελα να ξεσπάσω και αυτή τη στιγμή αυτή ήταν η καλύτερη δυνατή λύση που είχα. Άνοιξα το ψυγείο και τα ντουλάπια για να δω με τι υλικά είχα να δουλέψω. Προς μεγάλη μου χαρά βρήκα αρκετά πράγματα οπότε είχα ένα μεγάλο εύρος από συνταγές που μπορούσα να ετοιμάσω. Μετά από λίγη σκέψη κατέληξα στα γεμιστά, μιας και ήταν ένα από τα αγαπημένα φαγητά της Ιωάννας και ήθελα να της τα κάνω έκπληξη. Δυο ώρες αργότερα ήταν όλα έτοιμα και τα πιάτα σερβιρισμένα. Φώναξα την Ιωάννα και αφού καθίσαμε αρχίσαμε να συζητάμε.

«Για πες μου τώρα που είμαστε οι δυο μας. Τι έγινε όταν φύγαμε; Μαλώσατε πάλι;»
«Εσύ τι λες; Υπήρχε περίπτωση να μη μαλώναμε;»
«Αμάν βρε Ιόλη μου.. και σου είπα να καθόμουν εγώ μαζί σου δεν ήθελες.. ιδού τώρα τα αποτελέσματα!»
«Για να σου πω! Έκανα μεγάλη προσπάθεια να φερθώ ώριμα αλλά με αυτόν τον άνθρωπο είναι αδύνατον. Με βγάζει έξω από τα ρούχα μου χωρίς καν να προσπαθεί!» της λέω καθώς μπουκώνω στο στόμα μου μια μεγάλη πιρούνια από τα γεμιστά.
«Μήπως τα παραλές λίγο βρε κορίτσι μου;» με κοιτάζει εξεταστικά με καχύποπτο βλέμμα.
«Μήπως θες να σου θυμίσω τα χθεσινά;»
«Εντάξει είχατε μια άτυχη στιγμή, γιατί δεν προσπαθείτε να τα βρείτε;»
Την κοιτάζω θυμωμένα χωρίς να πω κάτι.
«Ωραία δε σου είπα να γίνετε και κολλητοί αλλά τουλάχιστον για χάρη του Δημήτρη πρέπει να τα πηγαίνετε καλά.»
«Ιωάννα μου μαζί μιλάμε και χώρια καταλαβαινόμαστε; Με προσέχεις καθόλου; Σήμερα ήσουν εκεί, είδες πως μου μίλησε και μάλιστα μπροστά σε όλους σας. Το κάνει επίτηδες, θέλει απλά να μου την λέει συνέχεια..»
«Βάλε λίγο νερό στο κρασί σου βρε κορίτσι μου.» Με κοιτάζει με παρακλητικό ύφος και λυπημένα ματάκια θέλοντας να με κάνει να υποκύψω. Ξέρει ότι της έχω αδυναμία και το εκμεταλλεύεται!
«Λοιπόν δεν υπόσχομαι τίποτα.. Θα προσπαθήσω..» Μου χαμογελάει διάπλατα ικανοποιημένη με το κατόρθωμα της. «Θα προσπαθήσω είπα! Αν όμως με προκαλέσει θα δει μια άλλη Ιόλη!»

Το υπόλοιπο απόγευμα το περάσαμε βλέποντας ταινίες και αναπολώντας στιγμές από το παρελθόν μας. Για απόψε δεν είχαμε σχεδιάσει κάτι με τα υπόλοιπα παιδιά και έτσι αποφασίσαμε να βγούμε για πρώτη φορά μόνο εμείς τα κορίτσια. Η αλήθεια είναι πως ανυπομονούσα να βγούμε οι τρεις μας και να μπορέσουμε επιτέλους να τα πούμε με την ησυχία μας. Δε λέω, με την Ιωάννα είμαστε συνέχεια μαζί εφόσον με φιλοξενεί, αλλά μέχρι τώρα δεν είχαμε την ευκαιρία να βρεθούμε με την Νικολέτα χωρίς τη συνοδεία είτε των αγοριών είτε της αχώνευτης της Μαριάννας. Σήμερα ήθελα να το διασκεδάσω και να περάσω καλά και δεν πρόκειται να επέτρεπα σε κανέναν και σε τίποτα να μου το χαλάσει.

Μετά από ατέλειωτες ώρες ετοιμασίας μπροστά από τον καθρέφτη και την ντουλάπα ήμασταν επιτέλους έτοιμες. Η Ιωάννα επέμενε πως σήμερα ήθελε να κάνουμε θραύση και με επιμελήθηκε προσωπικά. Με έβαψε, μου ίσιωσε τα μαλλιά και μάλιστα διάλεξε το κατάλληλο φόρεμα για απόψε. Το αποτέλεσμα ήταν πραγματικά εντυπωσιακό, πράγμα που μου έδωσε ακόμα περισσότερη αυτοπεποίθηση ειδικά μετά από τα σχόλια του Αχιλλέα. Και η ίδια πάντως δεν πήγαινε καθόλου πίσω. Φορούσε ένα δερμάτινο κοντό μαύρο σορτσάκι και ένα κόκκινο τοπάκι με τιράντες.

Κατά τις 1 ήμασταν έξω από το κλαμπ, όπου και ήταν το σημείο συνάντησης μας. Μετά από μερικά λεπτά αναμονής κατέφθασε και η Νικολέτα και ήμασταν έτοιμες για να μπούμε. Το πρώτο βήμα κάνω εγώ και πίσω μου ακολουθούν τα κορίτσια. Αυτό που αντικρίζω με το που μπαίνω με αφήνει έκπληκτη! Βλέπω παντού παρέες, άντρες γυναίκες διαφόρων ηλικιών, είτε σε τραπέζια είτε στη μπάρα, άλλοι να πίνουν, άλλοι να χορεύουν και να ξεσαλώνουν και χαίρομαι ιδιαίτερα. Δεν περίμενα να γίνεται τέτοιος χαμός, αν και γιορτάζει το μαγαζί οπότε ίσως και να δικαιολογείται. Μια σερβιτόρα έρχεται να μας τακτοποιήσει και μας ενημερώνει πως δεν υπάρχει κάποιο διαθέσιμο τραπέζι οπότε η μόνη μας επιλογή είναι η μπάρα. Πριν καλά καλά καθίσουμε στα σκαμπό μας πλησιάζει ο μπάρμαν και μας ρωτάει τι θα πιούμε. Όταν έρχεται η σειρά μου του λέω τι θέλω αλλά μου κάνει νόημα πως δεν ακούει και πλησιάζει το κεφάλι του προς το δικό μου ζητώντας μου να το επαναλάβω. Πλησιάζω στο αφτί του και του ζητάω μια βότκα λεμόνι. Λίγο πριν επιστρέψει στη δουλειά του μου κλείνει το μάτι και μου χαμογελάει λοξά. Κάνω πως δεν το προσέχω και στρέφομαι προς τα κορίτσια, τα οποία δυστυχώς δεν ακολουθούν το παράδειγμα μου. Με κοιτάνε εξεταστικά και οι δύο με ένα χαζό χαμόγελο.
«Ώπα! Άτσα ο μπάρμαν!» λέει η Νικολέτα και με σκουντάει. «Κοίτα κατακτήσεις η Ιόλη ακόμα δεν ήρθαμε!» ακολουθεί η Ιωάννα και εγώ στριφογυρίζω τα μάτια μου κάνοντας μια γκριμάτσα. Μετά από λίγα λεπτά μας πλησιάζει ξανά ο μπάρμαν μέσα από τη μπάρα με τα ποτά μας.
«Ορίστε και τα ποτά σας.» μας λέει και μας τα δίνει. Παίρνω το δικό μου και την ώρα που ρουφάω την πρώτη γουλιά τον ακούω που μου μιλάει. «Συχνάζεις αρκετά εδώ; Δε σε έχω ξανά δει.». Αφήνω κάτω το ποτήρι και του απαντάω «Δεν είμαι από δω.». Πριν προλάβει να μου απαντήσει τον φωνάζει κάποια σερβιτόρα για μια παραγγελία και απομακρύνεται. Κοιτάζω τα κορίτσια και αναστενάζω.
«Γιατί πάντως; Ωραίος είναι.. Δε σ' άρεσε;» μου λέει η Νικολέτα καθώς πίνει το κρασί της. Δε λέω καλός είναι αλλά δεν έχει αυτό το κάτι που σου τραβάει το ενδιαφέρον. Είναι μελαχρινός με κοντοκουρεμένα σγουρά μαλλιά και γυμνασμένο σώμα. Ίσως οποιαδήποτε άλλη κοπέλα να γοητευόταν αλλά για κάποιο λόγο δεν ένιωσα κάτι μαζί του οπότε δεν υπήρχε νόημα να του δείξω ενδιαφέρον. «Όχι εντάξει δε λέω.. Όμορφο παιδί είναι αλλά ενπάση περιπτώσει δεν ήρθα εδώ για έρωτες και αγάπες. Άσε που για να μου την πέφτει έτσι εν ψυχρώ το έχει κάνει συνήθειο.» Πριν προλάβω να τελειώσω την πρόταση μου έρχεται πάλι προς το μέρος μας. «Ώστε διακοπούλες ε;» με ρωτάει καθώς ανακατεύει ένα ποτό. «Όχι ακριβώς. Κυρίως για δουλειά ήρθα.» «Και πόσο σκοπεύεις να μείνεις;» «Για όσο χρειαστεί.. αν όλα πάνε καλά.» «Ελπίζω τώρα που έμαθες και το μαγαζί να έρχεσαι πιο συχνά από δω.» μου λέει και μου κλείνει το μάτι και εγώ απλά του χαμογελάω στραβά, δε θέλω να του δώσω και πολλές ελπίδες. «Εγώ είμαι ο Στάθης. Χάρηκα!» μου λέει και μου δίνει το χέρι του για χειραψία. «Ιόλη», του δίνω και εγώ με τη σειρά μου το χέρι μου διστακτικά και μου το σφίγγει για μερικά δευτερόλεπτα. Έπειτα επιστρέφει πίσω στη δουλειά του, γεγονός που με ανακουφίζει αρκετά μιας και εδώ που καθόμαστε είναι δύσκολο να απαλλαγώ από εκείνον. Τα επόμενα λεπτά περνάνε πολύ ευχάριστα με τα κορίτσια και σιγά σιγά αρχίζουμε να χαλαρώνουμε με τη βοήθεια της μουσικής και του αλκοόλ. Χορεύουμε και περνάμε καλά. Είμαι πολύ χαρούμενη που έστω και για απόψε δε θα χρειαστεί να τον αντιμετωπίσω και να είμαι συνέχεια στην τσίτα εξαιτίας του.

Κάποια στιγμή μπαίνει ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια και αρχίζω να χορεύω σαν να μην υπάρχει αύριο. Κουνάω τη λεκάνη και τους γοφούς μου στο ρυθμό της μουσικής, ενώ ταυτόχρονα σιγοτραγουδάω το τραγούδι. Με την άκρη του ματιού μου πιάνω τις διπλανές παρέες αγοριών να με κοιτάζουν, καθώς και τον Στάθη να δαγκώνει τα χείλια του. Νιώθω το κέντρο της προσοχής αλλά με το κεφάλι που έχω κάνει από το ποτό δε με επηρεάζει και πολύ. Λίγο πριν τελειώσει το τραγούδι νιώθω κάποιον από πίσω μου να μου πιάνει το χέρι και να με γυρνάει προς το μέρος του στρέφοντας το από πάνω μου με αποτέλεσμα να κάνω μια επιδέξια σβούρα λίγο πριν πέσω πάνω του. Ανεβάζω τα μάτια μου προς εκείνον και μένω άναυδη να τον κοιτάζω. Δεν το πιστεύω.. Είναι αυτός! Καλά τι δουλειά έχει εδώ; Ούτε μία ώρα δε μπορώ να μείνω στην ησυχία μου; Δίπλα του στέκεται ο Δημήτρης που μας κοιτάζει με ένα αμήχανο χαμόγελο. Από την έκφραση του φαίνεται πως ούτε εκείνοι περίμεναν να μας συναντήσουν εδώ. Επιστρέφω το βλέμμα μου στον Αχιλλέα και τον κοιτάζω λίγο ακόμα πριν απομακρυνθώ από πάνω του.

«Πως από δω βρε κορίτσια;» πετάγεται ο Δημήτρης κοιτώντας μας. «Εμείς ή εσείς; Μήπως μας παρακολουθείτε;» τον ρωτάει η Νικολέτα με ειρωνικό τόνο. «Μπα. Αν το ξέραμε θα σας λέγαμε να ερχόμασταν παρέα.» λέει ο Δημήτρης. «Τώρα όμως που βρεθήκαμε κρίμα είναι να καθόμαστε σε ξεχωριστά τραπέζια.» προσθέτει ο Αχιλλέας και εκπλήσσομαι από αυτό που ακούω. Αυτός να θέλει να κάτσει στο ίδιο μέρος με μένα; Μάλλον θα με κοροϊδεύει.. «Δε το λες και τραπέζι το δικό μας.. στη μπάρα μας βάλανε.» λέει η Ιωάννα, «Θα 'ρθείτε εσείς στο δικό μας!» πετάγεται ο Αχιλλέας με επιβλητικό τόνο. Τα κορίτσια συμφωνούν και αρχίζουν να μαζεύουν τα ποτά και τα πράγματα μας για τη μετακίνηση. Ο Δημήτρης παίρνει τις τσάντες μας και προχωράει μπροστά για να μας δείξει το τραπέζι τους. Πάω να σηκώσω το ποτήρι μου αλλά τα δάχτυλα μου βρίσκουν πάνω στα δικά του που έχουν προλάβει ήδη να το αρπάξουν μέσα από τα χέρια μου. Για μερικά κλάσματα δευτερολέπτου, όσο κρατάει αυτή η μικρή επαφή, νιώθω έναν ηλεκτρισμό. Αντανακλαστικά απομακρύνω τα δάχτυλα μου τινάζοντας το χέρι μου στον αέρα. Με κοιτάζει έντονα στα μάτια και νιώθω ένα περίεργο μούδιασμα στην κοιλιά μου. Το αγνοώ και προχωράω μπροστά αφήνοντας τον πίσω μου να με κοιτάζει.


Από όταν ενώσαμε τις παρέες μας με τα αγόρια η διάθεση μου έχει αλλάξει. Νιώθω λίγο άβολα να χορεύω μπροστά του, οπότε στρέφομαι στο ποτό μου. Το τελειώνω και ζητάω και δεύτερο. Συνεχίζω να πίνω μπας και χαλαρώσω λιγάκι. Δεν ξέρω τι με έπιασε απόψε.. Συνήθως όταν βρίσκομαι δίπλα του το μόνο που νιώθω είναι θυμός και αγανάκτηση αλλά για κάποιο λόγο τώρα το μόνο που μου προκαλεί είναι ταραχή και αμηχανία. Προς μεγάλη μου έκπληξη δεν έχει πετάξει καμία σπόντα για μένα, ούτε έχει πει κάτι για να με τσαντίσει. Σε αντίθεση με το πρωί, φαίνεται χαλαρός και ευδιάθετος και η αλήθεια είναι πως του πάει πολύ.. Όσο περνάει η ώρα και συνεχίζω να πίνω αρχίζω σιγά σιγά να χαλαρώνω και εγώ και να χορεύω, κυρίως με τα κορίτσια. Τον πιάνω πολλές φορές να με κοιτάζει και κάθε φορά που το κάνω αλλάζει το βλέμμα του αμήχανα. Το ένα ποτό διαδέχεται το άλλο και πλέον κάθε ίχνος ανασφάλειας και ντροπής έχει φύγει από πάνω μου. Κάποια στιγμή μπαίνει ένα λίγο πιο ανεβαστικό τραγούδι και αρχίζω να χορεύω αισθησιακά με την Νικολέτα. Νιώθω ξανά όλα τα βλέμματα πάνω μας και το απολαμβάνω. Στη μέση του τραγουδιού βλέπω τον Αχιλλέα να κάνει νόημα στην Ιωάννα και να της λέει κάτι στο αφτί κοιτώντας με με σοβαρό ύφος. Το αγνοώ και συνεχίζω να λικνίζομαι στο ρυθμό της μουσικής. Ξαφνικά μας πλησιάζει η Ιωάννα και μου παίρνει το ποτό από το χέρι. Την κοιτάζω μπερδεμένη περιμένοντας μια εξήγηση. «Αρκετά ήπιες για σήμερα Ιόλη μου! Και καλύτερα θα ήταν να πηγαίναμε σιγά σιγά γιατί αύριο θα είσαι χάλια.» μου λέει με σοβαρό τόνο και στρέφω το βλέμμα μου στον Αχιλλέα ο οποίος εξακολουθεί να με κοιτάζει πλέον θυμωμένα. Οι υπόλοιποι συμφωνούν και αρχίζουν να μαζεύουν τα πράγματα τους. Δε θέλω να δώσω συνέχεια στο θέμα, αν και είμαι σίγουρη πως αυτό που της ψιθύρισε πριν λίγο ευθυνόταν για την στάση της.

Μερικά λεπτά αργότερα είμαστε ήδη έξω από το κλαμπ και τα αγόρια επιμένουν να μας γυρίσουν σπίτι ειδικά στην κατάσταση μου, όπως τονίζει ο Αχιλλέας. Ο Δημήτρης αναλαμβάνει να γυρίσει τη Νικολέτα μιας και μένουν σχετικά κοντά και ο Αχιλλέας εμένα και την Ιωάννα. Η Ιωάννα και ο Αχιλλέας μπαίνουν στο αμάξι και εκείνη τη στιγμή συνειδητοποιώ πως έχω ξεχάσει το τσαντάκι μου μέσα. Ανοίγω την πόρτα του συνοδηγού και αφού τους πω πως ξέχασα την τσάντα μου φεύγω γρήγορα πριν προλάβουν να αντιδράσουν και μπαίνω ξανά στο κλαμπ. Ευτυχώς η τσάντα μου βρίσκεται ακόμα πάνω στο τραπέζι με όλα τα πράγματα μου μέσα. Την παίρνω βιαστικά και κατευθύνομαι προς την έξοδο. Σπρώχνω όποιον βρω μπροστά μου μιας και γίνεται πανικός από κόσμο. Την ώρα που φτάνω στην πόρτα και βάζω το χέρι μου πάνω της για να την ανοίξω νιώθω ένα χέρι να με τραβάει. Κοιτάζω πάνω και βλέπω τον Στάθη. «Επ! Για που το έβαλες εσύ;» μου λέει και μου χαμογελάει πονηρά. «Φεύγω..» δεν έχω χρόνο για κουβεντούλες, οι άλλοι έξω με περιμένουν! «Από τώρα; Κάτσε λίγο ακόμα, δεν προλάβαμε να μιλήσουμε καθόλου!» επιμένει καθώς εξακολουθεί να με εμποδίζει από την έξοδο με το σώμα του. «Με περιμένουν έξω.. πρέπει να φύγω.» κάνω ένα βήμα μπροστά και με πιάνει από τη μέση στρέφοντας με προς αυτόν. «Τουλάχιστον δώσε μου το νούμερο σου!» «Πραγματικά δεν έχω χρόνο! Σου υπόσχομαι πως θα έρθω ξανά τις επόμενες μέρες.» του λέω σε μία προσπάθεια να με αφήσει επιτέλους να φύγω. «Δεν αξίζω εγώ για να καθυστερήσεις λίγο παραπάνω στους φίλους σου;» Εκείνη τη στιγμή ανοίγει η πόρτα και ένας θυμωμένος Αχιλλέας εμφανίζεται μπροστά μας. «Τι θα γίνει ρε Ιόλη γαμώ;» μου φωνάζει φανερά εκνευρισμένος. «Τρέχει κάτι φίλε;» πετάγεται ο Στάθης και στέκεται μπροστά μου. «Για το καλό σου κάνε στην άκρη γιατί χάνω την υπομονή μου.» του απαντάει με σοβαρό ύφος και με μάτια που βγάζουν φωτιές. «Γιατί θα μου κάνεις ντα ρε φίλε; Άντε πάνε πιες κάνα ποτάκι μπας και στανιάρεις και άσε ήσυχη την κοπέλα.» του απαντάει με περιπαιχτικό τόνο. «Σε προειδοποίησα.» του λέει ο Αχιλλέας και χωρίς να το καταλάβω ο Στάθης βρίσκεται γονατισμένος με τη μύτη και τα χείλια του να τρέχουν αίμα. Τον κοιτάζω σοκαρισμένη και πριν προλάβω να πω το οτιδήποτε με αρπάζει από το χέρι και με τραβάει έξω μέχρι το αμάξι. Του φωνάζω νευριασμένη «Ήταν απαραίτητο τώρα αυτό; Με ποιο δικαίωμα με παίρνεις με το έτσι θέλω;» και το μόνο που κάνει είναι να ανοίξει την πόρτα του συνοδηγού και να μου πει με σταθερή φωνή «Μπες.». Το βλέμμα του δεν σηκώνει πολλά πολλά και αποφασίζω να τα παρατήσω μιας και ξέρω πως δεν πρόκειται να βγάλω άκρη μαζί του, πόσο μάλλον σε αυτή την κατάσταση. Κάθομαι στη θέση μου και αφού μου κλείσει την πόρτα κάνει τον κύκλο και μπαίνει και αυτός στο αυτοκίνητο. Τεντώνεται προς το μέρος μου και χωρίς να πει κουβέντα μου δένει τη ζώνη και βάζει μπρος στο αμάξι. Σε όλη τη διαδρομή επικρατεί απόλυτη σιωπή. Όταν φτάνει έξω από το σπίτι της Ιωάννας λέει ξερά ένα καληνύχτα και το μόνο που κάνω είναι να βγω από το αυτοκίνητο του χτυπώντας δυνατά την πόρτα πίσω μου.

_________________________________

Σας υπεεεερ ευχαριστώ για τα σχόλια και τα αστεράκια!!! Είστε το κίνητρο μου για να συνεχίσω να γράφω! Σύντομα το επόμενο κεφάλαιο!!!! 🧡 🧡 🧡

Continue Reading

You'll Also Like

2.6M 181K 69
"Σταμάτα να τρέχεις, αστυνομία!" άκουσα μια ανδρική φωνή πίσω μου. Σκατά!Άρχισα να τρέχω πιο γρήγορα. Τελικά ,ο μπάτσος με έφτασε και με άρπαξε. Τα...
498K 32.8K 51
Οι καταιγιδες του φθινοπωρου ερχονται απο εκει που δεν το περιμενεις. Το ιδιο ξαφνιξα θα μπει και η Αννα στη ζωη του Ορεστη ενα φθινοπωρινο βραδυ που...
319K 10.3K 62
«ΤΙ ΘΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΜΟΥ; ΤΙ ΘΕΣ ΑΠΟ ΕΜΕΝΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΕ ΑΦΗΝΕΙΣ ΗΣΥΧΗ;» του φωνάζω και ένα δάκρυ κύλισε στο πρόσωπο μου. Έρχεται πιο κοντά μου και είμασ...
113K 4.2K 52
Η δεκαεπτάχρονη Νόα Μόργκαν λατρεύει την ήσυχη, φυσιολογική της ζωή στο Τορόντο. Αλλά όταν η μητέρα της επιστρέφει από μια κρουαζιέρα απροσδόκητα πα...