Πίσω από τις κάμερες... (book...

By nikoletta_kyr

45K 3K 188

«Μελίνα μου, νεράιδά μου! Μου έλειψες, μου έλειψες μωρό μου». Πλησιάζει το στόμα του στο αφτί μου, ενώ δεν μ'... More

Κεφάλαιο 1
Κεφάλαιο 2
Κεφάλαιο 3
Κεφάλαιο 4
Κεφάλαιο 5
Κεφάλαιο 7
Κεφάλαιο 8
Κεφάλαιο 9
Κεφάλαιο 10
Κεφάλαιο 11
Κεφάλαιο 12
Κεφάλαιο 13
Κεφάλαιο 14
Κεφάλαιο 15
Κεφάλαιο 16
Κεφάλαιο 17
Κεφάλαιο 18
Κεφάλαιο 19
Κεφάλαιο 20
Κεφάλαιο 21
Κεφάλαιο 22
Κεφάλαιο 23

Κεφάλαιο 6

1.9K 139 6
By nikoletta_kyr

Το Σαββατοκύριακο περνάει σε μια θολούρα. Μόλις φύγαμε από το σπίτι του Άρη, όλα διαλύθηκαν γύρω μου για δεύτερη φορά. Ο κόσμος μου γκρεμίστηκε ξανά οριστικά. Τότε ήλπιζα και κρατιόμουν ζωντανή για τη μέρα που θα γύριζε.

Τώρα όμως είναι εδώ και μίλησε ξεκάθαρα στο Στράτο όσο κι αν μου υποσχόταν πως θα μείνει δίπλα μου λίγες ώρες πριν. Θα φύγει, θα εξαφανιστεί και δεν θα γυρίσει πίσω ποτέ ξανά.

Όλες αυτές οι σκέψεις σε συνδυασμό με την επίθεση του Μίλτου, τρελαίνουν το μυαλό μου. Παρακάλεσα τον Στράτο να πάρει τη Χαρά να έρθει και να μην πει τίποτα στην Αγγελική και της χαλάσει το ταξίδι.

Ευτυχώς η Χαρά καταφτάνει σπίτι λίγο μετά από εμάς. Κλεινόμαστε στο δωμάτιο μας και αρχίζω να της μιλάω για όλα όσα συμβαίνουν μέσα μου.

Την Κυριακή όταν επιστρέφει η Αγγελική, είμαι σε καλύτερη κατάσταση. Το παλεύω μέσα μου για εκείνη. Από την άλλη έχω τη δουλειά που με πιέζει.

Η Χαρά βασίζετε στη δουλειά μου για να μην πέσω πάλι σε κατάθλιψη. Βέβαια συνιστά να μείνω να ηρεμήσω λίγες μέρες. Στη δουλειά και γενικότερα όλοι ξέρουν πως δέχτηκα μια επίθεση, αλλά τίποτα περισσότερο.

Όταν επιστρέφω την Τετάρτη το μεσημέρι έχω ηρεμήσει αρκετά. Ο πρώτος άνθρωπος που βλέπω είναι ο Άρης. Σταματάμε και οι δυο ταυτόχρονα και κοιταζόμαστε στα μάτια.

Οι μαύροι κύκλοι του δηλώνουν πως ούτε εκείνος ξεκουράστηκε αρκετά. Περιμένω να έρθει να μου μιλήσει, να ρωτήσει έστω πως είμαι. Δεν με πήρε ούτε ένα τηλέφωνο από την ώρα που έφυγα από το σπίτι του. Δεν ενδιαφέρθηκε καθόλου.

Εκείνος όμως κατεβάζει το βλέμμα και με προσπερνάει. Η στάση του μου ξεκαθαρίζει αυτό που ήδη ήξερα. Πως όλα τελείωσαν…

«Άρη ήρθε η ώρα να μιλήσουμε».

Η φωνή του Απόλλωνα με βγάζει από την ονειροπόλησή μου. Πώς με βρήκε εδώ; Μετά το γύρισμα ήρθα για ένα ποτό. Δεν μπορούσα να γυρίσω σπίτι μου νηφάλιος. Σήμερα την είδα κιόλας.

«Τι θέλεις Απόλλωνα;»

«Να μιλήσουμε για τη Μελίνα!»

«Δεν έχω να πω τίποτα μαζί σου για τη Μελίνα. Δεν ξέρω τι ξέρεις και για να είμαι ειλικρινής δεν καταλαβαίνω τι θέλεις από εμένα!»

«Από εσένα τίποτα. Μάλλον όχι, θέλω κάτι. Τη Μελίνα…».

«Λάθος άτομο μεγάλε. Εδώ Άρης. Εγώ πίνω εσύ μεθάς;»

«Από την αρχή της γνωριμίας μας μου ξεκαθάρισε πως δεν μπορεί να μπει σε σχέση διότι η προηγούμενη την άφησε άδεια. Και η προηγούμενη είσαι εσύ. Θέλω να την αφήσεις ήσυχη».

«Δεν την ενοχλώ όπως είδες πια! Αν εκείνη σε θέλει εγώ δεν πρόκειται να ανακατευτώ καθόλου. Μόνο το νου σου, μην την πληγώσεις. Όπου κι αν είμαι θα σε βρω και θα σε σκοτώσω!»

«Κατάλαβα, θα ξεσπάσεις πάνω μου επειδή δεν μπορείς να επιτεθείς στον εαυτό σου. Εσένα θέλεις να σκοτώσεις Άρη, γιατί ξέρεις πως καταβάθος εσύ την έχεις διαλύσει!»

Και μ’ αυτά τα λόγια μου γυρνάει τη πλάτη και φεύγει. «Ένα διπλό σκέτο».

Οι μέρες για μένα κυλούν το ίδιο ανούσια πια. Τίποτα δεν έχει σημασία. Έχουν περάσει δυο εβδομάδες από την επίθεση κι έχω μπει σε μια ρουτίνα γιατί έτσι πρέπει.

Άπειρες ώρες δουλειάς κι έπειτα γυμναστήριο. Εγώ φταίω για την επίθεση που δέχτηκα. Κανονικά με την εκπαίδευση στο κραβ μαγκά, θα έπρεπε να μπορώ να αντιμετωπίσω τον Μίλτο, αλλά εγώ φέρθηκα σαν γυναικούλα.

Η Χαρά λέει πως είναι απόλυτα λογικό, αλλά εγώ έχω διαφορετική άποψη. Ο Άρης με αποφεύγει όταν έχουμε γύρισμα μαζί. Γενικώς με αποφεύγει. Τουλάχιστον το μυαλό μου έχει καθαρίσει πια. Εκείνος δεν φταίει που απομακρύνθηκε. Δεν τον κατηγορώ.

Από την άλλη, οι φίλοι μου και ο Απόλλωνας κάνουν ότι μπορούν για να είμαι καλά, για να με βγάλουν από τις σκέψεις που με βασανίζουν και με κρατάνε απομονωμένη.

Χθες πήγαμε για φαγητό και σήμερα μαζευτήκαμε μετά το γύρισμα, στο καινούριο σπίτι του Στράτου και της Μαρίας. Μέσα σ’ όλα αυτά αποφάσισαν να κάνουν το επόμενο βήμα.

Γελάνε με κάποιο αστείο, αλλά εγώ δεν συμμετέχω. Παίρνω το ποτό μου και βγαίνω στο μπαλκόνι. Κοιτάζω τ’ αστέρια, το φεγγάρι που λάμπει κι εύχομαι να μπορούσα να είμαι κι εγώ εκεί ψηλά ένα αστέρι.

Να βγω επιτέλους από το σώμα μου, να σταματήσω να με σιχαίνομαι, να τρίβομαι στο μπάνιο λες και θέλω να με γδάρω, να ξεριζώσω από πάνω μου αυτό το δέρμα που έχει το άγγιγμα του αυτουνού.

«Μελίνα; Θες παρέα;»

«Έλα Απόλλωνα…».

«Από τότε που γύρισε ο Άρης έγινες άλλος άνθρωπος, αλλά ειδικά τη τελευταία βδομάδα έχεις χαθεί εντελώς», λέει αγνοώντας για το βιασμό. Λογικό ξέρει μόνο ότι και οι υπόλοιποι, πως έπεσα θύμα ληστείας και μου επιτέθηκαν. «Θέλω να σε βοηθήσω, άφησέ με να είμαι δίπλα σου». Πάει να μ’ αγκαλιάσει κι ενστικτωδώς τραβιέμαι.

«Συγνώμη, συγνώμη Απόλλωνα. Μετά την επίθεση είμαι λίγο ευαίσθητη στα αγγίγματα».

«Πάντα ήσουν Μελίνα, τουλάχιστον από τότε που σε γνώρισα εγώ. Τέλος πάντων, θα ήθελες να πάμε ένα ταξίδι; Να ξεχαστείς λίγο».

«Θα δούμε, δεν είναι άσχημη ιδέα. Πόσο μάλλον αν με πας πάλι σε λούνα παρκ».

«Όπου θες εσύ».

«Εεε συγνώμη που διακόπτω», λέει ο Στράτος που βγαίνει στο μπαλκόνι, «Απόλλωνα μπορείς να μας αφήσεις λίγο μόνους με τη Μελίνα;»

«Ναι φυσικά», μου κλείνει το μάτι και αποχωρεί. Ο Στράτος με πλησιάζει.

«Μου έχει λείψει ν’ αγκαλιάζω τη κολλητή μου», λέει μόνο και είναι σαν να δέχομαι γροθιά. Τον κοιτάζω με τα μάτια βουρκωμένα.

«Κι εμένα μου έχει λείψει να είμαι φυσιολογική, μου έχει λείψει το χάδι, η αγκαλιά. Να μην φοβάμαι… να είμαι ευτυχισμένη, να γελάσω. Στράτο πονάω… σε κατηγορώ κάθε φορά που σε κοιτάζω που μ’ έσωσες τότε. Που έσπασες τη πόρτα…».

Τα λόγια μου είναι ότι χειρότερο μπορούσα να του πω. Αντιλαμβάνομαι πως τον πληγώνω όμως είναι η μόνη αλήθεια. Με κοιτάζει διαλυμένος.

«Εγώ καθόλου Μελίνα, εγώ ακόμα ελπίζω πως θα γίνεις ευτυχισμένη. Μελίνα αν… αν δεν σ’ είχα προλάβει, πώς θα συνέχιζα χωρίς εσένα; Είσαι η αδερφή μου… είσαι πάνω κι αυτό! Θέλω να σε δω να γελάς ξανά, να ερωτευτείς, να κάνεις έρωτα, να χαίρεσαι τη ζωή».

«Ένας άνθρωπος μ’ έκανε να νιώθω έτσι. Μόνο ο Άρης. Ξέρεις μετά την επίθεση το μόνο που σκέφτομαι ότι μπορεί να με κρατάει όρθια, είναι πως είναι εδώ. Πως ακόμα βλέπω τα μάτια του, ακούω τον ήχο της φωνής του. Μπορεί να απομακρύνθηκε από μένα…».

«Ίσως φταίω εγώ γι’ αυτό», με διακόπτει με σκυμμένο το κεφάλι.

«Τι εννοείς;»

«Όταν ήρθα να σε πάρω τσακωθήκαμε. Τότε, την επόμενη της επίθεσης. Είχα νεύρα μαζί του κι έχω νεύρα ακόμα, αλλά αν εκείνον αγαπάς δεν μπορώ να σε κρατήσω μακριά του».

«Εγώ τον αγαπάω, όχι εκείνος. Τον άκουσα καθαρά να σου λέει πως θα φύγει, θα εξαφανιστεί χωρίς να κοιτάξει πίσω. Γι’ αυτό σου είπα να με πάρεις από εκεί».

«Μελίνα δεν έγιναν έτσι τα πράγματα. Δεν τ’ άκουσες όλα, ο Άρης είπε πως αν θέλεις εσύ να φύγει από τη ζωή σου θα φύγει και ούτω καθεξής. Εγώ του είπα να σ’ αφήσει ήσυχη, να σταματήσει να σε πληγώνει!»

«Κι εκείνος τι απάντησε;»

«Είπε να μην ανακατεύομαι, πως μπορεί να διαλυθήκατε, αλλά ότι και να έγινε θα τα βρείτε οι δυο σας. Είπε πως θα γίνει ότι θέλεις, θα είναι ότι θέλεις και τότε εγώ τον ρώτησα τι θα κάνει αν δεν τον θέλεις κοντά σου. Τότε είπε πως θα φύγει. Μελίνα είναι κι εκείνος χάλια. Στα γυρίσματα έρχεται χάλια, τον βλέπεις κι εσύ. Κάθε μέρα πίνει, μου τα λέει ο Λευτέρης, βέβαια δεν ξέρει το γιατί. Τέλος πάντων, ο μόνος λόγος που στα λέω όλα αυτά, είναι γιατί κατάλαβα πως δεν μπορώ εγώ ν’ αποφασίζω για σένα».

«Και μόνο στη σκέψη πως υποφέρει σφίγγεται η καρδιά μου. Τον αγαπάω και θέλω να είναι ευτυχισμένος. Τουλάχιστον ο ένας από τους δυο μας. Αλλά πάλι, αν με ήθελε θα έκανε κάποια κίνηση. Εκείνος δεν με κοιτάει καν».

«Ίσως ο λόγος που σ’ αποφεύγει είναι γιατί μου είπες να σε πάρω από εκεί μέσα. Μελίνα πρέπει να μιλήσετε. Πρέπει επιτέλους να ξεκαθαρίσετε κάποια πράγματα».

«Το ίδιο μου λέει και η Χαρά. Πώς πρέπει να κλείσουμε τους λογαριασμούς μας επιτέλους. Πήγαινε βρες τον».

«Φοβάμαι…», λέω και είναι η μόνη αλήθεια. «Στράτο μη παρεξηγηθείς, αλλά θέλω να πάω σπίτι. Μπορείς να με πας εσύ;»

«Εννοείται κορίτσι μου», κάνει να φύγει και τον σταματάω.

«Στράτο μπορούμε να δοκιμάσουμε κάτι;», τον ρωτάω δειλά και μου κουνάει το κεφάλι παραξενεμένος. «Μείνε ακίνητος». Τον πλησιάζω και ακουμπάω το κεφάλι μου στο στήθος του. «Σ’ ευχαριστώ που μου μίλησες». Ξεχνιέται και πάει να μ’ αγκαλιάσει, τραβιέμαι αηδιασμένη. Κάθε άγγιγμα μου θυμίζει εκείνον και τις δυο φορές που πήγε να με βιάσει.

«Μελίνα, Μελίνα χίλια συγνώμη».

«Δεν φταις εσύ. Πάμε να φύγουμε σε ικετεύω!»

Στο δρόμο είμαστε αμίλητοι. Δεν χρειάζεται εξάλλου να πούμε άλλα. Σκέφτομαι όλα αυτά που έμαθα σήμερα και μπερδεύομαι περισσότερο.

Από τη μία θέλω να πάω να τον βρω και να μιλήσουμε και από την άλλη φοβάμαι. Τρέμω μέσα μου. Δεν θέλω, δεν του αξίζω. Ίσως πρέπει όντως να τον κοιτάξω στα μάτια και να του ζητήσω να φύγει, να εξαφανιστεί, να σωθεί. Έστω ο ένας μας.

«Πήγαινέ με στον Άρη σε ικετεύω!», του λέω την ώρα που πλησιάζουμε σπίτι.

«Δεν χρειάζεται να το κάνω. Είναι εκείνος εδώ… δες!»

Γυρνάω και βλέπω τον Άρη να με περιμένει μπροστά στη πόρτα του σπιτιού της Αγγελικής. Χωρίς να πω καληνύχτα, ανοίγω τη πόρτα και βγαίνω από το αυτοκίνητο.

Τα μάτια του Άρη καρφώνονται στα δικά μου και σαν να έχουν δύναμη με τραβάνε σ’ εκείνον. Τα πόδια μου τρέμουν και η καρδιά μου χτυπάει δυνατά.

Στέκομαι απέναντί του χωρίς να τραβήξω το βλέμμα μου από εκείνον.

«Θέλω να μιλήσουμε, να σου μιλήσω Μελίνα. Σε ικετεύω άσε με και σου ορκίζομαι δεν θα σε ξαναενοχλήσω αν το θελήσεις».

«Εντάξει», απαντάω και στη θέα του κουρασμένου χαμόγελού του η καρδιά μου χάνει ένα χτύπο. Νιώθω σαν να έχει μπει ένα μικρό φως στο σκοτάδι της ψυχής μου. Αχ Θεέ μου, μακάρι να μου γελούσε πιο συχνά. Όταν το κάνει μπορώ να πιστέψω και πάλι στα θαύματα.

«Πάμε σπίτι μου;»

«Ναι». Περπατάμε δίπλα δίπλα, χωρίς να μιλάμε και χωρίς ν’ αγγιζόμαστε.

Μου ανοίγει τη πόρτα του αυτοκινήτου και περιμένει μέχρι να μπω για να τη κλείσει. Κάνει το γύρο και μπαίνει. Βάζει μπροστά και όση ώρα οδηγεί ώσπου να φτάσουμε, παρατηρώ πως σφίγγει υπερβολικά το τιμόνι. Φαίνεται να είναι σε δύσκολη θέση.

Αντίθετα εγώ νιώθω ήρεμη μετά από μέρες. Νιώθω ασφαλής και χαμογελάω ξαφνιασμένη με τον ίδιο μου τον εαυτό. Μόνο εκείνος με κάνει να νιώθω έτσι. Ξαφνικά κάνει δεξιά το αυτοκίνητο και σταματάει. Τον κοιτάζω με απορία.

«Άρη τι έγινε; Είσαι καλά;»

«Κάντο πάλι».

«Ποιο;»

«Γέλασες, κάντο πάλι σε ικετεύω», λέει με μια ανάγκη που βγαίνει από μέσα του. Με το βλέμμα του με παρακαλάει.

«Άρη εγώ…».

«Σε παρακαλώ μωρό μου, νεράιδα μου!», στο άκουσμα αυτής της λέξης χαμογελάω από ευτυχία. Πόσο μου έχει λείψει να το ακούω αυτό από εκείνον. Ακόμα και αν δεν είμαι πια νεράιδα, το να με λέει έτσι είναι ότι καλύτερο. Χαμογελάει και βγάζει ένα αναστεναγμό ανακούφισης. «Πεθαίνω για το χαμόγελό σου».

Τα λόγια του φέρνουν δάκρυα στα μάτια μου και γυρνάω το πρόσωπό μου μπροστά.

Χωρίς να πει κάτι άλλο, γυρνάει το κλειδί στη μίζα και ξεκινάμε. Φτάνουμε σπίτι του, μπαίνουμε στο σαλόνι και αισθάνομαι την αμηχανία ανάμεσά μας. Κάθομαι στο καναπέ.

«Θέλεις να πιεις κάτι;»

«Όχι, ούτε εσύ να πιεις… έμαθα πως πίνεις αρκετά».

«Αν αυτό θες, αυτό θα γίνει. Μελίνα, νοιάζεσαι για μένα ακόμα;»

«Ναι», παραδέχομαι και βλέπω πως η απάντησή μου τον έχει ξαφνιάσει. Έχει έρθει ο καιρός να μιλήσουμε ανοιχτά πλέον. Τέρμα τα ψέματα, τέρμα όλα.

Με πλησιάζει δειλά και κάθεται στο τραπεζάκι απέναντι από το καναπέ, ώστε να είμαστε αντικριστά. Σκύβει το κεφάλι και τον βλέπω να πλέκει και να ξεπλέκει τα δάκτυλά του από αμηχανία.

«Μελίνα θα φύγω», λέει και μου κόβεται η ανάσα.

Τώρα είναι σειρά μου να σκύψω το κεφάλι. Αφενός να μη δει το πόνο μου, αφετέρου γιατί δεν αντέχω να δω την αλήθεια του λόγου του μέσα στο βλέμμα του.

«Πριν το κάνω θέλω να σου πω κάποιες αλήθειες. Πρώτον δεν πήγα ποτέ με τη Βέρα τη βραδιά των βραβείων. Οι φωτογραφίες ήταν κατασκευασμένες. Τη νύχτα που μου διηγήθηκες τα πάντα, πήγα και τη βρήκα. Αποδείχθηκε πως είχε επαφές μ’ αυτόν», λέει σαν να φτύνει τη λέξη και απορώ ποιον εννοεί. «Με το Μίλτο. Εκείνος λέει της είπε να τραβήξει τις φωτογραφίες. Τέλος πάντων, εγώ δεν πήγα ποτέ μ’ εκείνη και ούτε έφυγα μαζί της. Ήμουν μόνος στη Ρώμη, μόνος να σε σκέφτομαι και να προσπαθώ να σε βγάλω από μέσα μου, αφού πλέον θα ήσουν παντρεμένη όπως πίστευα τότε. Το θέμα είναι πως όσο πιο πολύ προσπαθούσα τόσο πιο βαθιά έμπαινες. Κυνηγούσα κάθε κοπέλα στο δρόμο που σου έμοιαζε γιατί νόμιζα πως ήσουν εσύ. Τη τελευταία φορά ήταν στη πιάτσα Ναβόνα, σ’ ένα εστιατόριο. Ήμουν με φίλους και αυτή τη φορά ήμουν σίγουρος πως ήσουν εσύ».

«Εγώ ήμουν… έπαθα σοκ όταν είδα κάποιον να σου μοιάζει τόσο πολύ!», τον κοιτάζω και τα μαύρα του μάτια σε συνδυασμό με τα αισθήματα που υπάρχουν μέσα τους με κάνουν να λιώσω. Χαμογελάμε και οι δυο και τότε συνεχίζει.

«Το ήξερα πως εκείνη τη φορά δεν ονειρευόμουν… γύρισα να σε βρω, αλλά είχες φύγει. Τότε πήρα την απόφαση να επιστρέψω. Δεν γινόταν να είμαι άλλο μακριά σου καταλαβαίνεις; Δεν είχε νόημα όταν πέθαινα να σε δω κι ας ήσουν παντρεμένη!»

«Και τώρα γιατί θέλεις να φύγεις;»

«Δεν μπορώ να με συγχωρέσω, δεν μπορώ να με συγχωρέσω για ό,τι σου συνέβη. Βασικά θέλω να ευτυχήσεις κάποια στιγμή και όσο είμαι εγώ κοντά σου αυτό δεν θα γίνει. Θα με κοιτάς και πάντα θα θυμάσαι τι πέρασες εξαιτίας μου. Θα με μισήσεις Μελίνα, αν ήδη δεν με μισείς».

Θεέ μου πόσο λάθος κάνει. Παρόλα αυτά είναι καλύτερο να φύγει, αφού εγώ δεν θα είμαι ποτέ φυσιολογική ξανά.

«Να φύγεις. Άρη δεν σε κατηγορώ για τίποτα. Για τίποτα, μάλιστα θέλω να φύγεις. Θέλω να φύγεις ήρεμος, χωρίς έννοιες και τύψεις. Δεν ήταν δικό σου λάθος αυτό που συνέβη, δεν ευθύνεσαι γι’ αυτό. Μάλιστα αν δεν ήσουν εκεί τη δεύτερη φορά…», λέω και η φωνή μου σπάει. Παρόλα αυτά δεν το βάζω κάτω. Αποφασίζω να ανοίξω τη ψυχή μου μπροστά του. «Εμένα κατηγορώ, εμένα μισώ. Σιχαίνομαι το κορμί μου, σιχαίνομαι αυτό που έγινα». Τα μάτια του έχουν γίνει κατακόκκινα καθώς με ακούει να μιλάω.

«Μη μιλάς έτσι σε ικετεύω. Με πονάς».

«Είναι η αλήθεια και πρέπει να την μάθεις. Πρέπει να φύγεις και να συνεχίσεις τη ζωή σου. Άρη όσο κι αν θέλω να πέσω στα πόδια σου και να σε παρακαλέσω να μείνεις, δεν σου αξίζω, δεν σου αξίζει αυτό που έγινα. Νιώθω σάπια, άχρηστη, μεταχειρισμένη».

«Μελίνα μη», τα δάκρυα στο πρόσωπο του τρέχουν ποτάμι.

«Δεν αντέχω να με αγγίζουν, είσαι ο μοναδικός που άντεξα το άγγιγμά του. Άρη, έχεις ανάγκη από κάποια υγιής γυναίκα. Όχι από κάποια που έγινε έτσι. Μου λείπει, μου λείπει το χάδι, το δικό σου χάδι, ο δικός σου έρωτας… αλλά πώς να αγγίξεις ένα κορμί που έχει περάσει ότι το δικό μου; Πώς να νιώσεις έρωτα για μένα ξανά;»

«Δεν έχεις ιδέα τι νιώθω για σένα σταμάτα!»

«Θέλω να γδάρω το δέρμα μου κάθε φορά που κοιτάζομαι στο καθρέφτη. Κάθε μέρα, κάθε μέρα εύχομαι να είχα πεθάνει. Να μην με είχαν προλάβει τότε, κάθε μέρα…».

Πέφτει στα πόδια μου, κρατάει σφιχτά τα χέρια μου, ακουμπάει το πρόσωπό του στα γόνατά μου, καθώς το σώμα του τραντάζεται από λυγμούς.

«Σε ικετεύω, δεν ζω χωρίς εσένα. Δεν τη θέλω τη ζωή μου αν δεν αναπνέουμε τον ίδιο αέρα».

«Δεν αντέχω άλλο Άρη μου, πέρασα μια κόλαση από τότε που με συνέφεραν. Ακόμα περνάω και αυτός προσπάθησε πάλι. Θέλω να τελειώσει το μαρτύριο…».

Σταματάω και πέφτω στο πάτωμα μαζί του. Του σκουπίζω τα δάκρυα, αλλά είναι τόσα πολλά.

«Μελίνα σ’ αγαπάω… Μελίνα εγώ… εγώ λατρεύω το κορμί σου. Σε θέλω περισσότερο από ποτέ μωρό μου… αγαπάω… κάθε πόντο σου… και είμαι ευγνώμων σε όποιον σε έσωσε τότε. Θα κάνω τα πάντα… τα πάντα για να σε δω… να γελάς», λέει ανάμεσα σε λυγμούς και σκίζει μια μια τις αντιστάσεις μου.

«Δεν σου αξίζω…».

«Είσαι η μόνη που μου αξίζεις… κάνεις… κάνεις πολύ μεγάλο λάθος. Μ’ αγαπάς;»

«Άρη…».

«Πες μου μ’ αγαπάς; Γιατί αν με αγαπάς έστω και στο ελάχιστο από όσο σε λατρεύω εγώ, θα προσπαθήσουμε Μελίνα. Είσαι η ζωή μου… είσαι η γυναίκα μου, ο λόγος που αναπνέω. Μπορεί να περάσαμε πολλά, μπορεί να λυγίσαμε από το πόνο, αλλά μαζί μπορούμε να κάνουμε θαύματα. Μαζί μωρό μου… Δεν θέλω τίποτα από εσένα, μόνο να χαμογελάς. Αυτός θα είναι ο σκοπός της ζωής μου».

«Άρη μπορεί να μην μπορώ να κάνω ξανά παιδί».

«Και νομίζεις πως αυτό θα μ’ εμποδίσει να μείνω μακριά σου;»

«Μα εσύ λατρεύεις τα παιδιά!»

«Κι εσύ το ίδιο και υπάρχουν τόσα εκεί έξω που ζητάνε αγάπη. Σ’ αγαπάω…», λέει και με κάνει κομμάτια.

«Θα έδινα τα πάντα για μια σου αγκαλιά Άρη».

«Εδώ είμαι μωρό μου, αγκάλιασε με. Κι εγώ πεθαίνω για τα χέρια σου γύρω από το λαιμό μου».

Τα τελευταία λόγια του λιώνουν τις αντιστάσεις μου. Αμέσως πέφτω στην αγκαλιά του και τυλίγω τα χέρια μου γύρω από το λαιμό του σφιχτά. Πόσο ανάγκη έχω να με κρατήσει κι εκείνος.

«Αγκάλιασέ με σε ικετεύω Άρη».

«Είσαι σίγουρη;»

«Σε παρακαλώ…», λέω και αμέσως με αγκαλιάζει τρυφερά. Αφήνω την αναπνοή μου αναστενάζοντας. «Σ’ αγαπάω…», λέω και κλαίω δυνατά από ανακούφιση αυτή τη φορά.

«Κι εγώ σ’ αγαπάω», κλαίει μαζί μου. Τα σώματά μας τραντάζονται κι όμως είμαι τόσο καλά που είναι δίπλα μου.

«Νιώθω ασφαλής κοντά σου!»

Δεν ξέρω πόση ώρα περνάει κι εμείς είμαστε ακόμα έτσι. Τα δάκρυα σταμάτησαν και πλέον μας αρκεί μόνο αυτό, να είμαστε καθισμένοι στο πάτωμα. Με μένα να τον αγκαλιάζω σφιχτά κι εκείνος να με κρατάει τρυφερά και απαλά χαϊδεύοντας μου τη πλάτη.

«Δώσε μου ένα λεπτό», λέει και σηκώνεται. Η νύχτα συνεχίζει τη πορεία της καθώς σε λίγο θα δώσει τη σειρά της στη μέρα κι όμως δεν νιώθω κούραση.

Αντίθετα είμαι καλά, είμαι πολύ καλά. Είμαι όσο μπορώ ευτυχισμένη. Τελευταία φορά που ένιωθα έτσι ήταν πριν λίγους μήνες τότε που έφυγα από εδώ και πήγα σπίτι μου… τότε που…
Σταματάω τον εαυτό μου, δεν θέλω να σκέφτομαι έτσι πια. Όχι πια. Παρατηρώ τον Άρη ο οποίος επιστρέφει στο σαλόνι με μια αγκαλιά ξύλα.

«Μπορεί να μην έχει χειμωνιάσει αλλά θα ανάψω το τζάκι να μας κάνει παρέα, τι λες; Θα μείνεις εδώ απόψε;»
Κοιτάω το ρολόι στο χέρι μου και του χαμογελάω. «Είναι τέσσερις τα ξημερώματα, που να πάω τέτοια ώρα;»

«Σωστά, συγνώμη απλά δεν περίμενα πως… πως θα εξελισσόταν έτσι η βραδιά».

Ανάβει το τζάκι, φέρνει κουβέρτες και μαξιλάρια, κάθεται και χτυπάει το χέρι στο πάτωμα δίπλα του για να πάω. Ειλικρινά δεν χρειάζομαι άλλη πρόσκληση. Κάθομαι οκλαδόν απέναντί του.

«Μελίνα τι τρέχει με τον Απόλλωνα;»

«Τίποτα δεν τρέχει και τίποτα δεν μπορεί να τρέξει. Είχα ξεκαθαρίσει τη θέση μου από την αρχή. Εσύ; Υπάρχει κάποια στη ζωή σου;»

«Υπάρχει». Το χαμόγελο σβήνει από το πρόσωπό μου και νιώθω να χάνω τη γη κάτω από τα πόδια μου. «Τη γνώρισα πριν ένα χρόνο και δυο μήνες, ήταν το πιο υπέροχο και το πιο όμορφο πλάσμα που είδα ποτέ μου. Τα γαλάζια μάτια της και το χαμόγελό της μου έκοψαν την  ανάσα. Δεν μ’ ενδιέφερε τ’ όνομά της, για μένα ήταν η νεράιδά μου».

«Για μένα λες;», ρωτάω συγκινημένη. Χαμογελάει γλυκά και απλώνει το χέρι του, μου χαϊδεύει το μάγουλο καθώς συνεχίζει να μιλάει.

«Για σένα φυσικά. Νομίζω πως σ’ ερωτεύτηκα από εκείνη τη πρώτη μέρα. Από τότε είσαι η μόνη γυναίκα που χρειάζομαι, η μόνη γυναίκα που θέλω να κρατάω στην αγκαλιά μου!»

Κλείνω τα μάτια μου καθώς εκείνος συνεχίζει το χάδι του στο πρόσωπό μου.

«Άρη, πως θα βγούμε όρθιοι από αυτό;», ψιθυρίζω καθώς οι φόβοι επιστρέφουν ξανά.

«Είμαστε εδώ και είμαστε μαζί. Για κάθε άσχημη στιγμή που περάσαμε, θα φτιάξουμε άπειρες όμορφες. Έτσι κάποια στιγμή θα έρθει εκείνη η μέρα που οι άσχημες θα είναι μηδαμινές. Ίσως δεν τις θυμόμαστε καν. Μωρό μου μου αρκεί να κοιτώ τα μάτια σου για να είμαι ευτυχισμένος!»

Η ελάχιστη απόσταση που υπάρχει ανάμεσά μας αρχίζει να μ’ ενοχλεί, έτσι του ανοίγω τα πόδια και κάθομαι ανάμεσά τους. Η πλάτη μου ακουμπάει στο στήθος του και είναι η πιο στενή επαφή που έχω με άνθρωπο τον τελευταίο καιρό. Εκείνος δεν κάνει καμία κίνηση και αυτό με κάνει να πονάω. Αλλάζω θέση ξανά και κάθομαι απέναντί του.

«Καλύτερα να φύγω…».

«Τι; Γιατί; Τι έκανα;»

«Άρη ίσως πρέπει να ξανασκεφτούμε κάποια πράγματα. Κυρίως εσύ, είναι δύσκολο να είσαι με κάποια σαν εμένα, είναι δύσκολο να αγαπήσεις ξανά το σώμα μου έτσι όπως…».

«Σσς», με διακόπτει βάζοντας το δάκτυλό του στο στόμα μου για να σταματήσω να μιλάω. «Μελίνα τι λες; Ο μόνος λόγος που δεν σ’ αγγίζω είναι για να μην σε πληγώσω μωρό μου. Αν άφηνα τον εαυτό μου ελεύθερο μπορεί να τρόμαζες. Δεν έχεις ιδέα πόσα θέλω να κάνω σε σένα και το σώμα σου».

«Δείξε μου».

«Μελίνα, δεν θέλω να σε χάσω, ούτε να φοβηθείς, ούτε να σου θυμίσω πράγματα που πονάνε».

«Δείξε μου».

«Μελίνα μη».

«Δείξε μου, κάνε με να νιώσω φυσιολογική ξανά!»

Μηδενίζει την απόσταση ανάμεσά μας, περνάει το χέρι του στον αυχένα μου και με κολλάει πάνω στο στόμα του. Θεέ μου η καρδιά μου σταματάει να χτυπάει. Ξαφνιάζομαι από αυτή του τη κίνηση και από το πάθος του. Ω πόσο μου έχει λείψει να τον φιλάω.

Τα χείλη του πιπιλάνε τρυφερά τα δικά μου. Η γλώσσα του πιέζει τα χείλη μου ν’ ανοίξουν. Υπακούω κάθε εντολή του και το φιλί μας βαθαίνει, το πάθος και η ένταση ξεχειλίζουν από παντού.

Γίνεται ξανά ο Άρης που ξέρω, ο σαρωτικός, ο απαιτητικός, εκείνος που με κάνει ότι θέλει. Ταυτόχρονα όμως είναι τόσο τρυφερός και γλυκός.
Τον πλησιάζω και κάθομαι πάνω στα πόδια του. Τυλίγω τα χέρια μου γύρω του και εκείνος τα βάζει στη μέση μου χαμηλά.

Τα δάκτυλά του με αγγίζουν τρυφερά και γίνομαι ξανά η Μελίνα του, η υγιής Μελίνα. Αισθάνομαι ξανά το πόθο χαμηλά στο κορμί μου, τη φλόγα του έρωτα να μεγαλώνει και να απαιτεί λύτρωση.

«Οι αναστεναγμοί σου με τρελαίνουν μωρό μου», ψιθυρίζει με τα χείλη του στο λαιμό μου. Εγώ έχω γύρει πίσω και του αφήνω χώρο να με φιλήσει τρυφερά. Δαγκώνει τη σάρκα μου απαλά, με ρουφάει, με πιπιλάει. Αχ πόσο θέλω να μ’ αγγίξει παντού.

Με ξαπλώνει απαλά στη κουβέρτα και ξαπλώνει κι εκείνος δίπλα μου. Βάζει το χέρι του στη κοιλιά μου, καθώς επιστρέφει στα χείλη μου και αρχίζουμε να φιλιόμαστε στο στόμα.

«Θεέ μου Μελίνα, πόσο μου έλειψες! Το άρωμά σου, τα χείλη σου, κοντεύω να τρελαθώ. Σε χρειάζομαι μωρό μου», ψιθυρίζει στο αφτί μου καθώς δαγκώνει το λοβό μου.

«Άρη».

«Σε θέλω, σ’ αγαπάω, είμαι τρελός, τρελός για σένα! Νεράιδά μου», τρίβει το μάγουλό του στο δικό μου και πλησιάζει ξανά τα χείλη μου. Με φιλάει πεταχτά κι έπειτα με χαϊδεύει στο πρόσωπό. Τα μάτια του με κοιτάζουν τρυφερά. «Νομίζω πως ονειρεύομαι. Κάθε βράδυ τόσο καιρό μακριά σου, ξυπνούσα από εφιάλτες. Σ’ έβλεπα στον ύπνο μου, προσπαθούσα να σε πάρω αγκαλιά και ποτέ δεν τα κατάφερνα. Άλλες φορές σ’ αγκάλιαζα, σε φιλούσα κι όταν ξυπνούσα και καταλάβαινα πως ήταν όνειρο έλιωνα. Μη με ξαναφήσεις, μη χωρίσουμε ξανά!», τα μάτια του βουρκώνουν και ακουμπάει το κεφάλι του στο στήθος μου. Τρέχουν τα δάκρυά του πάνω μου και μ’ αγκαλιάζει. Τυλίγω τα χέρια μου γύρω του και μένουμε έτσι. «Μη φύγεις, μη φύγεις ποτέ… θα τα καταφέρουμε στο ορκίζομαι. Είμαι ευτυχισμένος μαζί σου…».

«Κι εγώ… γιατί; Γιατί έπρεπε να τα ζήσουμε όλα αυτά;»

Ανασηκώνεται και με κοιτάει βαθιά στα μάτια. «Θα μάθουμε ν’ αγαπήσουμε το παρελθόν μας, είμαστε τώρα μαζί και πιο δυνατοί από ποτέ, το χρωστάμε σ’ αυτό. Σου ορκίζομαι σε ό,τι ιερότερο έχω πως θα ξεχάσεις. Θα σε κάνω να ξεχάσεις. Θα σβήσω ό,τι πέρασες, ό,τι περάσαμε».

«Μου το υπόσχεσαι;»

«Το υπόσχομαι! Θα το δεις…». Με τραβάει στην αγκαλιά του και ακουμπάω το κεφάλι μου στο στήθος του. Η ρυθμική αναπνοή του, οι χτύποι της καρδιάς του και το χάδι του στα μαλλιά μου με χαλαρώνουν.

Αισθάνομαι απόλυτα ασφαλής, ξέρω πως κανένας δεν θα με αγγίξει όσο θα είναι δίπλα μου εκείνος. Κλείνω τα μάτια με σιγουριά και κοιμάμαι ήρεμη.

Continue Reading

You'll Also Like

#HTBS By εύη ✨

Teen Fiction

3.1M 271K 73
"Εχω δει βαθμους στο πρωτο τετραμηνο να πεφτουν πιο ευκολα απο εσενα σε αγορι" "YOU SON OF A--" Aka How To Be #sexy Aka htb#s Aka dksbsjsjjsnskamis ...
213K 13K 83
Πρώτο βιβλίο: "Τα πάντα μου, εσύ". Η ζωή του Κόλιν και της Σίντνεϊ εξελίσσεται όπως πραγματικά την ονειρεύονταν. Μεγάλες αλλαγές στη ζωή τους δεν ανα...
648K 20.9K 70
Η Μελίνα, μια 18 χρόνη μαθήτρια Τρίτης λυκείου, οι γονείς της δεν παντρεύτηκαν ποτέ , μια εφηβική τρέλα , η μητερα της μόλις την γέννησε εφυγε και απ...
921K 35.2K 97
" ΕΊΠΑ ΝΑ ΦΥΓΕΙΣ ΓΑΜΩΤΟ! ΓΙΑΤΊ ΔΕΝ ΤΟ ΕΚΑΝΕΣ ΤΟ ΣΤΑΝΙΟ ΜΟΥ ΜΈΣΑ;ΓΙΑΤΊ ΜΕΝΕΙΣ;" φώναξε μέσα στο πρόσωπο μου και έκλεισα τα μάτια μου. Δεν θα φύγω. Δεν...