Η ομορφιά του σκότους

By SweetMaria20

20.1K 2.3K 917

Πίσω από κάθε ομορφιά, κρύβεται το σκότος. More

Περίληψη
Πρόλογος
Κεφάλαιο 1
Κεφάλαιο 2
Κεφάλαιο 3
Κεφάλαιο 4
Κεφάλαιο 5
Κεφάλαιο 7
Κεφάλαιο 8
Κεφάλαιο 9
Κεφάλαιο 10
Κεφάλαιο 11
Κεφάλαιο 12
Κεφάλαιο 13
Κεφάλαιο 14
Κεφάλαιο 15
Κεφάλαιο 16
Κεφάλαιο 17
Κεφάλαιο 18
Κεφάλαιο 19
Κεφάλαιο 20
Κεφάλαιο 21
Κεφάλαιο 22
Κεφάλαιο 23
Κεφάλαιο 24
Κεφάλαιο 25
Κεφάλαιο 26
Κεφάλαιο 27
Κεφάλαιο 28
Κεφάλαιο 29
Κεφάλαιο 30
Κεφάλαιο 31
Κεφάλαιο 32
Κεφάλαιο 33
Κεφάλαιο 34
Κεφάλαιο 35
Κεφάλαιο 36
Κεφάλαιο 37
Κεφάλαιο 38
Κεφάλαιο 39
Κεφάλαιο 40
Κεφάλαιο 41
Κεφάλαιο 42
Κεφάλαιο 43
Κεφάλαιο 44
Κεφάλαιο 45
Κεφάλαιο 46
Κεφάλαιο 47
Κεφάλαιο 48
Κεφάλαιο 49
Κεφάλαιο 50
Κεφάλαιο 51
Κεφάλαιο 52
Δεύτερο Βιβλίο

Κεφάλαιο 6

458 54 41
By SweetMaria20

Ζαΐρα.

Πέντε λεπτά μετά ο Απόλλων και εγώ βγαίνουμε από το αθλητικό κέντρο. Όλη η προσοχή είναι στραμμένη επάνω μας, όμως εκείνος δεν φαίνεται να το έχει προσέξει. Αφήνει το μπράτσο μου και γυρνάει προς άλλη κατεύθυνση. Τον ακολουθώ, παρατηρώντας τον κάθε άνθρωπο να διασκορπίζεται όταν περνάει από δίπλα του. Ούτε ένας απ' αυτούς τον αγγίζει. Είναι σαν μία ταινία περιπέτειας, το είδος της σκηνής όταν όλο το πλήθος απομακρύνεται την στιγμή που ο πιο ελκυστικός άντρας περπατάει. Μερικά κορίτσια κοιτάνε αυτόν και μετά εμένα με περιέργεια. Αυτός ο τύπος πώς γνωρίζει τον πατέρα μου; Είμαι σίγουρη ότι οι απαντήσεις δεν θα μ' αρέσουν καθόλου.

«Έι...» Του λέω, προσπαθώντας να ακολουθήσω τα βήματά του «Έχω δει ένα μικρό εστιατόριο όπου υποτίθεται έχουν τα καλύτερα μάφιν».

Διακόπτει το περπάτημα του και με κοιτάει κατευθείαν στα μάτια. Αναγκάζομαι να σηκώσω το βλέμμα για να συναντήσω το δικό του. Είναι αρκετά ψηλός.

«Αστειεύεσαι;» απαιτεί να μάθει, βάναυσα.

«Δεν σου αρέσουν τα μάφιν;» ζητάω να μάθω.

«Όχι, δεν μου αρέσουν τα μάφιν» τονίζει «Εξάλλου, δεν θέλω να το διακινδυνέψω να ακούσει κάποιος την συζήτησή μας. Είναι αρκετά σημαντική».

Κρατάω την ανάσα μου. Αρκετά σημαντική; Η περιέργεια με σκοτώνει, αναγκάζομαι να κλείσω σφικτά τα χέρια μου σε γροθιές για να αποτρέψω τον εαυτό μου από το να νιώσει ανήσυχος. Τόσο μυστήριο με προκαλεί ανατριχίλα.

«Επομένως τι προτείνεις, αγόρι που μισεί τα μάφιν;» ρωτάω, σταυρώνοντας τα χέρια.

Ο Απόλλων φαίνεται να έχει αρκετή περιέργεια για την στάση μου.

«Έλα μαζί μου».

«Τι;»

«Έλα μαζί μου και θα σου πω αυτό που θες να μάθεις» επαναλαμβάνει εκείνος.

Διατηρώ την οπτική επαφή, προσπαθώντας να καταλάβω κάτι στην έκφρασή του, όμως τίποτα. Όλα είναι μπερδεμένα. Θα έπρεπε να τον εμπιστευτώ;

«Ποιος μπορεί να μου εγγυηθεί ότι δεν είσαι ένας έμπορος οργάνων;»

Τα φρύδια του σουφρώνουν.

«Αυτό είναι κάτι που θα έπρεπε να το ανακαλύψεις εσύ η ίδια» Μου γυρίζει την πλάτη και αρχίζει πάλι να περπατάει «Ναι ή όχι, Ζαΐρα;»

Ο τρόπος που προφέρει το όνομά μου, κάνει την αναπνοή μου να επιταχύνει.

«Καλά, λοιπόν» ψιθυρίζω «Δεν έχω άλλη επιλογή».

Μένω άναυδη όταν σταματάει μπροστά από μία μοτοσυκλέτα.

«Τι είναι αυτό;» ρωτάω.

«Μία μοτοσυκλέτα» απαντάει «Δεν είδες ποτέ σου μία;»

«Θέλω να πω, μπορώ να περπατήσω. Δεν θέλω να ανέβω σε εκείνο το πράγμα».

Ρίχνω μια ματιά στην μαύρη μοτοσυκλέτα με κόκκινες λεπτομέρειες. Φαίνεται εντυπωσιακή και με ξαφνιάζει όταν μου προσφέρει το μοναδικό του κράνος.

«Δεν είναι το οποιοδήποτε πράγμα, όμορφη» χαμογελάει «Είναι μία Yamaha yzf r1. Εξάλλου, αν δεν ανέβεις, δεν θα μπορέσω να σου πω τίποτα».

Στροβιλίζω τα μάτια.

«Το ίδιο μου κάνει» ξεφυσάω, και δένω το λουράκι του κράνους κάτω απ' το πηγούνι μου «Ας τελειώσουμε μ' αυτό επιτέλους».

Δίνοντας ένα γοητευτικό χαμόγελο στον Απόλλων, περνάω το πόδι μου από το κάθισμα μέχρι να βολευτώ. Μετά, γλιστράω μπροστά και τυλίγω τα χέρια μου γύρω από το σκληρό του στήθος. Προσπαθώ να μην δώσω σημασία στον κύμα ηλεκτρισμού και ζέστης που με κατακλύζουν όταν τα σώματά μας πιέζονται μαζί.

«Κρατήσου» προστάζει. Ακούω το γέλιο του λίγο πριν επιταχύνει.

Οι παλμοί της καρδιάς μου χτυπάνε πολύ γρήγορα καθώς κρατιέμαι με δύναμη από πάνω του. Ο αέρας του πρωινού ανακατεύει τα καστανά μαλλιά μου κάτω από το κράνος και κάνει μερικές τούφες να διασκορπίζονται. Το φως του επόμενου φαναριού αλλάζει σε πράσινο και ο Απόλλων επιταχύνει ταχύτητα.

Περιέργως, δεν νιώθω φόβο. Το αντίθετο. Με κατακλύζει ο ενθουσιασμός και η αδρεναλίνη. Ένα μικρό χαμόγελο μου ξεφεύγει όταν τον αγκαλιάζω πιο σφικτά. Τον νιώθω να ταράζεται, όμως κάνω πως δεν το αντιλαμβάνομαι. Αυτό είναι εκπληκτικό, είναι λες και μπορούμε να πετάμε. Ο Απόλλων είναι ειδικός στην οδήγηση. Η μοτοσυκλέτα γέρνει λίγο ακόμη και γουρλώνω τα μάτια από το πόσο γρήγορα πηγαίνουμε.

Ενώ προχωράμε, καταλαβαίνω πως πλησιάζουμε σε ένα μέρος πολύ γνωστό. Το δάσος. Τα χέρια μου σφίγγονται γύρω από την μέση του, η νευρικότητα κατάκτησε κάθε μέρος του σώματός μου. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι δέχτηκα να έρθω μαζί του. Αυτή ήταν σίγουρα μια κακή ιδέα. Η χειρότερη. Η μοτοσυκλέτα σταματάει και οι επιταχυνόμενοι παλμοί μου δεν μειώνονται. Επικρατώ ανέκφραστο το πρόσωπό μου όταν βγάζω το κράνος, περνάω ένα χέρι από τα ανακατεμένα μου μαλλιά.

«Προτιμώ να τρώω μάφιν από το να είμαι σ' αυτό το μέρος το τόσο...» Δεν βρίσκω τα λόγια για να περιγράψω την ομορφιά που υψώνεται μπροστά στα μάτια μου. Υπάρχει ένα μικρό ρέμα στις όχθες του οποίου φαίνονται δέντρα και αγριολούλουδα διάφορων χρωμάτων. Το μόνο που μπορώ να ακούσω είναι η κίνηση του κρυστάλλινου νερού. Το μέρος είναι γαλήνιο, όμορφο.

Στρέφω την προσοχή στον Απόλλων.

«Γιατί με έφερες μέχρι εδώ;» ρωτάω, εντελώς μπερδεμένη «Πόσο σημαντικό είναι το ζήτημα;»

Πλησιάζει το ρέμα.

Αποφεύγει να με κοιτάξει στα μάτια.

«Δεν χρειάζεται να προσποιείσαι μαζί μου» Η φωνή του ακούγεται σοβαρή «Είσαι στο DreamLand για ένα λόγο».

Μένω ακίνητη.

«Σε τι αναφέρεσαι;»

Συνεχίζει να μην με κοιτάει.

«Ένα άτομο που έχει ένα φυλακτό Σέλτικ δεν έρχεται στο DreamLand για διακοπές» ξεστομίζει. «Υποθέτω πως έχεις ακούσει τις ιστορίες που κρύβει αυτό το χωριό. Δεν έχεις αυτό το φυλακτό για το τίποτα. Πες μου, Ζαΐρα, ποιος σου το έδωσε;»

Η προσοχή του Απόλλων παραμένει στο ρέμα. Υπάρχει μία παράξενη αίσθηση στο στομάχι μου, όμως μπορώ να πω με σιγουριά ότι δεν είναι φόβος.

«Είναι δικό μου» λέω. «Τι κακό έχει; Είναι ένα απλό φυλακτό».

Έξαφνα, βρίσκεται πολύ κοντά μου. Αρπάζει το πηγούνι μου με το χέρι του. Ανατριχιάζω και προσπαθώ να κάνω ένα βήμα πίσω, όμως αυτό μονάχα κάνει το κράτημα του πιο σφικτό.

«Δεν είναι ένα απλό φυλακτό. Ξέρεις πόσο πολύτιμο είναι;»

«Όχι». Γλιστράω από το κράτημά του. «Όμως είμαι αρκετά σίγουρη πως εσύ μπορείς να μου το πεις».

Ένα κοφτό γέλιο προέρχεται από τον λαιμό του.

«Ούτε που ξέρεις τι σημαίνει».

«Αυτή η συζήτηση δεν έχει νόημα».

Προσπαθώ να φύγω, όμως το χέρι του γίνεται ένα τόξο γύρω από το μπράτσο μου. Τα φουντουκί του μάτια σκουραίνουν, μοιάζουν σχεδόν κίτρινα.

«Είναι ένα φυλακτό που χρησιμεύει για προστασία από το κακό μάτι, από επιρροές μαγισσών ή ακόμη κι από δαιμόνων» πετάει λίγο εκνευρισμένος. «Οι δρυΐδες συνήθιζαν να το χρησιμοποιούν».

Βλεφαρίζω με δύναμη. Δρυΐδες; Για τι στο καλό μιλάει;

«Τι;»

«Το άτομο που σου το έχει δώσει είναι Δρυΐδη».

Είμαι σοκαρισμένη. Τι υποτίθεται πως πρέπει να απαντήσω στον ισχυρισμό του; Η μητέρα μου είπε ότι το περιδέραιο χρησιμεύει για προστασία, όμως δεν ανάφερε τις δρυΐδες. Δεν ξαφνιάζομαι, είμαι ήδη συνηθισμένη να ακούω τρελά πράγματα. Οι δρυΐδες ήταν σημαντικοί στην αρχαία κελτική κουλτούρα. Αυτές είναι οι λίγες πληροφορίες που θυμάμαι.

«Σκατά...» μουρμουρίζω.

Ο Απόλλων γελάει.

«Έχω ακούσει να μιλάνε για σένα» συνεχίζει και εγώ καταπίνω με δυσκολία. «Είσαι το κορίτσι που επέζησε πριν πέντε χρόνια στην επίθεση ενός άγριου λύκου».

Παίρνοντας τα δάκτυλα μου στους κροτάφους μου, απαλά κάνω μασάζ εκεί που νιώθω τον πόνο να αυξάνεται στη δεξιά πλευρά του κεφαλιού μου. Είναι αρκετά όλα αυτά για να τα επεξεργαστώ.

«Πώς γνωρίζεις τόσα;» ρωτάω «Και ποιος είναι ο πατέρας μου;»

Τα μαύρα φρύδια του σουφρώνουν, δίνοντας του μια επικίνδυνη όψη.

«Ο πατέρας σου είναι ένας κυνηγός, Ζαΐρα. Είναι μέρος ενός τάγματος που είναι υπεύθυνοι να εξαφανίζουν άγριους λυκάνθρωπους».

Κάνω ένα βήμα πίσω πλήρης σοκαρισμένη. Ο πατέρας μου είναι ένας κυνηγός; Σκατά... Δεν με εκπλήσσει αυτό το είδος πληροφοριών. Πάντα ήξερα ότι η οικογένεια μου δεν ήταν φυσιολογική. Η μητέρα μου έχει περίεργα όνειρα συνεχώς. Ένας λυκάνθρωπος επιτέθηκε στον αδερφό μου πριν πέντε χρόνια, όμως εμένα με άφησε άθικτη. Δεν γνώρισα ποτέ τον βιολογικό μου πατέρα, δεν είδα καν μια φωτογραφία δική του. Τώρα προκύπτει πως είναι ένας κυνηγός και η μητέρα μου ίσως να είναι δρυΐδη.

«Δεν ήξερα τίποτα απ' αυτά» ψιθυρίζω. «Εγώ μονάχα ήρθα εδώ...»

«Για απαντήσεις» Με διακόπτει.

Ο ιδρώτας ταξιδεύει στο δέρμα μου, η αιφνίδια ταραχή, η σύγχυση και ο φόβος με αφήνουν ζαλισμένη. Ο εγκέφαλος μου είναι τόσο μπερδεμένος που ούτε μπορώ να διατυπώσω μια φράση που έχει συνοχή.

«Εγώ...» Τα λόγια επιστρέψουν στον λαιμό μου. Ντροπαλά, που φοβούνται να προφερθούν.

«Τι γυρεύεις εδώ;» ρωτάει. «Νομίζεις ότι παίρνεις την σωστή απόφαση;»

«Δεν ξέρω για ποιο πράγμα μιλάς».

Το κορμί του έμεινε άκαμπτο και το πηγούνι του σφίχτηκε.

«Μην συμπεριφέρεσαι λες και δεν ξέρεις για ποιο πράγμα σου μιλάω. Πατάς το πόδι σου σε λάθος έδαφος και το ξέρεις» μουγκρίζει. Αναρωτιέμαι ποιος είναι στην πραγματικότητα ο Απόλλων και πώς γνωρίζει τόσα πολλά. Γνωρίζει τον πατέρα μου αυτοπροσώπως; «Άκου, Ζαΐρα. Οποιαδήποτε ιδέα κι αν έχεις στο μυαλό σου, ξέχασέ την. Κάνε μια χάρη στον εαυτό σου και απομακρύνσου από αυτό το χωριό».

Εκεί βρίσκεται και πάλι η καταραμένη προειδοποίηση.

«Ποιος είσαι;» απορώ, απελπισμένη για απαντήσεις.

Αυτός αγνοεί τις ερωτήσεις μου.

«Είναι ώρα να φύγουμε» απαντάει έτσι απλά. «Θυμήσου την συμβουλή μου, Ζαΐρα. Φύγε από το DreamLand».

«Θέλω απαντήσεις» απαιτώ.

«Σίγουρα δεν θα τις λάβεις από μένα» ξεστομίζει. «Θα σε πάρω πίσω στο χωριό και ελπίζω να ακούσεις την συμβουλή μου».

Κατευθύνεται στην μοτοσυκλέτα του, αγνοώντας με εντελώς. Γιατί δεν με θέλουν σ' αυτό το χωριό; Τι μυστήριο κρύβει το δάσος; Ό,τι κι αν είναι, δεν θα φύγω τόσο εύκολα από εδώ. Θα βρω τον Νικηφόρο ή κάτι που θα μου δείξει ότι είναι ζωντανός. Εγώ, η Ζαΐρα Κέιν, δεν θα παραιτηθώ. Ο Απόλλων βολεύεται στην μοτοσυκλέτα. Εγώ κάνω το ίδιο. Μόλις φοράω το κράνος, επιταχύνει.

«Ελπίζω να μην σε ξαναδώ» μουρμουρίζει.

Ναι, φυσικά. Οι προειδοποιήσεις του μονάχα με ενθάρρυναν να προχωρήσω παρακάτω.

Όταν επιστρέφω στην καμπίνα, δεν πακετάρω. Ούτε φεύγω από το χωριό όπως διέταξε ο Απόλλων. Στην πραγματικότητα, αποφασίζω να πάω στο σπίτι της Αγκάθα. Σταματάω στην γωνία και περιμένω, είμαι σίγουρη ότι εκείνη θα βγει ανά πάσα στιγμή. Αυτή θα είναι η ευκαιρία μου για να συνεχίσω να ερευνώ. Μπίνγκο!

Βλέπω μια κοπέλα με κοντό μαλλί, η οποία φοράει ένα μπλε παντελόνι και άσπρη μπλούζα. Ξέρω ότι είναι η Αγκάθα επειδή είδα την φωτογραφία της στο διαδίκτυο όταν διάβασα αναφορές σχετικά με την υπόθεση. Έχει ακουστικά στα αυτιά και κουνάει το κεφάλι στον ρυθμό του τραγουδιού. Βγαίνω από την κρυψώνα μου και πλησιάζω προς το μέρος της μέχρι που αρπάζω το μπράτσο της. Εκείνη βγάζει ένα επιφώνημα, ξαφνιασμένη και μετά μου ρίχνει ένα βλέμμα επιβεβαιώνοντας μου την ενόχλησή της.

«Τι συμβαίνει με σένα;» ρωτάει. Τραβιέται από το κράτημά μου.

«Συγγνώμη» Απολογείται «Αν δεν σε ενδιαφέρει, θα ήθελα να μιλήσω μαζί σου».

Σηκώνει το ένα φρύδι.

«Να μιλήσουμε για ποιο πράγμα;» ξεστομίζει.

«Χθες πήγα στο σπίτι σου, όμως ο πατέρας σου δεν μου επέτρεψε να σε δω» μουρμουρίζω. Τα μάτια της γουρλώνουν και γρήγορα αρχίζει να απομακρύνεται από μένα «Περίμενε! Είσαι η μόνη που μπορεί να με βοηθήσει. Ξέρω πως δεν είσαι τρελή».

«Δεν μπορώ να σε βοηθήσω» λέει μέσα απ' τα δόντια της. «Απέκτησα την ζωή μου πίσω και δεν σκοπεύω να θυμηθώ».

«Ξέρω πώς αισθάνεσαι» Της λέω και βλεφαρίζω γρήγορα για να καθαρίσω την θολή όρασή μου «Και εγώ έχασα κάποιο σημαντικό άτομο εξαιτίας εκείνου του τέρατος» Μπορώ να δω πως είναι ξαφνιασμένη από την απάντησή μου. Το ότι δεν το σκάει είναι ένα πλεονέκτημα για μένα. «Εγώ...είμαι εδώ για να τον κάνω να πληρώσει».

Η Αγκάθα ρίχνει μια ματιά τριγύρω της πριν να μου μιλήσει με σιγανή φωνή.

«Δεν ξέρω τι προσπαθείς να πετύχεις με όλο αυτό».

«Μονάχα πρέπει να μου πεις τι έχει συμβεί εκείνη την μέρα».

Ξεφυσάει.

«Τι θες να μάθεις;» ρωτάει και μπορώ να ακούσω τον πόνο στον τόνο της. «Είδα πώς εκείνος ο άντρας μεταμορφωνόταν σε ένα καταραμένο ζώο και μετά σκότωσε την φίλη μου. Αυτό θες να ακούσεις;» Το βλέμμα αναταραχής που μου δίνει είναι πιθανόν το ίδιο το οποίο έχω εγώ στο πρόσωπό μου. «Εκείνος ήθελε να διασκεδάσει και το έκανες μαζί μας».

Να διασκεδάσει...

«Σε άφησε ζωντανή» λέω. «Και εμένα επίσης. Είμαι μία επιζών».

«Εσύ είσαι...;»

«Η Ζαΐρα Κέιν» απαντάω. «Εκείνο το θηρίο επιτέθηκε στον αδερφό μου».

«Έχω ακούσει να μιλάνε για σένα. Θεωρείσαι θαύμα όπως κι εγώ».

Πιέζω το ένα χέρι μου επάνω στην καρδιά μου.

«Εκείνο το τέρας συνεχίζει να είναι ελεύθερο και θέλω να το βρω».

Κουνάει το κεφάλι της.

«Δεν μπορώ να σε οδηγήσω σ' αυτόν. Εκείνη την νύχτα ήταν τόσο σκοτεινά. Μονάχα είδα την σιλουέτα ενός άντρα και μετά τον τρόπο με τον οποίο μεταμορφώθηκε σε ζώο. Δεν είδα ποτέ το πρόσωπό του».

Τα χέρια μου τρέμουν.

«Ευχαριστώ που μου το είπες».

Καλύπτει πάλι τα αυτιά της με τα ακουστικά.

«Είναι όλα γνωρίζω, κορίτσι. Καλή τύχη με το ψάξιμο σου» εκφράζει και απομακρύνεται.

Μένω να στέκομαι στην ίδια θέση με ένα ανεμοστρόβιλο συγχύσεων, χτυπώντας με βάναυσα. Εκείνη μου έδωσε να καταλάβω ότι εκείνο το τέρας τους επιτέθηκε απλά για δική του διασκέδαση. Οι λύκοι εμφανίζονται την νύχτα στο δάσος και η τρίτη επιλογή μου είναι να εισέλθω στην περιοχή τους.

Οδηγώ ήρεμα καθώς προσπαθώ να ενώσω τα κομμάτια του παζλ. Η έρευνά μου δεν αποδείχτηκε τελικά να είναι μια αποτυχία. Έχω την ελπίδα ότι ο λύκος θα κάνει την εμφάνισή του. Είναι ένας παραλογισμός, όμως υπάρχει ένα όπλο με ασημένιες σφαίρες. Ξέρω ότι αυτή είναι η αδυναμία αυτών των ζώων.

Δεν είμαι μία χαζή που ήρθε χωρίς να είναι έτοιμη.

Μετά από δέκα λεπτά διαδρομής, σταματώ το όχημα και κατεβαίνω απ' αυτό με την τσάντα μου. Το τραγούδι των τζιτζικιών και των ακρίδων κάνουν ηχώ στο δάσος. Η ομίχλη στροβιλίζεται λίγα μέτρα από το έδαφος, προσκολλώντας στα καλυμμένα από βρύο και φτέρες πετρώματα. Λυγισμένα κλαδιά περιπλέκονται μεταξύ τους, δημιουργώντας πολύπλοκους ξύλινους ιστούς αράχνης. Να περάσεις μέσα από ένα σκοτεινό πυκνό δάσος μπορεί να τρομοκρατήσει τους περισσότερους ανθρώπους, όμως εγώ νιώθω σαν να βρίσκομαι στο σπίτι μου.

«Ζαΐρα;»

Η καρδιά μου αρχίζει να πάλλεται με δύναμη μέσα στο στήθος μου. Ξαφνικά, νιώθω κρύο αέρα και δυσκολεύομαι να αναπνεύσω. Εκείνη η φωνή.

«Νικηφόρε;» Ρωτάω. «Νικηφόρε;»

Σιωπή.

Υποθέτω ότι το να επιστρέψω στο ίδιο μέρος που μου έχει προκαλέσει τραύμα δεν είναι μια καλή ιδέα. Έχω παραισθήσεις. Κάποιος θέλει να με τρελάνει.

