Κεφάλαιο 5

14 1 6
                                    


Αγαπημένη μου θεία,

Ο Κάιν είχε τόση αυτοπεποίθηση και ήταν πειστικός. Με έπεισε να συμμετάσχω στους Μονόκερους, μια αληθινή αδελφότητα.

Μου πρόσφερε την ευκαιρία να αδράξω τη μέρα και να ελέγξω τη μοίρα μου.

Αρκετές εβδομάδες αργότερα, ο Βασιλιάς αποφάσισε να στείλει μια τελική επίθεση μέσα στην καρδιά των εδαφών των δαιμόνων.

Η Λεγεώνα των Μονόκερων συμπεριλαμβανόταν, και η αποστολή μου ήταν να εντοπίσω τον Άρχοντα των Δαιμόνων μέσω ενός μυστικού περάσματος.

***

Αυτό ήταν ένα από τα γράμματα που κατάφερε να στείλει ο Έβαν στ θεία Τζούλιετ, για να τν ενημερώνει πως παρέμενε ζωντανός.

«ΣΤΟ ΘΑΝΑΤΟ!!» φώναξαν όλοι με μία φωνή οι στρατιώτες και συγκρούστηκαν με το στρατό των εχθρών. Ο Έβαν όρμησε μπροστά ανάμεσα στην πρώτη γραμμή των στρατιωτών, ενώ η Λόρεαν εκτόξευε από πίσω τα βέλη της σαν βροχή.

Ο Έβαν πέρασε μέσα από τους εχθρούς, τα σιδερένια πελώρια τέρατα, συγκρούοντας το σπαθί του με ορμή με τα δικά τους όπλα και σκοτώνοντας αρκετούς. Το Πετράδι του Ανέμου του είχε δώσει τη Μαγεία του Ανέμου, έτσι κάθε τόσο εκτόξευε δυνατές ριπές αέρα και έσπρωχνε τους εχθρούς βοηθώντας έτσι στη εξόντωση τους. Προχώρησε έτσι πολεμώντας ως το μυστικό πέρασμα το οποίο τον έβγαλε σε μία σπηλιά.

Πέρασε ένα σκοτεινό τούνελ και βγήκε σε έναν μεγάλο εσωτερικό χώρο, από κάτω ανέβλυζε καυτή λάβα ενώ υπήρχαν βράχοι και εξέδρες που ενώνονταν μεταξύ τους για να περνάει. Το μέρος ήταν τρομακτικό. Ο Έβαν προχώρησε ευθεία, πέρασε σε μια άλλη εξέδρα όπου μερικά κόκκαλα βρίσκονταν διασκορπισμένα. Μόλις έφτασε σ' αυτά εκείνα ενώθηκαν και έγιναν κινούμενοι σκελετοί κινούμενοι από δαιμονική δύναμη και κόκκινα μάτια. Του επιτέθηκαν, όμως εκείνος με τη δύναμη του ανέμου και το σπαθί του τους εξόντωσε. Προχώρησε σε ένα μικρό βράχο που αιωρούνταν πάνω από τη λάβα. Δεξιά κι αριστερά υπήρχαν κινούμενες πέτρες με καρφιά που αν τον πετύχαιναν θα τον έστελναν σίγουρα μέσα στη λάβα. Ο Έβαν ανέβηκε στη μικρή κινούμενη εξέδρα, κοίταξε απ' την αντίθετη κατεύθυνση άπλωσε το χέρι του και ένας μικρός ανεμοστρόβιλος πετάχτηκε ωθώντας το μαζί εμ την εξέδρα να προχωρήσει προσέχοντας όμως μην τον περιχούν οι πέτρες. Συνέχισε να προχωράει, εκτοξεύοντας πάντα απ' την αντίθετη κατεύθυνση ρεύματα αέρα.

Πέρασε έτσι μια μεγάλη απόσταση πέρα από τη λάβα. Ώσπου έφτασε σε στέρεο έδαφος. Η ζέστη που ανέβλυζε από τη λάβα παντού γινόταν εντονότερο καθώς προχωρούσε προς το εσωτερικό και τον έκανε να ιδρώνει.

Λίγο πιο πέρα, αφού πέρασε με το σχοινί του και το γάντζο του πάνω από τη λάβα στο επόμενο βράχο, σκότωσε μερικές μαύρες νυχτερίδες που του επιτέθηκαν και στη συνέχεια συνάντησε δυο σιδερένια τέρατα. Έτρεξε και απέφυγε τις μπάλες που στριφογυρνούσαν πάνω απ' τα κεφάλια τους καθώς το πλησίαζαν απειλητικά. Έπειτα στέλνοντας ένα κύμα αέρα στον έναν τον ακινητοποίησε και όρμησε πάνω στο τρωτό του σημείο στην πλάτη με το σπαθί του. Δεν σκοτώθηκε αμέσως, αλλά τον αποδυνάμωσε σίγουρα. Συνέχισε έτσι, όπως και με τον δεύτερο και σύντομα τους σκότωσε και τους έκανε να εξαφανιστούν. Τρεις δαυλοί εμφανίστηκαν. Μπροστά του ο δρόμος ήταν κομμένος από μια πέτρα με καρφιά, έτσι κατάλαβε πως έπρεπε να τους ανάψει. Δεν άναβαν με τίποτα όμως, ούτε με το σπαθί ούτε με τον αέρα. Τότε σκέφτηκε μια άλλη λύση. Στάθηκε ανάμεσα τους, συγκεντρώθηκε και προσπάθησε να επικεντρωθεί στη δύναμη του Ανέμου που είχε μέσα του. Κράτησε το σπαθί του σφιχτά, συγκέντρωσε όση περισσότερη δύναμη μπορούσε και την απελευθέρωσε εκτοξεύοντας ένα κύμα αέρα προς όλες τις κατευθύνσεις με μια κραυγή, και οι δαυλοί διαλύθηκαν. Τότε ακούστηκε μια σατανική κι απόκοσμη φωνή:

«Ποιος παίζει με δυνάμεις που τον ξεπερνούν; Χάχα!!» ακολουθούμενη από ένα σατανικό γέλιο.

Ο Έβαν κοίταξε γύρω του, Μα από πού ερχόταν αυτή η φωνή. Ξαφνικά μπροστά του εμφανίστηκαν δύο εστίες φωτιάς. Τις κοίταξε με έκπληξη.

«Ααααργκ!!!» κραύγασε στη συνέχεια έτοιμος να επιτεθεί με το σπαθί του να λάμπει γαλάζιο.

«Μπορώ να δω την ψυχή σου. Θα είσαι δικός μου σύντομα κακόμοιρο πλάσμα...» ακούστηκε ξανά η δαιμονική φωνή, αυτή τη φορά με ειρωνεία.

«ΟΧΙΙΙ!!!» Φώναξε ο Έβαν και όρμησε στις φλόγες προσπαθώντας να τις χτυπήσει με το σπαθί του μα χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Οι φλόγες εξαφανίστηκαν, μα ήταν σίγουρος πως αυτό δεν έγινε επειδή τις χτύπησε.

«Με τη θέληση των θεών, πρέπει να βρω τον Κάιν να του πω για αυτό!» είπε. Τότε οι τρεις δαυλοί εμφανίστηκαν ξανά γύρω του κι ένιωσε σαν να ξυπνούσε από έναν εφιάλτη ή όραμα. Πίσω του υπήρχαν τρεις κρίκοι με τους οποίους πέρασε με το σχοινί αιωρούμενος για λίγο πάνω από τη λάβα. Βρέθηκε μπροστά από μια πόρτα την οποία άνοιξε σπάζοντας τη με το σπαθί του και πέρασε στο επόμενο δωμάτιο, το οποίο δεν διέφερε καθόλου από αυτό στο οποίο βρισκόταν ήδη.

Δύναμη και Μαγεία 2: Η ιστορία του ΈβανWhere stories live. Discover now