Κεφάλαιο 20

87 7 1
                                    

   


    Σταμάτησε το αυτοκίνητο έξω απ' το σπίτι του και κατεβήκαμε σχεδόν τρέχοντας. Μόλις έκλεισε την πόρτα της εισόδου, με έσυρε κυριολεκτικά μέχρι το εσωτερικό.
   Η πλάτη μου προσέκρουσε στον τοίχο πίσω μου και ο Λευτέρης μου έκλεισε ξανά το στόμα με ένα φιλί. Σφάλισα τα μάτια μου απολαμβάνοντας κάθε του χάδι, κάθε του φιλί και άγγιγμα.
   Ξεκλείδωσε την πόρτα του διαμερίσματος με αδημονία, ενώ δεν με άφηνε στιγμή απ' τα χέρια του, λες και φοβόταν ότι θα φύγω.
   Γέλασα μέσα στο φιλί μας και αποτραβήχτηκε απορημένος από κοντά μου. Για λίγο, κοιταζόμασταν βαθιά στα μάτια, σαν να προσπαθούσε ο ένας να διαβάσει την ψυχή του άλλου. Ήμασταν τόσο κοντά, που έβλεπα πεντακάθαρα κάθε του χαρακτηριστικό. Τα μάτια του λαμπύριζαν επικίνδυνα, ανάβοντας φωτιές μέσα μου. Το χέρι μου, έχοντας δική του βούληση, χάιδεψε το αξύριστο μάγουλό του. Μια ανυπέρβλητη θλίψη με διακατείχε τη δεδομένη στιγμή.
   Δεν ήξερα τι απ' όλα με στεναχωρούσε περισσότερο... Το αδιέξοδο που είχαμε βρεθεί εγώ και η οικογένειά μου; Το ποσό μάταιο ήταν να ενώσουμε δύο οικογένειες-αιώνιους εχθρούς; Το ότι η παραμονή μου στα Χανιά είχε ημερομηνία λήξης, άρα και... Ο έρωτας μου μαζί του;
   Έπρεπε να φανώ δυνατή για χίλιους δύο λόγους. Έπρεπε να κρατήσω κάτι, ένα κομμάτι μου ίσως ανεπηρέαστο και μόνο για μένα, προκειμένου να μην πονέσω περισσότερο στο μέλλον.
   "Μπορούμε να κοιμηθούμε, αν θέλεις" σαν να κατάλαβε τους ενδοιασμούς μου, ο Λευτέρης πρότεινε μια εναλλακτική. "Μόνο" ξεκαθάρισε.
    Ένευσα καταφατικά, χαμογελώντας του θλιμμένα. Στη στιγμή, με τράβηξε μέχρι το υπνοδωμάτιό του και άρχισε να ξεντύνεται.
   Απ' την άλλη, εγώ... Έμενα μαρμαρωμένη στην άκρη του δωματίου, με τα χέρια περασμένα γύρω απ' το στομάχι μου.
    Μόλις έβγαλε και το παντελόνι του, γύρισε προς το μέρος μου. Χαμογέλασε απαλά, ενώ κινήθηκε προς το μέρος μου. Με έκλεισε στην αγκαλιά του, την ώρα που οι πρώτοι μου λυγμοί έκαναν την εμφάνισή τους.
    "Ησύχασε, μωρό μου..." Τα χέρια του χάιδευαν στωικά την πλάτη μου. "Όλα θα πάνε καλά. Ξέσπασε..."
    Δε μπορούσα να σταματήσω τα δάκρυα που έρεαν ακατάπαυστα απ' τα μάτια μου. Όλη η συναισθηματική φόρτιση των τελευταίων ημερών βρήκε δίοδο να εξέλθει στην αγκαλιά του. Αρκετή ώρα αργότερα, ενώ θρηνούσα ακόμη για όλες τις φορές που πληγώθηκα και που τα πράγματα δεν πήγαν καλά, ένιωσα ένα χέρι να με τραβάει προς την άκρη του κρεβατιού.
    Με έβαλε να καθίσω και πήρε στα χέρια του το πρόσωπό μου. Η όραση μου ήταν θολή απ' τα δάκρυα και δε μπορούσα να εστιάσω καλά στο χώρο γύρω μου. Παρόλα αυτά, έβλεπα πεντακάθαρα τα δύο μάτια που είχα τόσο ανάγκη. Του ανθρώπου που ήμουν βαθιά, αληθινά και αθεράπευτα ερωτευμένη.
    Με τους αντίχειρες του σκούπισε τα εναπομείναντα δάκρυα και μου φίλησε εναλλάξ τα μάτια. Χαμογέλασα κλαίγοντας ακόμη και πέρασα τα χέρια μου γύρω απ' τον λαιμό του, τραβώντας τον όσο το δυνατόν πιο κοντά μου.
   Όταν πια τα δάκρυα στέρευσαν, τον άκουσα να αναστενάζει από ανακούφιση. Τον έσφιξα πάνω μου και έχωσα το κεφάλι μου στην καμπύλη του λαιμού του. Εναπόθεσα ένα μικρό φιλί και ψέλλισα ένα ξεψυχισμένο "ευχαριστώ".
    "Για τι πράγμα;" Με κοίταξε με στενεμμένα μάτια.
    "Για όλα... Που με ανέχεσαι, που προσπαθείς, που..."
    "Αγγελική!" Με έκοψε γελώντας. "Δεν είναι δυνατόν να μου ζητάς ευχαριστώ για αυτά τα πράγματα. Θέλω και τα κάνω. Και θα κάνω κι ακόμα περισσότερα αν χρειαστεί. Μόνο, σε παρακαλώ πολύ, μην κλαις κορίτσι μου πανέμορφο... Δεν μπορώ να σε βλέπω να υποφέρεις και να ξέρω ότι δεν μπορώ να κάνω κάτι".
    "Μα κάνεις! Και μόνο που είσαι εδώ και με κρατάς αγκαλιά, μου αρκεί και μου περισσεύει" Κατέβασα τα μάτια μου ντροπαλά προς τα χείλη του, γλύφοντας ελάχιστα τα δικά μου. "Και θα γίνω ακόμα καλύτερα, αν με φιλήσεις".
   Δεν έχασε χρόνο. Το φιλί του αυτή τη φορά ήταν διαφορετικό. Σαν να φοβόταν ότι θα σπάσω και ότι θα τον αφήσω ταυτόχρονα. Σαν να τον έπνιγε και εκείνον η αδιέξοδη κατάσταση στην οποία είχα βρεθεί και η θλίψη μου να είχε περάσει και στη δική του καρδιά. Εκείνος, πλέον, λειτούργούσε σαν το γιατρικό μου, σαν βάλσαμο στην πληγωμένη μου καρδιά.
   Με έριξε απαλά στο κρεβάτι πίσω μου και μου έδωσε ένα τελευταίο φιλί πριν με αφήσει.
    "Ώρα για ύπνο, μικρή" βολεύτηκε δίπλα μου και με τράβηξε στην αγκαλιά του.
    "Μισό λεπτό να ... Ξεντυθώ" δάγκωσα τα χείλη μου νευρικά.
    Το βλέμμα του φώναζε "μην τολμήσεις", μα δεν τον άκουσα. Έβγαλα το σορτσάκι που φορούσα και γύρισα προς το μέρος του.
    "Έχεις να μου δανείσεις μια μπλούζα;" Ρώτησα προκλητικά, ανακτώντας την χαμένη μου διάθεση.
    Κούνησε το κεφάλι με νόημα και μουρμούρισε κάτι σαν... "Μπλούζα θες ε; Θα τις κάψω όλες γαμώτο, να δούμε τι θα φορέσεις μετά...", Ενώ σηκωνόταν και έψαχνε ανάμεσα στα συρτάρια.
    "Σε άκουσα!"
    "Γι'αυτό το είπα δυνατά!" Μου πέταξε μια μαύρη μπλούζα, που κάλλιστα θα μπορούσα να την φορέσω και ως φόρεμα.
    Γύρισα την πλάτη μου προς το μέρος του, έβγαλα την δική μου μπλούζα, το πάνω μέρος απ' το μαγιό μου και φόρεσα αυτή που μου έδωσε.
    "Έτοιμη για ύπνο!" Αναφώνησα ενθουσιασμένη και στράφηκα προς το μέρος του.
    "Ναι, ουυυ, εγώ να δεις!" Το σαγόνι του συσπάστηκε βίαια και ξάπλωσε έξαλλος στο κρεβάτι.
    Γέλασα άηχα, ευχαριστημένη με την αντίδραση του και βολεύτηκα μέσα στην αγκαλιά του. Εναπόθεσα ένα φιλί στο δυνατό στέρνο του κι εκείνος αναστέναξε.
    "Τι σε βασανίζει και βαριαναστενάζεις;" Έριξα κι άλλο λάδι στην φωτιά, προσπαθώντας να κρατήσω το σοβαρό μου ύφος.
    "Εσύ με βασανίζεις! Κοιμήσου τώρα!" Μου έδωσε ένα ρουφηχτό φιλί και με κόλλησε πάνω του.
    Ήταν ο πιο γλυκός ύπνος που είχα κάνει ποτέ μου...
   

Ο παράδεισός μουΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα