Η άφιξη στο Emerald Hotel

2K 140 20
                                    

Δεκέμβριος 1985

To Emerald Hotel βρισκόταν στο Μπάνσκο της Βουλγαρίας. Είχε αποφασίσει να περάσει τις διακοπές των Χριστουγέννων σε ένα ήσυχο μέρος, μακριά από την πολύβουη Αθήνα. Είχε μόνο δυο εβδομάδες άδεια και μετά θα επέστρεφε στο γραφείο του, στην Καλλιθέα.

Ήταν ιδιωτικός αστυνομικός ή αλλιώς ντετέκτιβ και το μυαλό του ήταν συνεχώς στους φόνους και στις απάτες. Όπως καταλαβαίνετε όπου και να πήγαινε το επάγγελμα του τον ακολουθούσε παντού. Αλλά αυτή τη φορά, το υποσχέθηκε στον εαυτό του, θα προσπαθούσε για λίγο να το αφήσει πίσω στην Αθήνα και να περάσει όμορφα και πάνω από όλα ήρεμα τις διακοπές του. Το ξενοδοχείο που είχε επιλέξει για την διαμονή του άνηκε σε μια φίλη, την Εκατερίνα. Η Εκατερίνα ήταν από την Βουλγαρία και αυτός την είχε γνωρίσει τυχαία στην Αθήνα, όπου σπουδάζαν και οι δυο οικονομικά. Εκείνος δεν πήρε ποτέ το πτυχίο και μπήκε σε μια σχολή Αστυνομικών, ενώ εκείνη το πήρε αλλά τελικά ασχολήθηκε με το ξενοδοχείο του πατέρα της. Παρόλα αυτά παρέμειναν φίλοι, ακόμα και όταν επέστρεψε στη Βουλγαρία. Η Εκατερίνα Δημήτροβα ήταν αυτό που λέμε η ιδανική γυναίκα. Ξανθιά, μετρίου αναστήματος με πράσινα μάτια και λίγο παχουλή. Η μητέρα του, η συχωρεμένη, όλο προσπαθούσε να τους τα φτιάξει όμως αυτός δεν την είδε ποτέ ερωτικά, μόνο ως φίλη.

Η φίλη του λοιπόν κι εκείνος δεν παντρεύτηκαν ποτέ, ούτε κάνανε παιδιά. Πέσανε με τα μούτρα και οι δυο στις δουλείες τους αφήνοντας τη προσωπική ζωή σε δεύτερη μοίρα. Φτάσανε αισίως μέχρι τα σαράντα έξι μέχρι να καταλάβουνε πως η ζωή δεν είναι μόνο δουλειά και πάλι δουλειά, αλλά είναι πολλά άλλα πράγματα που αυτοί δεν μπήκανε στο κόπο να αναζητήσουνε. Αλλά δεν βαριέσαι; Ο καθένας σε αυτή τη ζωή πορεύεται με τις επιλογές του.

Ήταν Κυριακή, ένα χειμωνιάτικο πρωινό του Δεκέμβρη όταν έφτασε έξω από το ξενοδοχείο. Έβγαζε τις βαλίτσες του από το αυτοκίνητο μόλις την είδε να βγαίνει βιαστικά έξω, τυλιγμένη μέσα σε ένα χοντρό πράσινο κασκόλ και ένα κατακόκκινο μπουφάν. Πόσο καιρό είχε άραγε να την δει; Περίπου δέκα χρόνια από την τελευταία φορά που πήγε στη Βουλγαρία, όμως και τα διπλάσια να είχαν περάσει ήταν σίγουρος πως η φίλη του δεν θα άλλαζε, θα έμοιαζε πάντα με κοριτσάκι.

-Καλώς τον Νίκο μας. Μα τι κάνεις, που τις πας τις βαλίτσες; Ασ' τις καλύτερα γέρος άνθρωπος θα μας πάθεις και τίποτε. Ασ' τις εδώ και θα φωνάξω τον Αντρει να σου τις ανεβάσει πάνω στο δωμάτιο σου. Έλα μέσα μαζί μου, μην παγώσεις, έκανε εκείνη με το γνωστό χιούμορ όπως πάντα.

Μπήκε στο χώρο υποδοχής. Δεν ήταν μεγάλο το Emerald Hotel αλλά ο χώρος είχε μια τέτοια ζεστασιά, που πραγματικά δεν τον ένοιαζε καθόλου αυτό. Έβγαλε τα γάντια και ζέστανε τα χέρια του,πάνω από το τζάκι, όση ώρα η Εκατερίνα έλεγε στον Αντρει που να πάει τις βαλίτσες.

-Νίκο μου, μην ανησυχείς σ' τα έχω ετοιμάσει όλα εγώ. Πω, πω, εσύ φαίνεσαι πολύ κουρασμένος. Σε κούρασε το ταξίδι ε; Εμ, αφού έκανες όλο το δρόμο με αυτοκίνητο και δεν ήρθες κατευθείαν με αεροπλάνο, αυτά παθαίνεις.

-Ε, τι να κάνω; Αφού ξέρεις ότι δεν μ' αρέσει να ανεβαίνω σε αεροπλάνα.

-Ξέρω, ξέρω, η αιώνια φοβία σου. Καλά ποτέ μου δεν το κατάλαβα αυτό, πως εσύ κοτζάμ ντετέκτιβ...

Δεν πρόλαβε να συνεχίσει γιατί χτύπησε το τηλέφωνο.

-Το δωμάτιο σου είναι το 2.58. Πήγαινε πάνω και τα λέμε εμείς μετά, είπε και πήγε γρήγορα να το σηκώσει.

Δεύτερος όροφος λοιπόν και αυτός από τις σκάλες. Δεν συνήθιζε να μπαίνει στα ασανσέρ...

Σας άρεσε το πρώτο κεφάλαιο; Να ξέρετε πως έχουμε πολλά ακόμα μπροστά μας μέχρι το τέλος!Και τι τέλος...γεμάτο εκπλήξεις. Καλή ανάγνωση.

Emerald Hotel {TYS_GR}Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα