Ανεξάρτητος

42 13 4
                                    

Α(ν) - εξ - αρτητος
Επίθετο, αρσενικό
Α στερητικό & εξ~άρτηση = προσκόλληση σε ένα πρόσωπο, σε μια κατάσταση κ.λπ.



















Θέλω να γίνω

Νεφελοβάτης / NefelibataWhere stories live. Discover now