κεφάλαιο 13

508 75 10
                                    

Έκοψε ταχύτητα και σταμάτησε λίγο πριν φτάσει στην γέφυρα. Κατέβηκε αργά από την μηχανή και κοίταξε προς την πλευρά της κοπέλας. Ίσως να μην ήταν εκείνη. Ίσως να είχε κάνει λάθος, μα δεν θα μάθαινε εάν δεν πλησίαζε. Παράτησε την μηχανή στην άκρη του δρόμου, και με βήμα αργό πλησίασε τα σκαλιά. Η βροχή έκανε την προσπάθειά του πιο δύσκολη, ο κακός φωτισμός επίσης, μα δεν παραιτήθηκε, δεν έκανε πίσω. Ανέβηκε στην κορυφή της πεζογέφυρας και κοίταξε την κοπέλα που βρισκόταν μερικά μέτρα πιο κάτω από εκείνον. Η ανάσα του στάθηκε στο λαιμό. Η καρδιά του σφυροκοπούσε στο στήθος του, και τα δάκρυα από τα μάτια του ανακατεύτηκαν με τις στάλες τις βροχής. Ήταν δάκρυα χαράς. Την είχε βρει, και ήταν ζωντανή. Τα μαλλιά της... ναι... τα μαύρα μακριά μαλλιά της ανέμιζαν στον αέρα, παρόλο που η βροχή τα είχε κάνει μούσκεμα. Ήταν σκυφτή, ακουμπισμένη στα κάγκελα, να κοιτάει τα αμάξια που περνούσαν. Φαινόταν να μην την ενοχλεί τίποτα απολύτως, απορροφημένη εντελώς από την κίνηση στο δρόμο.

Ο Χρήστος κράτησε την ανάσα του. Μια λάθος κίνηση και ίσως όλα να τελείωναν.

Μα δεν είχε σκοπό να χάσει. Θα της έσωζε την ζωή! Τώρα που την βρήκε θα έδινε και την ζωή του για να την κρατήσει ασφαλή!

Την πλησίασε με βήμα αργό, μέχρι που βρέθηκε μόλις λίγα μέτρα μακριά της. Έψαχνε μια λέξη... κάτι να της πει, κάπως να την προσεγγίσει χωρίς να την τρομάξει, μα δεν έβρισκε τον τρόπο.

Πήρε βαθιά ανάσα...

«Είσαι καλά;» η φωνή του ακούστηκε περίεργη στα αυτιά του μα εκείνη δεν κούνησε ούτε το κεφάλι της.

«Έι, είσαι καλά;» ρώτησε ξανά με περισσότερη ένταση αυτή τη φορά.

Την είδε να γυρνάει αργά το κεφάλι της προς την πλευρά του, και ένιωσε να παγώνει ο κόσμος γύρω του. Απόλυτη ησυχία... το απόλυτο μαύρο, μέχρι που δύο μπλε μάτια στράφηκαν σε αυτόν. Δυο πανέμορφα μπλε μάτια που τον κοιτούσαν επιφυλακτικά, με τον φόβο φωλιασμένο μέσα τους, υγρά μα χωρίς να χάνουν λεπτό την λάμψη τους, τον μαγνήτισαν στην στιγμή.

Τούφες από τα μαλλιά της ήταν κολλημένα στο πρόσωπό της, τα μάτια της γυάλιζαν μέσα στην νύχτα, και τα χείλη της μισάνοιχτα, έτρεμαν από τον φόβο και το κρύο.

Ο Χρήστος έκανε ένα ακόμα βήμα προς εκείνη. Ένα διστακτικό βήμα, μα ήταν αποφασισμένος εκείνο το βράδυ. Ήταν αποφασισμένος να σώσει την ζωή της γυναίκας που αγαπούσε!

Το κορίτσι του ημερολογίουΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα