Διαγωνισμός Διηγήματος : Το μ...

Bởi TellYourStoryGr

1.7K 184 151

Απρίλιος 2023 Ο δεύτερος διαγωνισμός της ομάδας @TellYourStoryGr για το 2023. Διάβασε την περιγραφή και τους... Xem Thêm

Πρόσκληση
Συχνές Ερωτήσεις
Πενήντα βαθμοί υπό σκιάν - @katerinabunny
Εγκατάλειψη - @Marypap15
Μάξιμε, μη - Φίλιππος Γιαπάνης
Ελπίδα - @-Inaa-
Η αρπαγή - @denisbk98
Εγώ, το μωρό κι εγώ - Ελένη Παπαθεοδώρου
Ύψιστη θυσία - @-Inaa-
Το παιδί μου; Που είναι το παιδί μου; - Τζένιφαρ Ιβάνοβα
Το σπίτι της αδιεξόδου - @vasilikee_
Η ιστορία του Μαργαρίτη Μάρκου και της αδειανής κούνιας
Τρόπος Ψηφοφορίας
Ο μαιευτήρας που έσωσε εκατομμύρια πρόωρα μωρά

Κληρονομικές Ασθένειες - @darkside_cookies

241 13 7
Bởi TellYourStoryGr

Τρεις μέρες μετά ανέβηκα πάνω. Η μαμά το είπε Επιστροφή στο Σπίτι. Η μαμά το είπε Δεν Έφυγες Ποτέ από Εδώ. Οι ρίζες σου είναι βαθιές, απλώνονται κάτω από το κόκκινο χώμα, φτάνουν στα βράχια και αρπάζονται από πάνω τους. Κατά μήκος των ραγών του τραίνου, οι ρίζες ήταν χοντρές, τόσο χοντρές που μετά βίας μπορούσα να δω το χώμα. Σαπισμένες. Και ανάμεσά τους ποντίκια. Κανείς δεν μπορεί να κάνει κάτι για τις ρίζες. Σε κάθε απόσταση ανάμεσα σε δύο τόπους. Σε κάθε νεκρό χώρο που έχει δημιουργηθεί ως διαφυγή. Οι ράγες και οι ρίζες και οι δύο τόποι στα δύο άκρα της χώρας. Επιστροφή, λοιπόν. Τις έβλεπα να περνάνε έξω από το παράθυρο, με το πρόσωπό μου πιεσμένο στο τζάμι, να χτυπάει πάνω του στον ρυθμό της διαδρομής. Είχα να κοιμηθώ τρεις μέρες. Πίσω από τα βλέφαρά μου είχε φωλιάσει το σχήμα του δωματίου που είχα αφήσει πίσω και φοβόμουν να τα κλείσω. Μέσα στα βλέφαρά μου, οι λύκοι. Αν το τολμούσα, θα με κατασπάραζαν.

Η μαμά δεν περίμενε στον σταθμό. Ούτε στον δρόμο. Πήρα ταξί, με την τετράγωνη βαλίτσα μου να κροταλίζει στο πορτμπαγκάζ. Δεν θυμάμαι τον ταξιτζή. Είχα μια προειδοποίηση από τον γιατρό μου πως για λίγο καιρό δεν θα έβλεπα τους άλλους ανθρώπους, ή, αν τους έβλεπα, θα μου έμοιαζαν ψεύτικοι και πλαστικοί και κάθε τους κίνηση θα μου έφερνε μια μικρή, απαίσια, προσωπική καταστροφή. Μέσα στο ταξί, ο γλοιώδης ήχος από μια τσίχλα που μασιέται και αυτή η τσίχλα γέμισε τον ουρανό με σύννεφα που απλώθηκαν πάνω από την πόλη και έπηξε τον δρόμο με κίνηση και μεγάλωσε τα ήδη γαμψά νύχια της μητέρας μου που με γρατζούνισαν όταν με πήρε αγκαλιά αργότερα. Όπως είχε πει ο γιατρός, για λίγο καιρό θα ήμουν μόνο εγώ και ο χώρος ανάμεσα στα αυτιά μου και ο χώρος ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους και τέσσερις καθρέφτες και τώρα, επιτέλους και η μητέρα μου.

Τώρα που ήρθε η ώρα να περιγράψω τη στιγμή της συνάντησης, σκέφτομαι τι πρέπει να ξεκαθαρίσω. Καταρχάς την Επιστροφή. Έφυγα από το σπίτι στα δεκαεπτά. Δεν το λέω για να περηφανευτώ για κάτι. Η μαμά μου πάντα το έλεγε Απόδραση. Το σπίτι ήταν το ξύλινο, πατρικό σπίτι με τα μικρά παράθυρα. Είχε ένα κελάρι με την είσοδό του στην κουζίνα, ακριβώς δίπλα στο λευκό ψυγείο με τα μαγνητάκια που έφερνε ο πατέρας μου από τα μακρινά του ταξίδαι, με το εμπορικό πλοίο στο οποίο δούλευε. Στο κελάρι έμπαινε κανείς ξεκλειδώνοντας την πόρτα και κατεβαίνοντας τρία σκαλιά. Δεν είχα τα κλειδιά για αυτή την πόρτα. Ήξερα, όμως, πως εκεί κρύβονταν οι λύκοι μας. Όσον αφορά τα παράθυρα, ήταν τρία. Το ένα στο σαλόνι, με μια μεταξένια, κρεμ κουρτίνα. Το άλλο, το πιο μεγάλο, στο γραφείο του πατέρα μου. Στο παιδικό υπνοδωμάτιο είχε ένα πολύ μικρό παράθυρο που ίσα χωρούσε ένα χέρι. Από εκεί, έμπαινε το θολό, ζεστό φως του καλοκαιριού και το τσουχτερό, γαλάζιο κρύο του χειμώνα. Τι ήταν τελικά αυτό το σπίτι; Το είδα ολόκληρο μονάχα όταν στάθηκα στον λόφο στην αντίπερα πλευρά του λιβαδιού και ήταν καλυμμένο από ένα τόσο παχύ σύννεφο που δεν μπορούσα να ξεχωρίσω τους τοίχους του.

Το μόνο που κατάλαβα. Τα σπίτια είναι ξύλινα, όπως και οι ρίζες. Μερικές φορές σαπίζουν και τότε σαπίζουν και οι ρίζες. Όταν οι ρίζες σαπίζουν, γεμίζουν ποντίκια. Τα ποντίκια μεταφέρουν αρρώστιες. Όλα αυτά είναι γνωστά, δεν λέω κάτι καινούριο.

Το πρόβλημα μου με την Επιστροφή είναι πως έχει αυτό το κεφαλαίο Ε, που μου θυμίζει άγκυρα, σαν αυτές που ρίχνανε τα πλοία του πατέρα μου στη Σιγκαπούρη, στο Χονγκ Κονγκ και στο Λονγκ Άιλαντ. Αυτή η άγκυρα έχει τρία μέρη, ο κεντρικός πάσσαλος χώνεται στο στομάχι σου, ο πάνω στον λαιμό σου και ο άλλος καρφώνεται στο χώμα ανάμεσα στα πόδια σου. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν υπερηφανεύομαι για κάτι. Όταν είδα τη μητέρα μου, βούλιαξε μέσα μου τόσο βαθιά που το ένιωσα να ανοίγει μια τεράστια πληγή και, τότε, για πρώτη φορά μέσα σε τρεις μέρες, μια εικόνα άρχισε να μοιάζει αληθινή. Αυτή η γυναίκα στην είσοδο του σπιτιού, με τη ρόμπα της και τις γούνινες παντόφλες και την κεραμική κούπα με το τσάι στο χέρι. Στάθηκα για λίγο στην αυλόπορτα. Είχε δίκιο. Είχα Επιστρέψει.

-

Δεν θέλω να περιγράψω την πρώτη συζήτηση με τη μητέρα μου γιατί μου είναι αβάσταχτη. Λέω ψέματα. Δεν θέλω να την περιγράψω επειδή ήταν αυτό ακριβώς που ήθελα να ακούσω.

Έχτισα το σπίτι μου στην άλλη άκρη της χώρας και το έχτισα με ξύλα και το έχτισα με τεράστια παράθυρα. Μου είπαν: Για να κάνεις ένα σπίτι πιο μεγάλο, βάλε του καθρέφτες. Μεγάλους, υπέροχους καθρέφτες με χρυσές κορνίζες. Έξω από τα παράθυρα, η θέα έφτανε μέχρι τον ορίζοντα και εγώ στεκόμουν μπροστά στον καθρέφτη και μέσα στον καθρέφτη το δωμάτιο και μέσα στο δωμάτιο ο καθρέφτης και μέσα στον καθρέφτη το δωμάτιο και στη μέση εγώ και εγώ και εγώ και εγώ και εγώ και εγώ και εγώ, να γυρίζω το κεφάλι μου γύρω-γύρω σε άπειρες, επαναλαμβανόμενες, λιλιπούτιες απεικονίσεις. Και στη μέση του δωματίου με τους τέσσερις καθρέφτες έβαλα τη σκαλιστή κούνια. Την είχα αγοράσει από ένα παζάρι και τη διάλεξα επειδή η πωλήτρια δεν μου υποσχέθηκε απολύτως τίποτα, ούτε ψηλά, προστατευτικά ξύλα, ούτε μαλακά μαξιλάρια και παπλώματα, όπως ήταν η συνήθεια ή, τέλος πάντων, όπως νόμιζα εγώ ό,τι ήταν. Ανακάτεψα το χώμα ώστε να γίνει αφράτο και ελαφρύ με χώρο για άπλετο οξυγόνο. Είχαν δίκιο για τους καθρέφτες. Το δωμάτιο ήταν τεράστιο.

«Είναι καλύτερα έτσι». Αυτό ήταν που μου είπε η μαμά. Αυτό ήταν που δεν τολμούσε να πει κανείς. Αυτό ήταν που ήρθα στην άλλη άκρη της χώρας για να ακούσω. «Αυτά τα πράγματα δεν συμβαίνουν χωρίς να υπάρχει λόγος».

Είχαμε κάτσει στην κουζίνα για το τσάι. Στην κουζίνα, δηλαδή τον απαγορευμένο κήπο των παιδικών μου χρόνων. Επιτέλους το κελάρι. Επιτέλους και το στοίχειωμα. Επιτέλους είχε δει τους λύκου στα βλέφαρά μου. Δεν υπήρχε λόγος να προσποιούμαστε πως ήταν μυστικό. Αυτό που δεν της είπα αλλά είμαι σίγουρη πως γνώριζε ήταν πως στο δικό μου σπίτι βρίσκονταν έξω από το παράθυρο και για να τους δεις το μόνο που χρειαζόταν ήταν να ανοίξεις το παντζούρι.

Κάπνιζε. Το σύννεφο του καπνού καθόταν από πάνω μας. Είχα ετοιμάσει κάθε μου λέξη, όπως ετοιμάζει κανείς πράγματα που δεν πρόκειται ποτέ να εκφράσει, πράγματα που δεν μπορούν να εκφραστούν, πράγματα που προσπαθούσα να ξύσω χρόνια από το πίσω μέρος του λαιμού μου. Αίμα στον λαιμό μου. Αίμα στα δόντια μου. Τι να το κάνω αυτό το αίμα, μαμά; Να το βάλω σε μια κούνια; Να το δω να εξαφανίζεται; Να το κάνω χώρο; Όπως το έκανες εσύ; Να το χτίσω σε ένα δωμάτιο; Ή μήπως, να το κάνω λέξεις; Να το γυρίσω πίσω στις λέξεις; Αγαπητή μαμά. Αγαπημένη. Ναι, ήταν Απόδραση. Έτσι γίνεται λέξη. Έτσι φεύγει από το δωμάτιο των τεσσάρων τοίχων, με το μικρό-μικρό παράθυρο. Έτσι, μπορώ να σε κοιτάξω στα μάτια και να σου το πω. Εσύ το είπες Απόδραση και το ονόμασες, όπως ο Αδάμ ονόμασε κάθε πτυχή του παραδείσου και όπως το ονόμασες έτσι και το καταδίκασες και με ανάγκασες να φτάσω στην άλλη άκρη της χώρας και να απλώνω, να απλώνω, να απλώνω τον χώρο, μέχρι να φτάσει στο άπειρο. Αυτό που δεν μου είπαν για το άπειρο, ήταν πως είναι ένα άλλο είδος φυλακής. Μια φυλακή που και από εκεί μπορεί κανείς να αποδράσει. Αγαπημένη, μαμά. Από όλα τα μέρη που υπάρχουν λύκοι, τα παιδιά προσπαθούν να αποδράσουν. Τι θα κάνεις για αυτό; Τι θα κάνω εγώ;

-

Πριν από τρεις μέρες εξαφανίστηκε η κόρη μου. Μου είπαν πως είναι λογικό. Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε μικρά δωμάτια, εξαφανίζονται από τα μικρά παράθυρα. Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε μεγάλα δωμάτια, εξαφανίζονται από τους μεγάλους καθρέφτες. Δεν μπορείς να φτιάξεις άλλου είδους δωμάτια. Αυτό είναι γνωστό, δεν λέω κάτι καινούριο. Και αφού κάτι είναι γνωστό, είναι κάτι για το οποίο δεν μιλάει κανείς. Σε ποιον, λοιπόν, θα μπορούσα να πάω; Εσύ το είπες Επιστροφή στο Σπίτι. Κάποτε μου ήταν αβάσταχτο, τώρα μου μοιάζει σαν κάτι άλλο. Εσύ στην κουζίνα και εγώ στην αυλόπορτα και η κόρη μου κάπου μέσα στον καθρέφτη. Εγώ, τώρα, στην κουζίνα, να κλαίω όσο οι λύκοι αλυχτάνε. Το παιδί μέσα μου να κλαίει. Ξέρουν και ξέρω. Οι ρίζες μου είναι όντως βαθιές. Δεν έφυγα ποτέ από εδώ.

Đọc tiếp

Bạn Cũng Sẽ Thích

87.1K 342 10
Διάφορες ερωτικές ιστορίες . . . . . . . . Διαβάζετε με δικιά σας ευθύνη ⚫️⚫️⚫️
54K 229 9
Αυτά είναι παρτ δικά μου με σεξουαλικο περιεχόμενο είναι για άτομα άνω των δεκαέξι ετών (16+) Περιέχουν αρκετό BDSM και ακατάλληλη γλώσσα Μην αντι...
132K 5.5K 28
η Ειρήνη, μια 18 κοπελα που ψαχνει σπιτι στην Θεσσαλονίκη, για τα φοιτητικά την χρόνια, αποφασιζει να συγκατοικήσει. Αν και δεν είχε σκοπό να συγκατο...