Βιασου

41 4 0
                                    


38 ώρες πριν την εξαφάνιση

Ο δείκτης του ρολογιού πάνω από την πόρτα του δωματίου μου δείχνει 7 το πρωί.
Το βράδυ πέρασε γρηγορα με εμένα να κάθομαι στο κρεβάτι και να σκέφτομαι πάλι εκείνο το αγόρι.

Γιατί από την στιγμή που έκατσε δίπλα μου  δεν έχει φύγει από το μυαλό μου ;

Γιατί νιώθω πως δεν είναι η πρώτη φορά που τον βλέπω;

Βαθιά μέσα μου έχω μια διαισθηση ότι έχουμε ξαναγνωριστει , ότι τον ξέρω αλλά όσο και αν προσπαθώ να θυμηθώ από που δεν τα καταφέρνω.
Άλλωστε δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία αφού δεν πρόκειται να τον ξαναδώ.

Κατεβαίνω στην κουζίνα και ετοιμάζω έναν καφέ σκέτο.

Η μαμά μου δεν είναι σπίτι, ούτε εχθές ήταν. Χρειάζεται να κάνει και πρωινές και  νυχτερινες βαρδιες στο νοσοκομείο που δουλεύει ώστε να μας συντηρει τώρα που το εισοδημα μας είναι μόνο ένα, είπε.

Αποφασίζω να κάνω μερικές δουλειές στο σπίτι μιας που δεν θα ξαναπάω σχολείο. Να συνεισφέρω και εγώ κάπως στην οικογένεια.

Κατευθυνομαι στο δωμάτιο μου πάλι. Στρώνω το κρεβάτι μου , τακτοποιω καποια πεταμένα ρούχα και ξεσκονιζω την βιβλιοθήκη μου . Ξαφνικά το μάτι μου πέφτει πάνω στην κούτα.

Βρίσκεται σκονισμενη στο τελευταίο ράφι της βιβλιοθήκης. Φοβάμαι να την ανοίξω. Είναι το μόνο που μου έχει απομείνει από τον πατέρα μου . Η μαμά μου πέταξε όλα του τα πράγματα μετά τον θάνατο του καθώς δεν αντεχε να τα βλέπει καθημερινά. Της τον θυμιζαν...

Αντιθετα εγώ τα κρατησα όλα... κάθε δωρο που μου είχε κάνει, κάθε μας φωτογραφία, κάθε του ρολόι...

Όλα βρίσκονται μέσα σε αυτή την κούτα που τώρα τελευταία τρέμω και μόνο στην ιδέα να την ανοίξω.

Ο ήχος του κουδουνιου με βγάζει από τις σκέψεις μου.

Κατευθύνομαι περίεργη προς την πόρτα

Ποιος μπορεί να είναι τέτοια ώρα ;

Το κουδούνι ξαναχτυπά.

-Ποιος είναι;
Λέω σιγανα

-Άνοιξε μου Κέιτλιν

Αυτή η φωνή είναι γνωριμη στα αυτιά μου. Αποκλείεται σκέφτομαι...

Ανοίγω την πόρτα διστακτικα και τότε τον βλέπω. Το αγόρι με τα γαλάζια ματιά...

-Τ-τι κάνεις εσύ εδώ;

Η ΕξαφανισηΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα