κεφάλαιο 18

Zacznij od początku
                                    

«Όχι!»την σταματάω πιάνοντας της το χέρι.Τα δάκρυα μου παγωμένα στις βλεφαρίδες μου, με τσούζουν αλλά δεν κάνω κίνηση να τα σκουπίσω.«Είμαι καλά,απλώς έχω λίγο γυαλί στην άρθρωση των δαχτύλων μου.Θα περάσει αλήθεια...»

«Να σου φέρω λίγο πάγο τουλάχιστον;και να προσπαθήσω να σου βγάλω το γυαλί!»κανει κίνηση να φύγει αλλά την σταματάω γατζώνοντας τον εαυτό μου πάνω της.

«Απλώς μείνε εδώ....κοντά μου....σε χρειάζομαι...»της λέω και τα δάκρυα αρχίζουν πάλι να τρέχουν σαν καταρράκτης.

«Ωω γλυκιά μου»αυτή τη φορά δεν φεύγει.Με αγκαλιάζει σφιχτά.Τόσο σφιχτά που νιώθω πως θα πάθω ασφυξία αλλά δεν της λέω τίποτα.Το χρειάζομαι.Αυτού του είδους την αγκαλιά χρειάζομαι αυτή τη στιγμή από το μοναδικό κοντινό συγγενή που μου έχει απομείνει.

«Θεία με αγαπάς;»τη ρωτάω με έναν τόνο απόγνωσης στη φωνή μου.

«Εννοείται!Τι ανοησίες είναι αυτές που λες;»με μαλώνει πειραχτικά και εγώ της χαρίζω ένα βεβιασμένο χαμόγελο.

«Πες μου κάτι για τους γονείς μου σε παρακαλώ»την παρακαλάω καθώς αυτή την στιγμή έχω ανάγκη να ακούσω έστω και μια ιστορία για αυτούς.Δεν μου φτάνει μόνο η μορφή τους αποτυπωμένη στην μνήμη μου.

«Σαν τι;»με ρωτάει παραξενεμένη.

«Ότι να 'ναι,απλώς θέλω μια ακόμη ιστορία τους για να τους θυμάμαι»αυτή τη φορά ακούγομαι απελπισμένη αλλά δεν με νοιάζει.

«Λοιπόν....όπως ξέρεις οι γονείς σου ήταν από το λύκειο μαζί.Ήταν κάτι σαν αδελφές ψυχές.Έρωτας με την πρώτη ματιά.Σπάνιο πράγμα στην εποχή μας.Παντρεύτηκαν σε μικρή ηλικία καθώς ονειρευόταν να ξεκινήσουν από νωρίς την δική τους οικογένεια.Φαντάζεσαι λοιπόν το πόση χαρά τους έδωσες όταν γεννήθηκες;»με ρωτάει και εγώ απλώς της χαμογελάω σκουπίζοντας τα δάκρυα που είχαν παγώσει στα χλωμά μάγουλα μου.«Ήταν κατά ευτυχισμένοι!Τον πρώτο καιρό που πήγαινα στο σπίτι της αδερφής μου, θυμάμαι σε έβλεπα μαζί με τον πατέρα σου στο σαλόνι,εσύ στο καθισματάκι σου και ο πατέρας σου με ένα σωρό πινέλα και μπογιές να σε ζωγραφίζει.Το ταλέντο στην ζωγραφική σου από εκείνον το πήρες»στο σημείο αυτό χαμογέλασα καθώς θυμήθηκα όλες εκείνες τις φορές που καθόμασταν με τον μπαμπά μου στην αυλή του σπιτιού μας,με ένα μπλοκ και μολύβι στο χέρι μας ζωγραφίζοντας την φύση γύρω μας για να περάσει η ώρα συζητώντας βλακείες.«Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως η μητέρα σου δεν είχε κάποιο ταλέντο.Η μικρή μου αδερφή είχε την πιο γλυκιά και αγγελική φωνή που είχα ακούσει στη ζωή μου,αφού να σκεφτείς,μαζί με εσένα νανούριζε και εμένα!Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι  οι γονείς σου ήταν οι πιο καλοί, ανιδιοτελείς και γενναιόδωροι άνθρωποι που ξέρω και αυτό δεν πρόκειται να το αλλάξει τίποτα όσος καιρός και να περάσει!»μου λέει και γυρίζω  να την κοιτάξω.Τόσην ώρα δεν κατάλαβα πως δεν ήμουν η μόνη που προσπαθούσε να συγκρατήσει τα δάκρυα της.Η θεία μου βουρκωμένη πλέον,δεν κοιταει εμένα πια αλλά τον τοίχο απέναντι.Μάλλον είναι χαμένη στις δικές τις σκέψεις και αναμνήσεις.Ξαφνικά γυρίζει και με κοιτάει καθώς με αγκαλιάζει στοργικά.

«Η γονείς σου σε αγαπούσανε πιο πολύ και από τον εαυτό τους και ακόμα και τώρα που έχουν γίνει αγγελάκια στον ουρανό,συνεχίζουν να σε αγαπάνε με τον ίδιο τρόπο προσέχοντας σε κάθε στιγμή της ζωής σου»μου λέει και δεν καταφέρνει να συγκρατήσει τα δάκρυα της.

«Σ'αγαπώ θεία Λιντζ»της λέω και την αγκαλιάζω πιο σφιχτά.

«Και εγώ πολύ Violet,τι λες να φάμε τώρα εκείνη την πίτσα που ετοίμασα;»με ρωτάει όλο προσμονή και εγώ απλώς γνέφω.Αν και δεν πεινάω θα προσπαθήσω.Για την θεία μου!

Loving youOpowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz