ΑΝΑΡΜΟΣΤΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ - ΣΙΡΟΚΟΣ

By love_effect

11.7K 1.2K 212

ΡΟΜΑΝΤΙΚO ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΕΠΟΧΗΣ. ...Τις λαγόνες του σάρωναν κύματα έξαψης στη σκέψη της και μόνο. Ο φαλλός του σκ... More

ΑΘΕΑΤΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ
ΚΕΦ 1
ΚΕΦ 2
ΚΕΦ 3
ΚΕΦ 4
ΚΕΦ 5
ΚΕΦ 6
ΚΕΦ 7
ΚΕΦ 8Α
ΚΕΦ 8Β
ΚΕΦ 9
ΚΕΦ 10
ΚΕΦ 11
ΚΕΦ 12
ΚΕΦ 13
ΚΕΦ 14
ΚΕΦ 14Β
ΚΕΦ 14Γ
ΚΕΦ 15
ΚΕΦ 16
ΚΕΦ 17
ΚΕΦ 18
ΚΕΦ 19
ΚΕΦ 20
ΚΕΦ 21
ΚΕΦ 22
ΚΕΦ 23
ΚΕΦ 24
ΚΕΦ 25
ΚΕΦ 27
ΚΕΦ 28
Σοφία - Βίκτορας // Αλεξάντερ - Μαντλίν

ΚΕΦ 26

322 35 7
By love_effect


Ο Νικ Όμο στεκόταν μεταξύ του κεντρικού καταρτιού και του Πέρσιβαλ, προκειμένου να προφυλάσσεται από το παγωμένο αεράκι που φυσούσε ολημερίς και έκανε τους ελαφροντυμένους να ριγούν κάθε τόσο. Έτριβε δυνατά τα χέρια του και τα χνώτιζε.

Όσο οι βαστάζοι φόρτωναν τα εμπορεύματα στον Σιρόκο, επιθεωρούσε με ερευνητικό βλέμμα το γραφικό λιμάνι του Μπατσιρίου, που με τη φαινομενική ηρεμία του, τα πολυτελή πανδοχεία του και τη μικρή αγορά με τα δεκάδες κιόσκια που πουλούσαν ότι λαχταρούσε η ψυχή σου, σε ξεγελούσε πως αυτός ο τόπος ήταν φιλόξενος.

- Βαρύ χειμώνα θα έχουμε φέτος Πέρσιβαλ. Κάνει ψόφο και είναι μόλις Νοέμβριος.

- Έτσι λένε τα σημάδια του καιρού Νικ.

Ο Νικ έδωσε μια αγκωνιά στο φίλο του και του έγνεψε με το κεφάλι προς την αποβάθρα. Ένας νεαρός άντρας ίππευε γρήγορα προς το μέρος τους, ύστερα χύθηκε από το άλογο του και ανέβηκε σβέλτα την αναβάθρα του Σιρόκου.

- Πρέπει να μιλήσω στον καπετάνιο Κρις Κοχέιν, με στέλνει ο κυβερνήτης Σεμπάστιαν Κόμεν, είπε με μια ανάσα και όταν εξέπνευσε σχημάτισε ένα πυκνό λευκό συννεφάκι.

Άνοιξε τη μάλλινη κάπα του και το μοναδικό, κατά πως τους φάνηκε, χέρι του έβγαλε ένα χαρτί με την σφραγίδα του κυβερνήτη πιστοποιώντας ότι ήταν ακόλουθος του και μια σύντομη κακογραμμένη επιστολή που παρέδωσε στον Πέρσιβαλ. Οι δυο άντρες διάβασαν την επιστολή.

- Πότε συνέβη; Ρώτησε ο Πέρσιβαλ.

- Πριν από μια ώρα υποπλοίαρχε, απάντησε ο ακόλουθος, του οποίου η νευρικότητα αυξανόταν και κόμποι ιδρώτα μαζεύονταν στο μέτωπο του όσο κυλούσαν τα δευτερόλεπτα.

- Ταξίδευε μόνος;

- Όχι, ήταν και μια κυρία μαζί του.

Ο Νικ σφύριξε δυνατά και φώναξε ένα συνθηματικό που ακούστηκε σαν κρώξιμο γλάρου. Ένα δεύτερο σφύριγμα ακούστηκε από το Ασημένιο Κοράλλι που είχε αράξει δίπλα από το μπρίκι και ένας ναύτης φάνηκε να τρέχει προς την πρύμνη του.

- Σε περιμένουν. Βιάσου, είπε ο Νικ και του επέστρεψε τα χαρτιά.

Ο νεαρός άντρας με εντυπωσιακή σβελτάδα και θεαματικά σάλτα βρέθηκε σύντομα στο κατάστρωμα του κλίππερ. Υποκλίθηκε γέρνοντας ελαφρά το κεφάλι, χαιρετώντας τον καπετάνιο και του έδωσε τα χαρτιά.

Ο Κρις τα διάβασε προσεκτικά.

- Πόσοι ήταν οι ληστές;

- Μια ντουζίνα τουλάχιστον.

- Που συνέβη;

- Στον κεντρικό δρόμο, τον πληρωμένο για τα εμπορεύματα. Η ιδιωτική φρουρά έφθασε πολύ αργά.

- Σε τι κατάσταση είναι η υγεία του κυβερνήτη;

- Έχει χάσει πολύ αίμα καπετάνιε μου, αλλά είναι θεριό, βαστά γερά, αποκρίθηκε ο ακόλουθος και ένα φάντασμα χαμόγελου στοίχειωσε φευγαλέα τα χείλη του.

Ο χρόνος γιατρεύει τις πληγές, έλεγαν οι σοφοί. Μετά λύπης του ανακάλυψε ότι οι δικές του ακόμα έχασκαν ορθάνοικτες, μάτωναν και τον έκαιγαν. Ο τελευταίος άνθρωπος που θα ήθελε να δει, ακόμα και αν είχε ξεμείνει μόνος πάνω σε βραχονησίδα για χρόνια, θα ήταν ο Σεμπάστιαν Κόμεν.

Ωστόσο η συνείδηση του άρπαξε τη μπουρού της ηθικής του και έσκουζε να μην αρνηθεί την προστασία του στον πληγωμένο άντρα.
Ύψωσε το βλέμμα στο αχνογάλανο σεντόνι του ουρανού που τους σκέπαζε. Στο βάθος του ορίζοντα μια μαύρη στρατιά από σύννεφα πλησίαζε απειλητικά.

- Σε πόση ώρα θα είναι εδώ ο κυβερνήτης ;

- Πρέπει να είναι μισή ώρα μακριά καπετάνιε μου, ίσως λιγότερο, απάντησε ο νεαρός άντρας που τώρα έγερνε από την ανάπηρη πλευρά του λες και η φυσιολογική τον βάραινε.

- Πολύ καλά θα περιμένω.

- Θα το μεταβιβάσω καπετάνιε, αποκρίθηκε πνιχτά. Κατέβηκε τρέχοντας από το καράβι, ίππευσε το άλογο του με εκπληκτική δεξιότητα και εξαφανίστηκε.

Πράγματι αφού πέρασαν κάμποσα λεπτά και όσο ο Κρις στεκόταν στην πλώρη και επέβλεπε την φόρτωση των τελευταίων βαρελιών, είδε μια άμαξα να σταματά στην προβλήτα μπροστά από την ανάβαθρα του Σιρόκου.

Ο Σεμπάστιαν Κόμεν βγήκε από την καμπίνα υποβασταζόμενος από τον αμαξά του. Το παλτό του ήταν σχισμένο και στο πουκάμισο του υπήρχαν αίματα. Είχε έναν χοντρό επίδεσμο γύρω από το κεφάλι του, ο οποίος μισοκρυβόταν κάτω από το καπέλο του. Φαινόταν ταλαιπωρημένος αλλά προσπαθούσε να περπατά στητός.

Ο αμαξάς μιλούσε στον κυβερνήτη ακατάπαυστα και σιγανά κοντά στο αυτί του, όσο τον βοηθούσε να προσεγγίσει το καράβι. Όταν έφτασαν μπροστά από την αναβάθρα ο άντρας ίσα που πρόλαβε να τον συγκρατήσει. Ο Κόμεν δεν σήκωσε το πόδι του αρκετά ψηλά και συγκρούστηκε με το κάθετο μέρος του ξύλου της. Παραλίγο και θα βρισκόταν πεσμένος μπρούμυτα. Ο οξύς πόνος που τόν διαπέρασε εξανέμισε την υποτυπώδη ψυχραιμία του. Εκνευρισμένος έβαλε τις φωνές.
Κατόπιν, ξαναδοκίμασε, βάζοντας διστακτικά το ένα του πόδι στη σκάλα ενώ τα χέρια του υψώθηκαν και ψηλάφισαν τα πλαϊνά σχοινιά. Ο Κρις τον είδε να κάνει ενστικτώδη άλματα, γεμάτα φόβο, λες και η σκάλα είχε πιάσει φωτιά και να σταματά ξεφυσώντας, μόλις πάτησε στο κατάστρωμα.

Ο ακόλουθος, που κρατούσε τη βαλίτσα του Κόμεν με το μοναδικό του χέρι, βρέθηκε αμέσως δίπλα του. Άφησε τη βαλίτσα στο κατάστρωμα και έπιασε αγκαζέ τον κυβερνήτη. Ήταν φανερό πλέον. Ο άνθρωπος είχε χάσει την όραση του.

- Που είναι ο καπετάνιος; φώναξε με νεύρο στέκοντας ακίνητος, ανήμπορος να προσανατολιστεί.

- Έρχεται κύριε Κόμεν. 

Το χέρι του Σεμπάστιαν τινάχτηκε και άρπαξε τυχαία το μπράτσο του Πέρσιβαλ.
- Είμαι στον Σιρόκο; 

- Είστε στον Σιρόκο κυβερνήτη, απάντησε με καθησυχαστική φωνή.

- Που είναι ο καπετάνιος; ρώτησε τρέμοντας.

Ένα δυνατό αντρικό χέρι γράπωσε τον βραχίονα του και ένα άλλο έσφιξε την παλάμη του για να τον χαιρετήσει.

- Εδώ είμαι κυβερνήτη, Καπετάνιος Κρίστοφερ Κοχέιν , ανέφερε αλλά δεν μπόρεσε να προχωρήσει το λόγο του και να αποδώσει τα σέβη του. Το μόνο που επιθυμούσε ήταν να πάρει το λαιμό του πληγωμένου άντρα στα χέρια του και να τον αποτελειώσει.

- Σεμπάστιαν, διόρθωσε ξερά ο άντρας δίχως να στολίσει την επικοινωνία με τους τίτλους του. Ο Κρις μειδίασε στραβά υψώνοντας τo ένα φρύδι. Παραξενεύτηκε. Συνήθως οι πολιτικοί ήταν εκείνο το είδος των αριστοκρατών που λάτρευαν τις πομπώδεις χαιρετούρες, με συνοδεία της απαρίθμησης των τίτλων τους, ακόμα και στις πιο ακατάλληλες ή επείγουσες καταστάσεις.

Στο μυαλό του όμως τρύπωσε η ανησυχία για την Λίλιαν. Ο ακόλουθος του κυβερνήτη είχε αναφέρει στον Πέρσιβαλ πως μια γυναίκα τόν συνόδευε.

Σχολίασε ευγενικά μα άχρωμα, με έναν κόμπο να του πνίγει τον λαιμό.

- Με ενημέρωσαν πως σας συνόδευε μια κυρία ...

Ο Κόμεν τον διέκοψε ανεμίζοντας το χέρι του, εννοώντας πως δεν τον ενδιέφερε η συγκεκριμένη γυναίκα.

- Ανάξιο αναφοράς. Μπορούμε να φύγουμε, με συγχωρείτε αν σας καθυστέρησα, απολογήθηκε και ένα κόκκινο ρυάκι άρχισε να τρέχει στο μάγουλο του από τον πλημμυρισμένο με αίμα επίδεσμο στο κεφάλι του.

- Περάστε στις καμπίνες, έχουμε γιατρό στο καράβι για να κοιτάξει τα τραύματα σας.

- Έχετε δυο, μόνο που ο υποφαινόμενος είναι για λίγο παροπλισμένος, πρόσθεσε αστειευόμενος, κάνοντας μια απόπειρα να χαμογελάσει, φανερά εξαντλημένος μα πιο ήρεμος. Ευχαριστώ, είπε ξέπνοα τη στιγμή που κατέρρεε στο κατάστρωμα.

---------------------

Είχαν περάσει πάνω από δώδεκα ώρες όταν ο Σεμπάστιαν Κόμεν άνοιξε ξανά τα μάτια του. Το πίσω μέρος του κεφαλιού του, που είχε δεχτεί το βαρύ κτύπημα, είχε διογκωθεί. Ο γιατρός Ντόμινικ ήταν συνέχεια δίπλα του. Είχε δυσκολευτεί να σταματήσει την αιμορραγία και το κέντημα από ράμματα που είχε κάνει στο κεφάλι του ήταν εντυπωσιακό. 

Σαν χάρτης θησαυρού, είχε σχολιάσει  ο μάγειρας Ταλού στους υπόλοιπους ναύτες την ώρα του μεσημεριανού γεύματος.

Ο καπετάνιος επισκεπτόταν συχνά την καμπίνα του Νικ Όμο που φιλοξενούσε τον πληγωμένο άντρα. Ο Ντόμινικ, τις πρώτες στιγμές, αδυνατούσε να διαγνώσει εάν ο κυβερνήτης θα επιβίωνε από ένα τέτοιο κτύπημα και αν τα κατάφερνε, με τι κουσούρια θα τόν στιγμάτιζε. Κενά μνήμης, έλλειψη όρασης, αστάθεια, πρόβλημα στην ομιλία. Ο κατάλογος ήταν μακρύς.

Ευτυχώς, όταν επέστρεψε στην πραγματικότητα, τα πρώτα δείγματα έδειχναν μόνο αστάθεια στις περιορισμένες κινήσεις των χεριών του και έλλειψη όρασης. Η ομιλία του ήταν κανονική και το μυαλό του δούλευε σαν καλοκουρδισμένο ρολόι.

- Πήγαινε να ξεκουραστείς Ντομ.

- Πρέπει να μείνει κάποιος μαζί του καπετάνιε.

- Μόλις τελειώσουν το γεύμα τους οι αξιωματικοί, θα πω στον Νικ να καθίσει με τον κυβερνήτη.

- Όπως θέλετε καπετάνιε.

Ο γιατρός μάζεψε τα εργαλεία του, τα τοποθέτησε μέσα στην τσάντα του και αποχώρησε με δυναμικό βήμα από την καμπίνα. Ο Κρις ετοιμάστηκε να τον ακολουθήσει αλλά η αδύναμη φωνή του πληγωμένου άντρα τον σταμάτησε.

- Είναι όλη δική σου, υπήρξε μια υπόσχεση που έπρεπε να εκπληρώσουμε από κοινού και εσπευσμένα.

Ο Κρις γύρισε προς το μέρος του και τον κοίταξε ξαφνιασμένος. Ο Σεμπάστιαν συνέχισε,

...Σήκωσες πολύ σκόνη όταν άρχισες να την ψάχνεις ως Μπαλιέν ...

- Για τη δεσποινίδα Νουράνο μιλάς;

Ο πληγωμένος άντρας χαμογέλασε με κόπο.

- Συνεννοούμαστε... χαίρομαι... αν και την αναζήτησες δεν απάντησες στις επιστολές της.

- Φαντάζομαι ότι το εκτίμησες δεόντως.

- Δεν το έκανες για μένα...

Τα δάκτυλα του ακούμπησαν ανάλαφρα το πίσω μέρος του κεφαλιού του, ψηλαφίζοντας τον επίδεσμο στην πονεμένη περιοχή.

- Όχι δεν το έκανα για σένα, ήταν μια προσωπική απόφαση. Εσύ τι ρόλο παίζεις στη ζωή της;

Είμαι ο προστάτης της.

Ο πληγωμένος άντρας ανασηκώθηκε με κόπο και κάθισε στο κρεβάτι ενώ ένας μορφασμός πόνου αλλοίωσε τα χαρακτηριστικά του. Ο Κρις ακούμπησε με τον ώμο του πάνω στο κάσωμα της πόρτας που έτριξε και έπλεξε τα χέρια στο στήθος του.

- Υποθέτω πως έχεις κι άλλα να πεις...

- Αν θέλεις να ακούσεις...

- Δεν με αφορά πλέον. Της έδωσα επιλογή. Διάλεξε εσένα, τόσο απλά.

- Με κολάκευσε η επιλογή της, μα δεν είχε τον χαρακτήρα που της απέδωσες. Τη λατρεύω, δεν το αρνούμαι. Δεν έχουμε συγγένεια εξ αίματος και θα μπορούσα να λειτουργήσω διαφορετικά.

- Δεν διακρίνω κάποιο εμπόδιο.

- Είναι πολλοί και σοβαροί οι λόγοι. Ο λιγότερο σημαντικός είναι πως μου αρέσουν οι κάπως μεγαλύτερες γυναίκες. Γύρω από την ηλικία μου. Τα δεκατρία χρόνια διαφορά είναι μεγάλο χάσμα για μένα. Βεβαίως είναι ένα πανέμορφο, ευαίσθητο και έξυπνο πλάσμα. Ίσως σε κάποιες άλλες δεκαετίες της ζωής μας να έκτιζα γέφυρες για χάρη της.

Ο Σεμπάστιαν άκουσε με ικανοποίηση το απηυδισμένο ρουθούνισμα.
Φυσικά ο Κοχέιν θα εξακολουθούσε να δίνει αδιάφορες απαντήσεις, σκέφτηκε. Πράγματι το επόμενο σχόλιο τόν επιβεβαίωσε.

- Η υπομονή είναι σύμμαχος σου.

- Αχρείαστη σε αυτήν την περίπτωση. Παρ' όλ' αυτά αν της έδινες χρόνο θα επέλεγε διαφορετικά. Έχει περάσει πολλά. Επειδή έφερε το όνομα Μπαλιέν φοβάται την στιγμή που θα το ανακαλύψεις. Φυσικά αυτό από μόνο του δεν μπορεί να την αποτρέψει, να τρέφει αυτό το όμορφο συναίσθημα για σένα. Αυτό που κάθε άντρας ελπίζει να λάβει από την εκλεκτή της καρδιάς του... και όχι μόνο αυτό... Είσαι τυχερός.

Ο Κρις τον κοίταζε αποσβολωμένος. Δεν ήταν σίγουρος πως αντιλαμβανόταν σωστά τους συλλογισμούς του τραυματισμένου άντρα.

Το πολύπλοκο οικοδόμημα από δικαιολογίες, που είχε κτίσει με κόπο και στενοχώρια, προκειμένου να απαλλάξει τον εαυτό του από την ανάγκη της παρουσίας της στη ζωή του και που σήμαινε την επιστροφή του στην ασφάλεια και στην τάξη που του προσέφερε ο πρώην αμαρτωλός βίος του, άρχισε να γκρεμίζεται αθόρυβα.

Καλύτερα να ξεκουραστείς έχεις χάσει πολύ αίμα. Ο Ντομ είπε πως θα επιστρέψει η όρασή σου αλλά χρειάζεσαι ύπνο και ηρεμία. Αυτή η συζήτηση δεν επείγει.

Ο Κρις μετακινήθηκε και ο ήχος των βημάτων του έδειχνε πως έφευγε από την καμπίνα του Νικ. Ο Σεμπάστιαν φώναξε με όση δύναμη είχε.

- Επείγει. Δεν ήταν ληστεία το περιστατικό, μάς επιτέθηκαν... Προτιμώ να πω τώρα αυτά που έχω στο μυαλό μου και όσο το κεφάλι μου βρίσκεται στη θέση του...

Το σώμα του καπετάνιου πάγωσε. Γύρισε προς τον Κόμεν και τον μελέτησε σιωπηλά.

...Είσαι εδώ;
Διέκρινε την απόγνωση στη φωνή του.

- Εδώ είμαι, απάντησε στεγνά.

- Κάθισε καπετάνιε. Δεν θα σε καθυστερήσω.

Πήρε την μοναδική καρέκλα που υπήρχε στην καμπίνα, τη γύρισε ανάποδα και την καβαλίκευσε.

- Σε ακούω Σεμπάστιαν.

Τα λόγια του έδειξαν να ανακουφίζουν τον πληγωμένο άντρα και το πρόσωπο του ξαφνικά γαλήνεψε.

- Αγαπούσα τόσο πολύ την Αμαλία Μπαλιέν. Δεν με ενδιέφερε η καταγωγή της ή το επάγγελμα της. Είχε έναν τρόπο να σε καθηλώνει αυτή η γυναίκα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την αγωνία της. Ήρθε έξω από το πατρικό μου και με αναζητούσε. Ήταν τόσο ανυπόμονη να ταξιδέψει....

Ποτέ δεν της χάλασα χατίρι...

Η τελευταία λέξη πνίγηκε μέσα σε έναν λυγμό. Ο Σεμπάστιαν ξεροκάταπιε για να καθαρίσει την φωνή του.

...Το θυμάμαι σαν να έγινε χθες. «Κλείνει το Ίδρυμα» μου είπε, «Πάμε να πάρουμε το παιδί». Αγάπησε δυνατά τη μικρή από την πρώτη στιγμή που την είδε, αλλά οι αιτήσεις υιοθεσίας της απορρίπτονταν από τον Αλεξάντερ Κέλεαρ λόγω του επαγγέλματός της. 

«Θα την κρατήσω, να την κάνω μια Κέλεαρ» της έλεγε αλλά η Αμαλία επέμενε. Την επισκεπτόταν δυο φορές τον μήνα, κατέθετε συνέχεια νέες αιτήσεις και της έστελνε πακέτα με δώρα...

Κάναμε μόνο δυόμιση μέρες για να φτάσουμε στη Νος. Έγιναν δύο στάσεις για να αλλάξουμε άλογα, αφού σακατέψαμε δυο ζωντανά πρώτα.

Όταν φτάσαμε στο Ίδρυμα οι πόρτες ήταν ανοιχτές. Λίγα παιδιά είχαν απομείνει. Κοίταζε με αγωνία στο προαύλιο και δεν την έβλεπε. Τη θυμάμαι να λέει απελπισμένα «Δεν προλάβαμε, την πήρανε». Η απογοήτευση και η στεναχώρια τής προκάλεσαν κατάρρευση. Οι δυνάμεις της, την είχαν εγκαταλείψει, ζαλιζόταν και είχε μουδιάσει. 

....Δεν μπορούσε ούτε να περπατήσει. 

...Της είπα να με περιμένει στην άμαξα...

Η ανάσα του τώρα έβγαινε κομματιαστή και η χροιά της φωνής του είχε αλλάξει, είχε γίνει πιο βραχνή. Ακουγόταν πιο αδύναμα. Τα μάτια του θολά από το κτύπημα και κατακόκκινα από τον πυρετό που έβραζε το κορμί του, στέκονταν στο κενό. Οι μόνες εικόνες που μπορούσε να διακρίνει ήταν εκείνες που ξέθαβε η μνήμη του.

...Στο προαύλιο υπήρχε αναστάτωση. Μπήκα μέσα στο κτίριο, άρχισα να ψάχνω στους διάδρομους και τα δωμάτια και έπεσα πάνω στο μεγαλύτερο πλιάτσικο που είχα δει στη ζωή μου. Έπαιρναν ότι έβρισκαν μπροστά τους κρεβάτια, τραπέζια, κουρτίνες, καρέκλες, τα πορτόφυλλα από τα παράθυρα μέχρι και καρφιά από τους τοίχους ξήλωναν. 

...Η μικρή δεν ήταν πουθενά...

Ψυχοπλακώθηκα, αναρωτιόμουν πως θα της το έλεγα. Ήθελε τόσο πολύ το παιδί. Μάρτυρας μου ο Θεός πόσο είχα προσπαθήσει για να της κάνω ένα, όταν επιτέλους σταμάτησε να πουλάει το κορμί της, αλλά ήταν αδύνατο να συμβεί. Η δουλειά της την υποχρέωνε, για ένα μεγάλο διάστημα, να καταπίνει σκευάσματα για να αποφεύγονται πιθανές εγκυμοσύνες. Είχε καταστρέψει κάθε δυνατότητα να τεκνοποιήσει...

...Βγήκα στο προαύλιο και κοίταξα τον χαμό που γινόταν γύρω μου και τότε είδα το κατάξανθο αγγελούδι να κάθεται μονάχο σε ένα παγκάκι κάτω από την καρυδιά...

Για μια στιγμή η ανάμνηση της μικρής Λίλιαν τον έκανε να χαμογελάσει.

...Ποσό να ήταν; Δέκα χρονών; Ήταν τόσο αδύνατη και μικροκαμωμένη. Την πλησίασα και κάθισα δίπλα της...

...Τη θυμάμαι να με κοιτάζει με τα πελώρια μάτια της δακρυσμένη και να μου λέει «πέθανε ο παππούς μου» και μετά να δείχνει με το δακτυλάκι της τον κόσμο που μπαινόβγαινε φορτωμένος, «Αυτοί οι άνθρωποι παίρνουν τα πράγματά μας. Αυτό είναι το κρεβάτι μου».

Της είπα να μην ανησυχεί....

Έκανε παύση. Ανέπνεε πιο δύσκολα. Η ανάσα του σφύριζε. Το μέτωπο του μούσκευε από τον ιδρώτα.

- Μην μιλάς άλλο. Ξεκουράσου, τον συμβούλεψε ήρεμα ο Κρις.
Το πρόσωπο του έγινε σκυθρωπό ακούγοντας τα λόγια. Το χέρι του έπεσε βαρύ στο γόνατο του Κρις τυχαία μα εύστοχα, σαν να τον προειδοποιούσε να μην διακόπτει.

.... Της είπα να μην ανησυχεί. Ο παππούς είχε κανονίσει ένα καλό και ασφαλές σπίτι για εκείνη. Η λέξη ασφαλές με στοιχειώνει από τότε και με τα όσα ακολούθησαν. Ο Οίκος Μπαλιέν μπλέχτηκε σε μεγάλα πολιτικά σκάνδαλα...

...Δεν θα ξεχάσω πόσο έλαμψε το μουτράκι της από χαρά...

...Την πήρα από το χέρι και την παρέδωσα στην Αμαλία...

...Ένα ξένο παιδί ήταν το ωραιότερο δώρο που έχω κάνει σε γυναίκα. Ποτέ δεν κατάλαβα τους ανθρώπους που χτυπούν ή εγκαταλείπουν τα παιδιά τους... 

Αναστέναξε βαθιά.

... Ανόητοι άνθρωποι...

... Επιστρέψαμε στην Αρζάνη... Η μικρή έμεινε πέντε χρόνια δίπλα στην Αμαλία που την μετέτρεπε αργά μα σταθερά σε μια γνήσια Μπαλιέν.

Ο Σεμπάστιαν εισέπνευσε δυνατά και ξερόβηξε, η φωνή του έγινε ψιθυριστή πλέον μιλούσε με μεγάλα κενά.

...Εννοώ την αριστοκρατική εκλεπτυσμένη έκδοση των Μπαλιέν....

Μετά τη δολοφονία της αδερφής της όμως... την απομάκρυνε από κοντά της... και μένα μαζί...

Της πήρε γκουβερνάντες,... μια βίλα στην Νεστόρια ...και δυο καταστήματα στην Αρζάνη... 

...Όταν αρρώστησε η Αμαλία... με όρκισε να σβήσω κάθε ίχνος των Μπαλιέν από πάνω της.... και να την προσέχω.... και από τότε αυτό κάνω...

Τα μάτια του έκλεισαν και έμεινε τελείως ασάλευτος. Το πρόσωπο του και ο λαιμός του γυάλιζαν από τον ιδρώτα που έτρεχε αδιάκοπα. Τα χείλη του μισάνοιξαν και ψιθύρισε.

...Μην την ειδοποιήσετε, θα τη δω όταν θα είμαι καλύτερα... Δεν θέλω να τρομάξει.... 

...Αν μου συμβεί κάτι πιο... κατάπιε με δυσκολία... Μην την αφήσεις μόνη της, θα την ξεσκίσουν τα τέρατα.

Ο κυβερνήτης σιώπησε απότομα και βυθίστηκε σε βαθύ ύπνο.

O Κρίστοφερ ακούμπησε το μέτωπο στους βραχίονες του. Είχε κάνει ένα μεγάλο σφάλμα. Είχε βιαστεί να συμπεράνει αυτό που πρόσταξαν οι φόβοι και οι ανασφάλειες του, συνοδεύοντας το συμπέρασμα του με μια απαράδεκτη συμπεριφορά απέναντι της.

Είχε διαβάσει την πρώτη ολιγόλογη επιστολή της αλλά δεν είχε ανταποκριθεί. Του ζητούσε να συναντηθούν, για να του εξηγήσει. Εκείνος όμως δεν ασχολιόταν με δεσμευμένες γυναίκες. Ήταν ένας απαράβατος κανόνας στη ζωή του.

Η γυναίκα είχε επιμείνει. Είχε στείλει και άλλες δυο, μερικές μέρες αργότερα, οι οποίες παρέμειναν σφραγισμένες όταν κατέληξαν στο καλάθι απορριμμάτων του γραφείου του.

Μετά, δεν έλαβε ξανά νέα της. Είχε παραιτηθεί από κάθε προσπάθεια να τον προσεγγίσει, δικαιολογημένα γιατί δεν της απαντούσε, μα κάνοντας τον να αισθάνεται παράλογα δυστυχισμένος.

Η καρδιά του βρόνταγε δυνατά στο στήθος του και η ανάσα του έβγαινε λαχανιασμένη. Κοίταξε τον Κόμεν. Ήταν μια αντίφαση, η αναπνοή του ήταν ρυθμική και ήρεμη όπως ενός φυσιολογικού ανθρώπου, αντίθετα από την όψη του που έμοιαζε με κάποιον που τα κρύα δάχτυλα του θανάτου είχαν αγγίξει για λίγο το κορμί του. Σηκώθηκε αθόρυβα από την καρέκλα και έφυγε από την καμπίνα. Όλες οι σκέψεις του πέταξαν προς μια κατεύθυνση. Την δική της.

Έφτασαν στο λιμάνι της Νος όταν ο στρογγυλός ήλιος κοκκίνιζε. Ο Σεμπάστιαν δεν είχε ξυπνήσει ακόμα από τον βαθύ ύπνο αλλά ο Ντομ δεν ανησυχούσε.

- Τα πάει καλά. Είναι γερό σκαρί, θα τα καταφέρει, επαναλάμβανε χαμογελώντας θριαμβευτικά.

Ο τραυματισμένος άντρας παρέμεινε στην καμπίνα του Νικ μέχρι να φτάσει η νοσοκομειακή άμαξα στην αποβάθρα. Τέσσερις γεροδεμένοι βαστάζοι ανέβασαν το φορείο στο κατάστρωμα του Σιρόκου και ο Νικ τους οδήγησε στην καμπίνα του. Έπειτα από δύο λεπτά το φορείο κατηφόριζε αργά την ξύλινη αναβάθρα πάνω στους στιβαρούς ώμους τους. Ο Σεμπάστιαν δεν είχε ανοίξει ακόμα τα μάτια του. Ο Μορφέας τον κρατούσε δέσμιο των ονείρων του για να απαλύνει τον πόνο του. Ο γιατρός Ντομ, ο ακόλουθος του κυβερνήτη και ο υποπλοίαρχος Πέρσιβαλ Λαρόκ συνόδευαν τον άρρωστο. 

Ο καπετάνιος στήριξε τους αγκώνες του στην ξύλινη κουπαστή παρατηρώντας το σκηνικό. Έστρεψε το κεφάλι του στ' αριστερά, για να ελέγξει τα κιβώτια που ξεφόρτωναν από τα αμπάρια και τα στοίβαζαν στην προβλήτα σε σχήμα πυραμίδας. 

Στο βάθος, το φως της Δύσης ξεθώριαζε θαμπώνοντας τον ορίζοντα.

Στην αποβάθρα, πλήθος περίεργου κόσμου κύκλωνε τη νοσοκομειακή άμαξα που ανέμενε τον ασθενή της. Ένα ενοχλητικό προαίσθημα τον τσίγκλησε, αφήνοντας μια πικρή γεύση στο στόμα του μα δεν μπόρεσε να το αποκρυπτογραφήσει.

Εξαντλημένος από το πολύωρο και ιδιαίτερο ταξίδι και ελάχιστες στιγμές προτού φτάσει το φορείο στον προορισμό του, βημάτισε νωχελικά προς την καμπίνα του. Τα μάτια του φευγαλέα έπεσαν στα θαμπά παράθυρα της για να διαπιστώσουν την προκαθορισμένη συνέχεια. Πράγματι το φορείο είχε φτάσει στο σημείο και οι πίσω πόρτες της άμαξας άνοιγαν.

Κατευθύνθηκε προς το γραφείο του. Δεν πρόλαβε να καθίσει στην καρέκλα του. Ο πυροβολισμός που αντιλάλησε στα βουνά της Νος και οι γυναικείες στριγκλιές έκοψαν το αίμα του. Άκουσε το ποδοβολητό του πληρώματος στο κατάστρωμα και τις άναρθρες κραυγές τους. Βγήκε έξω τρέχοντας και κοίταξε ταραγμένος γύρω του. Ο κόσμος που είχε μαζευτεί γύρω από το όχημα, σκόρπιζε άτακτα προς κάθε κατεύθυνση. Δυο φρουροί έτρεχαν στον στενό πλαϊνό δρόμο της ναυτιλιακής Κόραλ σαν να κυνηγούσαν κάποιον.

Δεν κατάλαβε πότε ο Πέρσιβαλ βρέθηκε πλάι του.

- Είναι νεκρός, τον πυροβόλησαν στο κεφάλι, ανέφερε με σπασμένη φωνή.

Continue Reading

You'll Also Like

23.2K 2K 35
•Gods Of Underworld Series {G.O.U.S.}:Book4• Η Περσεφόνη και ο Άδης έκαναν τον Έκτορα και την Μαργαρίτα. Και ο Έκτορας, με την σειρά του, μαζί με την...
22.9K 1.9K 34
Και το αδύνατο γίνεται ένας δυνατός έρωτας!" Αν ένα λουλούδι μπορεί να γεννηθεί στην έρημο τότε μπορεί και ένας έρωτας από το μίσος και την εκδίκηση...
62.1K 4.5K 35
Ενα τρένο με προορισμό την Ολλανδία θα γίνει η αίτια για μια γνωριμιά , μια γνωριμιά ικανή να αλλάξει ριζικά τις ζωές δυο τελείως διαφορετικών ανθρώπ...
Hades... By SoultanaVas

Historical Fiction

47.5K 3.6K 23
•Gods Of Underworld Series {G.O.U.S.}:Book1• Τι γίνεται όταν ο άρχοντας του σκότους ερωτεύεται ένα όμορφο λουλούδι; Αρχίζει να το θέλει και θα κάνει...