Περπατάω πιο γρήγορα, νιώθω εκστατική και ανυπόμονη. Κάτι αλλάζει. Κάποιος φωνάζει να απομακρυνθώ. Κάτι κακό συμβαίνει. Ελαττώνω την ταχύτητα και σταματάω να περπατώ. Μία αίσθηση τρόμου εγκαθιστάτε στο στήθος μου και αρχίζω να αισθάνομαι όπως πριν χρόνια. Νιώθω καταδιωγμένη. Επιπλέον, το φυλακτό καίει επάνω στο στήθος μου. Κάνοντας κύκλους γύρω απ' τον εαυτό μου, κοιτάω το δάσος που με περιβάλλει. Νευρική, καταπίνω με δυσκολία.

Μια απόλυτη σιωπή με τυλίγει και διακόπτεται μόνο από το χτύπημα της καρδιάς μου. Μία σταγόνα ιδρώτα ταξιδεύει στο δέρμα μου. Νιώθω περικυκλωμένη και να απειλούμαι. Η αίσθηση πως με κυνηγούν χτυπάει σαν καμπάνα στο κεφάλι μου. Ο πανικός μου προκαλεί ένα κόμπο στον λαιμό και παραπατώ προς τα πίσω μέχρι που συγκρούομαι με μία μεγάλη πέτρα. Το δέρμα μου ανατριχιάζει και το αίμα διατρέχεις στις φλέβες μου με μία απίστευτη δύναμη. Κάτι πλησιάζει, προχωρώντας αργά προς το μέρος μου. Ο θόρυβος των κλαδιών που σπάνε στο έδαφος με γεμίζει με τρόμο. Ακούω στο μυαλό μου την συζήτηση που είχα με τον Νικηφόρο πριν καιρό.

«Το άκουσες αυτό;»

«Τι πράγμα;»

«Σαν βήματα».

Η ανάμνηση με βασανίζει και κοιτάζω απελπισμένα τριγύρω μου. Άλλο ένα κλαδί σπάει. Ο ήχος έρχεται από την αντίθετη κατεύθυνση. Από το πουθενά, μία μεγάλη φιγούρα εμφανίζεται στο οπτικό μου πεδίο. Φωνάζω. Ελπίζω να συναντηθώ με τον λύκο με τα κίτρινα μάτια, αλλά όχι. Μία τεράστια αρκούδα μουγκρίζει μπροστά μου. Ω Θεέ μου! Πάντα μου λέγανε να μην δείχνω ποτέ τον φόβο μου επειδή τα πράγματα θα γίνονταν χειρότερα.

«Πίσω, αρκουδάκι, πίσω» Λέω σαν χαζή. Το ζώο μουγκρίζει πιο δυνατά. «Γίνε καλό παιδί και πήγαινε να πέσεις σε λήθαργο».

Από ένστικτο αρχίζω να τρέχω, όμως με πλάγιο βλέμμα κάτι τραβάει την προσοχή μου: ένας άσπρος λύκος ορμάει στην αρκούδα. 

Continue Reading

You'll Also Like

2.5K 8 39
καθώς περπατούσα στον δρόμο ένας εγορι γύρω στα 20 με ρώτησε που είναι το καφέ **** ξαφνικά μου βάζει ένα πανί και μετα λυποθιμω το μον που θυμάμαι ε...
292K 10K 39
𝓲'𝓶 𝓬𝓸𝓿𝓮𝓻𝓲𝓷𝓰 𝓶𝔂 𝓮𝓪𝓻𝓼 𝓵𝓲𝓴𝓮 𝓪 𝓴𝓲𝓭 𝔀𝓱𝓮𝓷 𝔂𝓸𝓾𝓻 𝔀𝓸𝓻𝓭𝓼 𝓶𝓮𝓪𝓷 𝓷𝓸𝓽𝓱𝓲𝓷𝓰 𝓲 𝓰𝓸 𝓵𝓪 𝓵𝓪 𝓵𝓪 Αμαρρυλίς δεκαεφτ...
421K 20.1K 55
Η Τζεν κάνει έρωτα για πρώτη φορά με έναν μεγαλύτερο της και όταν ξυπνάει αυτός έχει εξαφανιστεί. Πιστεύοντας ότι δεν θα τον δει ξανά προσπαθεί να το...
186K 13K 29
Ένα σκοτεινό σχέδιο, ένα ψέμα και μια λάθος πληροφορία θα φέρουν το χάος... Ενας άντρας που ξέρει ακριβώς τι θέλει... Ποιος είναι άραγε; "Άφησε με ή...