«Έρμαιοι και παγιδευμένοι στο παιχνίδι του πεπρωμένου» ΜΕΡΟΣ (Α) ΘΑΝΆΣΙΜΗ ΣΥΝΆΝΤΗΣΗ «Χρειάζομαι το αληθινό με τις -ατέλειες-δικό σου, χρειάζομαι το δικό σου πληγωμένο φως, εκείνο που πράγματι μου δίνει νόημα και μου προσφέρει ζωή» τα ακροδαχτυλά της περίπτυσσαν διάφανα τις παρειές του προσώπου του, με την ανάσα της κομμένη. Με τα δικά του χέρια να διαλύουν και να σκίζει την ψυχή της γυναίκας όπου είχε στην αγκάλη του. Ήταν Τελεσίγραφο Καρδιάς, θα σε τελείωνα με τις λέξεις μου. ΜΕΡΟΣ (Β) ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΗΤΙΚΉ ΦΘΟΡΆ Τα ακροδαχτυλα του ταχέως καλλώπιζαν τη μελαμψή της επιδερμίδα καθώς τα κορμιά τους εισήλθαν το ένα πάνω στο άλλο κάτω από το γαλάζιο του ωκεανού. Εκείνος ζούσε στη θάλασσα, ήταν η θάλασσα. Εκείνη ήταν σαν τον ήλιο, τον περίμενε χρόνια και χρόνια. ΜΕΡΟΣ (Γ) ΒΑΔΊΖΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΦΩΣ Δεν είχε αλλάξει, τίποτε δεν είχε αλλάξει, ακόμη κρατούσε στα χέρια της το βιολί της, ακόμη μπορούσε να σε συνεπάρει με μια μονάχα νότα της η οποία μπορούσε κάλλιστα να σε διασύρει στο -ασυνήθιστο- δικό της. Είχε δίκιο, θα με τελείωνε με τις λέξεις της.
12 parts