11

250 54 9
                                    

Όταν έφτασε τελικά στο σπίτι το αίσθημα της πείνας και της κούρασης είχε αυξηθεί. Εκείνη η μέρα του είχε φανεί τεράστια κι όχι αδικαιολόγητα. Είχε ακούσει ένα σωρό ανθρώπους να μιλάνε, παρουσιάζοντας ο καθένας τη δική του εκδοχή για τα γεγονότα της ζωής αυτής της κοπέλας. Επίσης είχε προσπαθήσει να μιλήσει και με την ΈΛεν μερικές φορές αλλά δεν τα είχε καταφέρει κι αυτό τον απογοήτευε.

Αναστέναξε και πάρκαρε. Θα έτρωγε κάτι και θα καθόταν να δουλέψει λίγο αν τα κατάφερνε. Δεν πρόλαβε να κλείσει την πόρτα του αυτοκινήτου όταν το κινητό του άρχισε να χτυπάει, και μάλιστα υπερβολικά δυνατά όπως του φάνηκε, άλλο ένα αναμφίβολο σημάδι κούρασης. Το τράβηξε από την τσέπη του κι απάντησε χωρίς να μπει στον κόπο να κοιτάξει την ταυτότητα του καλούντος.

-πού είσαι πια; ακόμη στο γραφείο; Η φωνή της λόρι τον έκανε να απομακρύνει τη συσκευή απότομα.

-στο σπίτι, μόλις έφτασα.

-Ωραία, κλείσε τότε κι έλα.

Η γραμμή έκλεισε. Έμεινε με το κινητό στο χέρι σαστισμένος για μια στιγμή αλλά τελικά έκανε τα λίγα βήματα που τον χώριζαν από το κτίριο και τότε την είδε.

Ήταν ακουμπισμένη στην πόρτα και στα χέρια της κρατούσε ένα σωρό πλαστικές σακούλες. Περπάτησε γρήγορα προς το μέρος της κι εκείνη τραβήχτηκε λίγο για να του κάνει χώρο να ξεκλειδώσει.

-μα καλά, πότε ήρθες; Γιατί δε με πήρες πιο πριν; Είχαμε ραντεβού;

-κανένα ραντεβού. Λες να μην είχα τίποτα καλύτερο να κάνω; άΝτε, τέλειωνε, δε μπορώ άλλο με τόσα ψώνια.

Άνοιξε και την άφησε να περάσει πρώτη μέσα. Εκείνη κατευθύνθηκε στη στιγμή προς την κουζίνα, έτσι την ακολούθησε μη έχοντας άλλη επιλογή. Δεν είχε προλάβει να βγάλει ούτε το σακάκι του.

-Τι κάνεις, Λόρι;

Η γυναίκα είχε αρχίσει να αδειάζει το περιεχόμενο από τις σακούλες στο μεγάλο πάγκο κι αμέσως μετά πήγε να πλύνει τα χέρια της στο νεροχύτη.

-κοίτα, πεινάω πάρα πολύ, εσύ;

-σαφώς αλλά τι γίνεται εδώ; Τι κάνεις τώρα;

-Ακόμη τίποτα, σε λίγο θα μαγειρέψω αν σταματήσεις να μου μιλάς για λίγο.

-τι λες; Είχαμε πει πως θα τρώγαμε μαζί;

Άρχισε να βηματίζει πάνω κάτω νιώθοντας νευρικότητα αλλά εκείνη γέλασε μόνο κοφτά ωστόσο.

Το χρώμα του θανάτουWhere stories live. Discover now