Κεφάλαιο 29

5.8K 475 19
                                    

#: Πρέπει να έρθετε μαζί μου.

Στ: Ποιος σας έστειλε?

Ήταν προφανές αλλά δεν θα άφηνε τίποτα στην τύχη έψαχνε κάτι να τον επιβεβαιώσει.

Ελ: Δουλεύουν για τον θείο μου. Αυτόν που έχει τις εταιρείες.

Ο Στέφανος χαλάρωσε τη λαβή από το όπλο που κρατούσε αλλά δεν απομάκρυνε το βλέμμα του από τον άνδρα. Εμοιαζε να τον εξετάζει και να ζυγίζει τις πιθανότητες να τους έστειλε ο Διογένης. Ύστερα τους έκλεισε τη πόρτα και γύρισε στο μέρος της.

Στ: Στο είπα.

Ελ: Δεν πιστεύεις αλήθεια ότι τους έστειλε ο πατέρας μου έτσι?

Ο τόνος της μαρτυρουσε την δυσπιστία της. Εύκολα συζητούσε για το ενδεχόμενο ο πατέρας της να είναι ζωντανός και να έχει κάνει τόσα ωστόσο δύσκολα το πίστευε.

Στ: Το πιστεύω. Πάρε ένα σακάκι, κάνει κρύο.

Φόρεσε ένα δερμάτινο σακάκι που έβγαλε από τη βαλίτσα και έκρυψε το όπλο στο εσωτερικό του. Ύστερα όταν είδε ότι εκείνη δεν έκανε καμία κίνηση, έβγαλε ένα από τη βαλίτσα της και της το πέταξε. Το έπιασε με επιτυχία και το φόρεσε καθώς κατέβαινε απρόθυμα τις υπόλοιπες σκάλες . Όταν άνοιξαν την πόρτα οι άνδρες κάθονταν ακόμα στο ίδιο σημείο. Τους οδήγησαν σε ένα μαύρο παρκαρισμένο αυτοκίνητο απέναντι από τον δρόμο. Ο Στέφανος της άνοιξε και εκείνη ρίχνοντας του μια στραβή ματιά μπήκε στο εσωτερικό. Μέχρι να φτάσουν έξω από το μεγάλο κτίριο όπου δούλευε ο θείος της υπήρχε ανυπόφορη νευρικότητα. Της φάνηκε ότι πέρασε ένας αιώνας μέχρι να την χτυπήσει λίγος αέρας. Βρέθηκε μπροστά στο κτίριο που επισκεπτόταν συνεχώς μικρή, όταν ζούσε ο πατέρας της, δεν πρόσεξε ένα ύψωμα στο πεζοδρόμιο και σκόνταψε. Το χέρι του αγκάλιασε τη μέση της και τη βοήθησε να μείνει όρθια. Νευρίασε με τον εαυτό και την απροσεξία της. Τον ευχαρίστησε με ένα χαμόγελο που δεν έφτασε τα μάτια της.

Στ: Είσαι καλά?

Πήρε μια βαθιά ανάσα και απόλαυσε κάθε εκατοστό του σώματος της που ακουμπούσε το δικό του για εκείνα τα κλάσματα δευτερολεπτου. Όταν πήρε το χέρι του εκείνη εγνεψε καταφατικα και ακολούθησε τους δύο άντρες που είχαν απομακρυνθεί. Ανέβηκαν στον δεύτερο όροφο του κτιρίου. Το μέρος είχε αλλάξει πολύ από την τελευταία φορά που βρίσκονταν εδώ. Οι τοίχοι ήταν λευκοί και υπήρχαν διακριτικά σχέδια με ασημί λεπτομέρειες, έμοιαζαν όλα τόσο τυπικά και αυστηρά. Σαν τον θείο της. Ο ένας από τους δύο άντρες σταμάτησε μπροστά από τη πόρτα του γραφείου. Ύστερα της έκανε νόημα να περάσει.

Ο δολοφόνος ή ο έρωτας σουΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα