Μαθήματα Αυτοσυγκράτησης

By Alexey_B

252K 24K 3.1K

Ο Ίθαν και η Ελβίρα κατάφεραν να ξεπεράσουν τα προβλήματα του σχολείου. Δεν ειναι πια κρυφό και παράνομο ζευ... More

Η αποκάλυψη
Καμία απάντηση.
Το θέαμα.
Τα χαρτιά
Το ρετιρέ
Το αγόρι με τα Ray Ban
Mia Bella
Γνωρίζεστε;
Αποδοχή
Είσαι μία πρόκληση
Η εργασία
Έχω ακούσει πολλά για εσένα.
Ο κήπος
Βιντεοκλήση.
Αμφιβολιές
Δέκα το πρωί
Αντίο
Πληγές
Τότε
Ταξί
Ακόμα.
Κάρμα
Τελευταία φορά
Σοκολατάκια
"Μου αρέσεις"
Ναρκωτικό
Frutti Di Mare
Τρελαίνομαι
Θραύσματα
Εξοργισμένοι
Μην με ακουμπάς
Νοσοκομείο
Αξιολύπητος
"Σε ευχαριστώ."
Σούσι
Περασμένα ξεχασμένα
Τίποτα δεν έχει ξεχαστεί
Το γράμμα
Μαζί
Μέχρι τα μεσάνυχτα
"Δεν ξέρω τι έρχεται στη συνέχεια."
Πάντα θα είσαι εσύ.
Επίλογος

Άλλη μία φορά

4.9K 531 52
By Alexey_B

"Απαιτώ αμέσως εξηγήσεις." φώναξε ο Σεμπάστιαν Κάρντι. Εγώ και η Ζωή μείναμε σιωπηλές να κοιταζόμαστε μεταξύ μας. 

Το βλέμμα της απέναντι μου ήταν απόμακρο και, για αν είμαι ειλικρινείς, έμοιαζε κάπως νευριασμένη. Δεν γυρνούσε καν προς το μέρος του Ίθαν. Δεν είχα καταλάβει αν είχε συνειδητοποιήσει πως είχε πράγματι η κατάσταση ή αν προσπαθούσε να κρατήσει ουδέτερη στάση μπροστά στον ιδιοκτήτη της εταιρίας. 

"Ας μιλήσει κάποιος επιτέλους." είπε ακόμα πιο δυνατά ο κύριος Κάρντι καθώς μας προσπερνούσε για να πλησιάσει τον γιο και τον ανιψιό του. 

"Πως τους καλύπτουμε τώρα;" ρώτησα την Ζωή βλέποντας πόσο νευριασμένος φαινόταν ο πατέρας του Έρικ.

"Δεν τους καλύπτουμε." είπε η Ζωή κοιτάζοντας τον Ίθαν ο οποίος γελούσε νευρικά με την κατάσταση. Γύρισε απότομα την πλάτη της σε όλους μας και βγήκε από την αίθουσα συνεδριάσεων με νευριασμένο και γρήγορο βήμα βγάζοντας μία κραυγή εκνευρισμού. 

Τέλεια, τώρα ήμουν ολομόναχη με αυτούς. 

Περπάτησα προς το τραπέζι με αργά και σιωπηλά βήματα. Τράβηξα μία από τις καρέκλες και έκατσα σε αυτή. 

"Ίθαν, τι έχεις να πεις για να δικαιολογήσεις τον εαυτό σου;" τον ρώτησε ο θείος του κοιτάζοντας τον αποδοκιμαστικά.

"Εγώ να δικαιολογηθώ; Είσαι σοβαρός;" τον ρώτησε συνεχίζοντας να γελάει. 

"Θα μου δείχνεις σεβασμό, κατάλαβες; Εδώ μέσα δεν είμαι ο θείος σου, είμαι το αφεντικό σου και ο Έρικ ο διάδοχος μου στην εταιρία. Τον αντίστοιχο σεβασμό θα δείχνεις σε αυτόν." βάρεσε με δύναμη το τραπέζι με το χέρι του τρομάζοντας εμένα και τον Σεθ Χέιλ που καθόμασταν κοντά στο τραπέζι. 

"Εγώ να δείξω σεβασμό; Μάθε στο γιο σου να μην λέει πολλά και να μην σχολιάζει όσα δεν τον αφορούν και μετά μίλα μου εμένα για σεβασμό." απάντησε ο Ίθαν καγχάζοντας. 

"Βγες έξω." του είπε απότομα και ο Ίθαν σταμάτησε να γελάει απότομα.

"Τι;" ο Ίθαν τον κοίταξε με απορία και αμέσως μετά έκανε έναν μορφασμό. Έδειχνε να καταλαβαίνει τι συνέβαινε, κάτι που εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω.

"Νομίζω είναι ώρα να γυρίσεις στην Ελλάδα." συνέχισε ο Σεμπάστιαν Κάρντι και κράτησα την αναπνοή μου από το άγχος περιμένοντας να ακούσω την συνέχεια. "Δεν χρειαζόμαστε τις υπηρεσίες σου στην εταιρία πλέον, μπορείς να φύγεις." 

Τον έδιωχνε από την εταιρία; Αυτό συνέβαινε; Για έναν καβγά με τον Έρικ, από τον ο οποίο ο Έρικ θα έβγαινε καθαρός, ο Ίθαν θα πλήρωνε όλα τα σπασμένα.

"Κύριε, ο Ίθαν δεν ευθύνεται για όλο αυτό." επενέβη ο Σεθ και ένιωσα ένα κύμα ανακούφισης.

"Καλύτερα να μην συνεχίσετε την ένσταση σας κύριε Χέιλ, για να μην χρειαστεί να μαζέψετε και εσείς τα πράγματα σας από την εταιρία και να γυρίσετε στην Ελλάδα μαζί με τον φίλο σας." είπε ο κύριος Κάρντι και έκπληκτη τον κοίταξα με γουρλωμένα μάτια. 

Έτσι θα είναι τα πράγματα εδώ από εδώ και πέρα; Αν αυτός είναι ο τρόπος που λειτουργεί ο Σεμπάστιαν Κάρντι, πως θα μπορούσα εγώ να επιβιώσω σε αυτό το κλίμα που θα επικρατεί εδώ μέσα; 

Ο Σεθ κοίταξε το πάτωμα ψιθυρίζοντας κάτι νευριασμένος, πιθανότατα βρισιές που δεν του επιτρεπόταν να πει δυνατά. Ο πατέρας του Έρικ από πάνω του τον κοιτούσε υπεροπτικά ευχαριστημένος με την νίκη του.

"Δεν πειράζει Σεθ, δεν αξίζει." είπε ο Ίθαν περπατώντας με αποφασιστικότητα προς τον θείο του. Κούνησε το κεφάλι του απαξιωτικά και περπατώντας με γρήγορα βήματα βγήκε από την πόρτα. "Όπως επιθυμείτε λοιπόν, κύριε Κάρντι." είπε όταν έβγαινε από την αίθουσα.

"Έχει κανείς άλλος να φέρει αντιρρήσεις σήμερα;" είπε κοιτάζοντας εμένα επίμονα. Έμεινα ακίνητη να τον κοιτάω ανέκφραστη. Δεν ήξερα τι είχε γίνει, έτσι δεν μπορούσα να εμπλακώ παραπάνω. Κάτι μου έλεγε όμως πως πράγματι ο Έρικ ήταν πραγματικά υπεύθυνος για την όλη κατάσταση. Μόνο το χαμόγελο που είχε όταν μπήκε μέσα στην αίθουσα ο πατέρας του για εμένα αποκάλυπτε πολλά. 

"Πήγαινε να καθαρίσεις τον εαυτό σου." είπε στον γιο του. "Έχεις τα χάλια σου." βγήκε από την αίθουσα χτυπώντας απότομα την πόρτα πίσω του. "Το συμβούλιο θα αναβληθεί για την επόμενη εβδομάδα. Παρακαλώ να παρευρεθείτε όλοι." ήταν οι τελευταίες λέξεις του.

Κανείς μας δεν κουνήθηκε. Ακόμα και ο Έρικ κοιτούσε σκεπτικός το πάτωμα. Ο Σεθ φαινόταν οργισμένος, λογικά για το γεγονός ότι δεν αντέδρασε όπως έπρεπε για να υπερασπιστεί τον Ίθαν. Φαινόταν πως ήθελε να πει κάτι καθώς κοιτούσε τον Έρικ, αλλά το μόνο που έκανε μετά από λίγα λεπτά ήταν να σηκωθεί, να κοιτάξει επικριτικά τον Έρικ, να φτύσει στα πόδια του και να φύγει προς την πόρτα λέγοντας: "Δεν έχεις τσίπα τελικά."

Αυτομάτως σηκώθηκα και εγώ. Δεν ήθελα να μείνω μόνη στην αίθουσα με τον Έρικ. Βγήκα από την αίθουσα αμέσως μετά τον Σεθ και μπήκα στο γραφείο μου κλείνοντας την πόρτα πίσω μου. 

Θα έφευγε πράγματι ο Ίθαν; Μήπως αυτή ήταν η τελευταία φορά που θα τον έβλεπα και δεν την εκμεταλλεύτηκα όπως έπρεπε; 

Έπρεπε να μιλήσω και εγώ, να φέρω και εγώ αντίρρηση στην απόφαση του. Τώρα που το σκεφτόμουν καλύτερα δεν με ένοιαζε αν θα με έπαιρνε και εμένα η μπάλα. Εγώ και ο πατέρας μου κατέχουμε ένα μέρος της εταιρίας, ίσως όχι μεγάλο, αλλά ένα μερίδιο αρκετά ισχυρό για να εκφράζουμε την γνώμη μας και να έχει ισχύ στα αποτελέσματα και στις αποφάσεις. 

"Ανάθεμα." φώναξα και χτύπησα με την μπουνιά μου τον τοίχο." ήξερα ότι αυτό θα πονούσε μετά αλλά εκείνη την ώρα δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία.

Έστειλα μήνυμα στον κύριο Ζέλινγκ σε δέκα λεπτά να είναι κάτω από την εταιρία. Δεν είχα άλλη δουλειά εδώ μέσα σήμερα και σίγουρα δεν ήθελα να περάσω ούτε μισή ώρα παραπάνω μέσα σε αυτό το κτήριο. 

Πήρα τα πράγματα μου και με αργό βήμα μπήκα στο ασανσέρ, επιτέλους ολομόναχη και χωρίς απρόοπτες συναντήσεις. Έφτασα στην είσοδο χαιρετώντας για άλλη μία φορά την ρεσεψιονίστ. Βγήκα από το κτήριο βλέποντας πως ο κύριος Ζέλινγκ με περίμενε ήδη με την πόρτα του αυτοκινήτου ανοιχτή. 

"Που πάμε δεσποινίς;" με ρώτησε.

"Σπίτι, κύριε Ζέλινγκ, σπίτι." είπε ακουμπώντας το κεφάλι μου στο κάθισμα κλείνοντας τα μάτια μου.

"Μάλιστα." είπε και ξεκίνησε το αμάξι. 

Φτάσαμε έξω από το σπίτι και μου μίλησε με απαλή φωνή για να βεβαιωθεί πως δεν κοιμόμουν. Ήμουν απολύτως ξύπνια, αλλά ο πονοκέφαλος που είχα με έκανε να νιώθω πως ο ύπνος που έκανα δεν με είχε βοηθήσει και πολύ. 

"Καλό βράδυ κύριε Ζέλινγκ, δεν θα σας ενοχλήσω άλλο σήμερα." του είπα και έκανα να βγω από το αμάξι. 

"Δεν με ενοχλείτε δεσποινίς, κάθε άλλο. Χρειάζεστε βοήθεια; Φαίνεστε κουρασμένη." η φωνή του εξέφραζε ανησυχία και ενδιαφέρον και αυτό με έκανε να χαμογελάσω.

"Πιστεύω θα τα καταφέρω, σας ευχαριστώ όμως." βγήκα από το αμάξι και μπήκα μέσα στον ουρανοξύστη. 

Και τι δεν θα έδινα για μία ζεστή σοκολάτα με μαρσμέλοους τώρα. Μία σοκολάτα και ένα χάπι για τον πονοκέφαλο. Κάλεσα το ασανσέρ και περίμενα με υπομονή. Μπήκα μέσα και πάτησα το κουμπί του ορόφου μου. Αν και κάθε διαμέρισμα στον ουρανοξύστη ήταν ενοικιασμένο, σπάνια συναντούσα κόσμο που να έμενε εδώ. Μέσα στο διάστημα που είχα ζήσει εδώ είχα πετύχει με το ζόρι πέντε άτομα που ζούσαν εδώ.

Καθώς ανέβαινε το ασανσέρ αφαίρεσα τις μπότες μου και τις κράτησα στο χέρι αφήνοντας έναν ήχο ευχαρίστησης όταν ακούμπησα τα πόδια μου στο πάτωμα. Περπάτησα στον διάδρομο ελπίζοντας πως η Έλεν θα είχε σκεφτεί να φτιάξει σοκολάτα, έστω και σπιτική, για να έπινα τώρα το ποτήρι σχεδόν μονορούφι. 

Έβαλα το κλειδί στην πόρτα και την άνοιξα περιμένοντας την αγκαλιά της φίλης μου. Τίποτα. Καμία κίνηση, ούτε καν φωνή καλωσορίσματος. Δεν ήταν τόσο ήρεμη η Έλεν, γιατί ήταν τώρα;

"Έλεν, είσαι εδώ;" φώναξα καθώς έκλεινα την πόρτα.

"Η Έλεν είναι στο διαμέρισμα της, με άφησε να μπω μέσα πριν ένα δεκάλεπτο, ίσως εικοσάλεπτο." ακούστηκε μία αντρική φωνή από τον καναπέ μου.

"Ίθαν; Τι στο καλό κάνεις εδώ;" καθόταν καμπουριασμένος στον καναπέ με τους αγκώνες του στερεωμένους στα γόνατα του. Φαινόταν σκεπτικός και σχεδόν τρομακτικός από το κενό του βλέμμα. "Μπορούσες να ανάψεις κάποιο φως ξέρεις." πάτησα τον διακόπτη και τα φώτα του σαλονιού άνοιξαν απότομα. 

"Ήρθα να σε χαιρετήσω." είπε και ένιωσα τα μάτια μου να βουρκώνουν. Δεν μπορώ να πω ότι είχα συνειδητοποιήσει ακόμα για ποιο πράγμα μιλούσε.

"Να με χαιρετήσεις;" ρώτησα ακουμπώντας την πλάτη μου στη πόρτα.

"Φεύγω για Αθήνα σε δύο ώρες, Ελβίρα. Έχω μία πτήση στο αεροδρόμιο LaGuardia. Δεν θα έφευγα χωρίς να σε χαιρετήσω." είπε χωρίς να σηκώσει το βλέμμα του. 

"Και θα φύγεις έτσι απλά;" τον ρώτησα γελώντας. "Σαν δειλός, για άλλη μία φορά."

Ο Ίθαν σηκώθηκε αργά από τον καναπέ και με κοίταξε. "Ο θείος μου έκλεισε την πτήση πριν προλάβω να κάνω το οτιδήποτε. Μπλόκαρε τους λογαριασμούς μου, όλα. Για κάποιο λόγο θέλει να με διώξει από την χώρα επειγόντως." 

"Δικαιολογίες Ίθαν. Δεν χρειαζόταν καν να έρθεις να με δεις, δεν έχεις να πεις κάτι παραπάνω και ούτε εγώ έχω να πω κάτι." Τον κοίταζα επίμονα και από την μία ήθελα να τον χαστουκίσω, από την άλλη ήθελα να τον φιλήσω. Με πλησίασε με αργά βήματα και εγώ του έκανα χώρο για να έχει πρόσβαση στην πόρτα. 

Έφερε το χέρι του στον σβέρκο μου και έφερε τα χείλη του στο μέτωπο μου. Έμεινε εκεί ακίνητος για λίγο. Τον ένιωθα να τρέμει.

"Πάλι τα ίδια, έτσι; Όπως το καλοκαίρι. Με φιλάς στο κούτελο λέγοντας πως δεν νιώθεις για εμένα όσα ένιωθες παλιά, κλείνω τα μάτια μου και φεύγεις χωρίς να χρειαστεί να με κοιτάξεις στα μάτια. Φεύγεις για άλλη μία φορά με τον ίδιο τρόπο." του είπα χωρίς να κουνηθώ από την στάση μας. Δεν ήθελα να πάρει το χέρι του ούτε τα χείλη του από πάνω μου. 

"Δεν είναι το ίδιο Ελβίρα." μου είπε και με ελευθέρωσε από το άγγιγμα του προς μεγάλου μου δυσαρέσκεια.

"Πως είναι διαφορετικό Ίθαν;" τον ρώτησα σταυρώνοντας τα χέρια μου στο στήθος μου.

"Δεν κρύβομαι άλλο, βαρέθηκα να προσποιούμαι." είπε και με έπιασε από τον καρπό φέρνοντας με πάλι στην αγκαλιά του. Τα χείλη του συνάντησαν τα δικά μου σε ένα απαλό φιλί που στην συνέχεια έγινε πιο βαθύ και πιο παθιασμένο. Τα χέρια του έμειναν στο πρόσωπο μου, δε προχώρησαν στο σώμα μου. Απλά με κρατούσε κοντά του επίμονα.

Απομακρύνθηκα απότομα και με το ένα μου χέρι κράτησα το πρόσωπο του ώστε να κοιτάει το δικό μου. "Δεν την πατάω πάλι." είπα με σφιγμένα δόντια. 

 "Σε αγαπάω." είπε κοιτάζοντας με στα μάτια. "Αυτό ήθελα να πω μόνο. Σε αγαπάω."

Ένιωσα το σώμα μου να μουδιάζει ολόκληρο. Έμοιαζε τόσο ειλικρινείς, τόσο αληθινός που ήθελα πάρα πολύ να τον πιστέψω. Άφησα το χέρι μου να πέσει και να τον αφήσει ελεύθερο. Δάκρυα έκαναν την εμφάνιση του και προσπάθησα να τα κρατήσω ανοιγοκλείνοντας τα μάτια μου. Με το δάχτυλο του σκούπισα τα λίγα δάκρυα που έπεσαν στα μάγουλα μου. 

Χαμογέλασε ελάχιστα και έφυγε από μπροστά μου μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, ανοίγοντας την πόρτα και κλείνοντας την πίσω του. 

Κούνησα το κεφάλι μου για να μπορέσω να συνέλθω από αυτά που είχαν μόλις γίνει. Έφευγε ο Ίθαν. Έφευγε αυτή τη στιγμή. Μπορεί να μην τον ξαναέβλεπα. Τις ίδιες σκέψεις έκανα πριν αλλά και πάλι άπραγη έμεινα τώρα.

Άνοιξα την πόρτα μου απότομα για να τον δω, να του μιλήσω. Ήλπιζα πως θα περίμενε να βγω από το διαμέρισμα. Ότι θα άνοιγα την πόρτα και θα τον έβλεπα με τα χέρια σταυρωμένα να με κοιτάει ειρωνικά και να μου έλεγε πως άργησα.

Αυτό που αντίκρισα όμως με πόνεσε πολύ περισσότερο. Είδα την πόρτα του ασανσέρ να κλείνει με εκείνον να μου έχει γυρισμένη την πλάτη.

"Ίθαν περίμενε." φώναξα αλλά ήξερα πως δεν με άκουγε. 

Έτρεξα στις σκάλες. Ξεκίνησα να κατεβαίνω τους ορόφους τρέχοντας ελπίζοντας πως κάποιος θα σταματήσει το ασανσέρ και θα τον κάνει να αργήσει, πως κάθε όροφος που θα κατέβαινα θα αντιστοιχούσε σε έναν όροφο που θα κατέβαινε το ασανσέρ και θα συναντιόμασταν στην είσοδο σαν σε μία ρομαντική κομεντί. 

Λαχανιασμένη και πονεμένη έφτασα στην είσοδο.

"Πέρασε από εδώ ένας ψηλός άντρας γύρω στα τριάντα, ξανθός με γαλανά μάτια; Αρκετά γυμνασμένος." της ρώτησα απεγνωσμένη.

Μου έδειξε με το χέρι της το λευκό αμάξι έξω από την είσοδο. Το αμάξι του Ίθαν. Τώρα έμπαινε μέσα στην κίνηση με τα υπόλοιπα αμάξια.

Βγήκα έξω τρέχοντας γρατζουνώντας τις πατούσες μου με ότι υπήρχε στον δρόμο. Αγνόησα τον πόνο και τις γραμμές αίματος που άφηνα πίσω μου.

"Ίθαν περίμενε." φώναξα αλλά ακόμα δεν με άκουγε. 

Δεν είχαν προλάβει να του πω ότι και εγώ τον αγαπάω. Να προσπαθήσω να τον κρατήσω εδώ μαζί μου. Να τον έχω δίπλα μου πάλι. Ήθελα να αφήσω τους εγωισμούς και πράγματι θα το έκανα. Αλλά δεν πρόλαβα, για λίγα δευτερόλεπτα δεν πρόλαβα. Μόνο εκείνη τη στιγμή που ήμασταν μπροστά στην πόρτα μου να του έλεγα την αλήθεια, μόνο να συνερχόμουν λίγα δευτερόλεπτα νωρίτερα. Τώρα δεν θα ήταν μέσα στο αμάξι για το αεροδρόμιο, δεν θα γυρνούσε στην Αθήνα μόνος. 

Για άλλη μία φορά τον έχανα και αυτή τη φορά ήταν δικό μου το λάθος.

Continue Reading

You'll Also Like

5.4K 570 34
Η ιστορία της Ισμήνης και του Στράτου συνεχίζεται, με τους δύο ήρωες να δέχονται ακόμα περισσότερες προκλήσεις. Εκείνη παλεύει να κρατήσει καθαρό τον...
1.3M 81.8K 97
"Τώρα γιατί το έκανες αυτό;" "Γιατί μόνο εγώ θα βλέπω τις sexy φώτο σου και το tattoo σου! Και κάποια στιγμή θα πηδιόμαστε όντως όπως έλεγα και στον...
41.2K 3.7K 52
Ας παίξουμε ένα παιχνίδι 3 άτομα, 1 όπλο Ποιός θα είναι ο πρώτος που θα δεχτεί την σφαίρα στο κεφάλι; Ποιος θα είναι εκείνος που θα καταλήξει γεμάτος...
397K 19K 70
"Κλείσε τα μάτια σου" μου λέει στο άσχετο και πλέον ήρεμος. Προσπαθώ να χαλαρώσω τις ανάσες μου από την ένταση της στιγμής. "Τι;" τον ρωτάω στην προσ...