ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

50 12 21
                                    

 ΧΩΡΙΟ ΒΙΝΤΟΛ

Ήταν μια συνηθισμένη, ηλιόλουστη μέρα στο χωριό Βίντολ. Ο Λούις ξύπνησε, ζαλισμένος ακόμα από το όνειρο του. Δίπλα στο κρεβάτι του στεκόταν η αδελφή του.

«Ένας εφιάλτης; Αλλά ήταν τόσο αληθινός... Το τέρας, ο πόλεμος...» είπε ο Λούις μόλις άνοιξε τα μάτια του.

«Κι άλλος εφιάλτης; Βλέπεις το ίδιο κακό όνειρο κάθε νύχτα τελευταία.» του είπε η Τζούλιετ, η αδελφή του.

«Μην ανησυχείς, αδελφούλα. Είναι μόνος ένας εφιάλτης.»

«Πολύ καλά λοιπόν. Έχω ένα σημαντικό μήνυμα για σένα. Ο σερίφης του χωριού σ' έψαχνε. Έδειχνε πολύ ανήσυχος, γι' αυτό θα έπρεπε καλύτερα να βιαστείς να πας να τον δεις." είπε η Τζούλιετ και κατέβηκε τα σκαλιά στο ισόγειο. Ο Λούις σηκώθηκε, ντύθηκε και κατέβηκε κι εκείνος. Στην είσοδο του πανδοχείου, η Τζούλιετ του είπε:

«Κοιμήθηκες αρκετά σήμερα! Πήγαινε να δεις τον σερίφη τώρα! Επί τη ευκαιρία, κάποιοι άνθρωποι του χωριού μπορεί να έχουν αποστολές για σένα.» Ο Λούις βοηθούσε διάφορους ανθρώπους του χωριού κάνοντας θελήματα έναντι αμοιβής.

Η Τζούλιετ τίναξε τα μπλε μαλλιά της προς τα πίσω και πήγε να καθίσει πίσω απ' το γραφείο της. Βγαίνοντας έξω, ο Λούις ειδε μία νεαρή κοπέλα.

«Καλημέρα Λούις.» του είπε με χαμόγελο και στριφογυρνώντας μια απ' τις τούφες των ξανθών μαλλιών της. Ο Λούις την καλημέρισε κι έφυγε βιαστικά χωρίς να πιάσει συζήτηση μαζί της. Ήταν μια από τις κοπέλες του χωριού που τον γλυκοκοιτούσαν και φυσικά δεν θυμόταν καν το όνομα της. Είχε βέβαια επίγνωση της γοητείας του, είχε γαλάζια μακριά μαλλιά και μπλε μάτια. Όμως δεν ήθελε να χάνει τον καιρό του σε ανούσια φλερτ. Ήθελε να βρει τη μία και μοναδική.

Διέσχισε την πλατεία του χωριού και μπήκε στο αστυνομικό τμήμα. Καλημέρισε τον σερίφη και τον πλησίασε.

«Γεια σου μικρέ, σ' ευχαριστώ που ήρθες τόσο γρήγορα. Έχω κάποια απαίσια νέα, και χρειάζομαι τη βοήθεια σου για μια πολύ σημαντική αποστολή. Οι σκοτεινές εποχές έχουν επιστρέψει... Έλαβα ένα μήνυμα από το Όλινορ, την πρωτεύουσα των Βορείων Ακτών, που με προειδοποιούσε ότι το κακό κάλυψε ξανά την Εράθια. Κανένα χωριό δεν είναι ασφαλές πλέον. Έστειλα τον Σίμον, έναν απ' τους φίλους σου, να πάει να διασχίσει το κοντινό Δάσος των Ξωτικών για να σιγουρευτεί ότι το χωριό είναι ακόμα ασφαλές, αλλά δεν έχει επιστρέψει ακόμα. Γι' αυτό σε κάλεσα. Το Δάσος των Ξωτικών δεν είναι πλέον ασφαλές... Ορίστε, καλύτερα πάρε αυτό το σπαθί. Πρέπει να προπονηθείς πρώτα. Προσπάθησε να προπονηθείς στο άγαλμα πίσω μου για να βελτιώσεις τις ικανότητες σου.» Ήταν τα λόγια του σερίφη, ενός ψηλού άντρα με μαύρα μαλλιά. Του έδωσε το σπαθί και συνέχισε:

«Ξέρεις πώς να χρησιμοποιείς τη μαγεία;» Ο Λούις πέρασε το χέρι του πάνω απ' το σπαθί του και γαλάζιες φλόγες το τύλιξαν. Ο σερίφης τον άφησε να προπονηθεί με το άγαλμα.

Κάθε φορά που χτυπούσε το άγαλμα ένας πυρσός άναβε σε διάφορα σημεία του δωματίου περιμετρικά. Έπρεπε να ανάψουν όλες οι φωτιές. Το άγαλμα όμως ήταν μαγεμένο. Κρατούσε κι εκείνο σπαθί και έκανε επιθετικές και αμυντικές κινήσεις, όμως επειδή ήταν προορισμένο για προπόνηση δεν είχε αρκετή δύναμη ώστε να τραυματίσει σοβαρά τον άλλον. Τελικά, δεν ήταν και τόσο δύσκολο και ο Λούις τα κατάφερε.

«Μπράβο! Πήγαινε από τη βόρεια πύλη του χωριού για να φτάσεις στο Δάσος των Ξωτικών. Πριν φύγεις, θα έπρεπε να πάρεις μερικά αντικείμενα απ' το κατάστημα.» είπε ο σερίφης. Έξω από το τμήμα, υπήρχε ένα απ' αυτά τα καταστήματα.

Μπήκε μέσα και αγόρασε μερικά θεραπευτικά φυτά σε περίπτωση που θα χτυπούσε και μετά ξεκίνησε για το Δάσος. Στην είσοδο του δάσους, ένας σωματώδης φύλακας τον σταμάτησε και του είπε:

«Το μονοπάτι για το Δάσος των Ξωτικών είναι πολύ επικίνδυνο. Έχεις αρκετές προμήθειες;»

«Ναι.» απάντησε.

«Εντάξει. Να προσέχεις! Το Δάσος των Ξωτικών είναι επικίνδυνο. Να προσέχεις εκεί έξω.» και τον άφησε να περάσει.

Αυτο ήταν το πρώτο part. Στο επόμενο part ο Λούις φτάνει στο Δάσος των Ξωτικών, πολεμάει με κάποιους εχθρούς και βρίσκει τον φίλο του Σίμον. Τι του συνέβη άραγε και γιατί δεν επέστρεψε στο Χωριό; 

ΔΥΝΑΜΗ ΚΑΙ ΜΑΓΕΙΑWhere stories live. Discover now