Αλλά κλασσικά η Εύα είπε και στα αγόρια να έρθουν μαζί μας.
Θέλει τον Άλεξ μαζί, είναι περίπου ένα χρόνο ζευγάρι, δεν λέω τον συμπαθώ.

Απλά ο κολλητός του, ο Στέφανος. Πως να το πω ευγενικά;
Είναι ανώμαλος; Ηλίθιος; Αμυαλος;
Πρόστυχος και ταυτόχρονα τόσο εκνευριστικος; Ναι, όλα αυτά και πολλά περισσότερα.

Με εκνευρίζει απίστευτα, κάθε φορά με βγάζει έξω από τα ρούχα μου.
Θέλω να πάρω ένα βάζο και να το σπάσω στο κεφάλι του, για να αποκαλυφθεί πως τελικά δεν έχει μυαλό. Τρελές φαντασιώσεις...

«Λοιπόν φεύγω»
Σηκώνομαι και χαιρετάω την οικογένεια μου.

«Να προσέχεις»
Φωνάζει η μητέρα μου και εγώ της γνεφω απλά.

«Πάνω στην ώρα»
Χαμογελάει η Εύα και την αγνοώ, πέφτοντας πάνω στην Δάφνη για να της ευχηθώ.

«Χρόνια πολλαα, να τα εκατοστησεις, σ'αγαπάω πολυ»
Της λέω και εκείνη γελάει ευχαριστώντας με.

Φτάνουμε στην στάση για να πάρουμε το λεωφορείο.
Βλέπουμε το λεωφορείο να έρχεται οπότε αρχίζουμε να τρέχουμε προς εκεί, μπαίνοντας μέσα.
Και μαντέψτε ποιους βλέπουμε, όχι μαντέψτε.

Μπράβο, καλά μαντέψατε.
Τον Στέφανο και τον Άλεξ.

«Μωρό μου;»
Λέει ο Άλεξ και πλησιάζει την Εύα, και από πίσω του ακολουθεί ο Στέφανος.

«Που πάτε;»
Την ρωτάω και την αγκαλιάζει φιλώντας την.

«Για ψώνια, θα έρθετε μαζί μας;»
Λέει εκείνη, και εγώ την βρίζω από μέσα μου. Γιατί να το πει αυτό;

Τέλεια.
Να σημειωθεί η ειρωνια παρακαλώ.

«Φαίδρα, πως και από τα μέρη μας;»
Με ειρωνεύεται ο Στέφανος, και τείνει το χέρι του προς εμένα για να τον χαιρετήσω.

Δεν υπάρχει περίπτωση.
Το αγνοώ επιδεικτικά χαμογελώντας του ειρωνικά, αλλά δεν φαίνεται να πτοείται.

«Θα περάσουμε πολύ ωραία απόψε»
Δηλώνει κλείνοντας μου το μάτι.
Στριφογυρίζω τα μάτια μου.

«Σωστά, κάποια θα βρεις να πηδήξεις, καλά θα περάσεις»
Χτυπάω τον ώμο του και κάθομαι σε μια μονή θέση στο λεωφορείο, εφόσον τα κορίτσια μιλούν με τον Άλεξ.

«Μπορείς να είσαι εσύ αυτή αν θέλεις» Με πλησιάζει και στέκεται απέναντι μου.

Αυτό θέλει έτσι και αλλιώς, να με προσθέσει στην λίστα με αυτές που έχει πηδήξει.

MINE? [✓]Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα