50

248 13 0
                                    

Το πρωί ξύπνησα πάλι από το κωλο κουδούνι.

Κ. Πω γαμώ την μάνα σου.

Μουρμουριζω και αναφέρομαι στο κουδούνι. Βγαίνω από το κελί και κατεβαίνω για πρωινό μαζί με τον Μολόχα. Αφού τελειώσαμε το πρωινό, που ήταν πάλι κρουασάν, ήρθε ο Βασίλης και μας είπε.

Β. Ήρθαν να σας πάρουν.
Κ. Καιρός ήταν.
Β. Ούτε μία μέρα δεν έκατσες.
Κ. Θες να κάτσεις εσύ?
Β. Εγώ σε αντίθεση με σένα ξέρω τι κάνω.

Φεύγει ο Βασίλης χωρίς να προλάβω να απαντήσω και ακούγονται κάτι "Ωωω" από τους τύπους πιο δίπλα. Το παίζω αδιάφορη ενώ βάζω τον μεταλλικό δίσκο στην άκρη του τραπεζιού. Τον χτυπάω στην άκρη με το χέρι μου και πετάγεται προς αυτούς. Γυρνάω το βλέμμα μου σε αυτούς με σατανικό χαμόγελο και τους λέω.

Κ. Μου πέσε.

Καλά να πάθετε.
Σκάσε εσύ!
Οκ εντάξει έχεις νεύρα σκάω.

Σηκώνομαι, βγάζω ένα τσιγάρο από την ζακέτα μου, το ανάβω και βγαίνω έξω. Στηρίζω την πλάτη μου στον τοίχο πίσω μου και ρουφάω τον καπνό. Έρχεται ο Μολόχα γελώντας δίπλα μου.

Μ. Καλά ε αυτό ήταν το καλύτερο αυτό το 2ημερο.
Κ. Χμ. Μπορεί και να έχεις δίκιο, είχε όντως πλάκα.
Μ. Μήπως παρεξήγησες το μέρος?
Κ. Όχι καθόλου.
Μ. Γιατί? Αυτό πλάκα είχε.
Κ. Κι εσύ το είπες, αυτό που έγινε τώρα είχε πλάκα, είναι φυλακή, δεν μπορείς να περνάς καλά εδώ.
Μ. Έχεις δίκιο. Εμ. Πάμε γιατί τα παιδιά περιμένουν.
Κ. Πάμε. Λέω και σβήνω το τσιγάρο.

Πηγαίνουμε στην πύλη και εκεί ήταν όλοι οι υπόλοιποι μαζί με τον Weiler. Με είδε και ήρθε τρέχοντας προς το μέρος μου. Τον αγκάλιασα και μετά τους άλλους.

Δ. Πως ήταν εκεί μέσα?
Κ. Μπες και δες.
Χ. Άστο άκυρο.
Κ. Μακριά από το φαγητό, κυρίως όταν το μαγειρεύουν αυτοί. Συσκευασμένα μόνο.
Μαρ. Γιατί ρε συ τόσο χάλια.
Κ. Αν κρίνω από το χθεσινό, ναι είναι πολύ χάλια.
V. Γιατί ρε? Τι είχατε?
Μ. Μακαρόνια.
L. Μια χαρά είναι τα μακαρόνια.
Μ. Ναι όταν κάνεις εμετό ή σε πιάνει κόψιμο καλά είναι.
X. Γιατί ρε ποίος τα έβγαλε?
Μ. Η Kay.
Ν. Ωχ κατάλαβα ακόμα να τα αλλάξουν.
Κ. Κι εσένα μακαρόνια σου είχαν δώσει?
Ν. Αν θες να πας από στομάχι το κρατητήριο είναι το κατάλληλο.
Κ. Το καταλάβαμε πάμε σπίτι να φάμε σαν άνθρωποι.

Μπαίνουμε στα τζιπ και ξεκινάμε για το σπίτι. Φτάσαμε κι εγώ ανέβηκα στο δωμάτιό μου να κάνω μπάνιο. Βγάζω το ρούχα μου και μπαίνω κάτω από την ντουζιέρα. Το νερό τρέχει πάνω μου σαν να παίρνει την μυρωδιά της φυλακής. Αφού τελείωσα βγαίνω και τυλίγομαι με την πετσέτα. Βγαίνω από το μπάνιο και πηγαίνω στη ντουλάπα μου. Βάζω εσώρουχα, μια μαύρη φόρμα και μία μαύρη μπλούζα. Αφήνω τα μαλλιά μου ανακάτεμα χωρίς να τα στεγνωσω και κατεβαίνω κάτω. Βλέπω τα αγόρια στο σαλόνι και πηγαίνω κάθομαι στην κούνια.

Αλήτισσα ψυχή Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα