«Ψάχνεις κάτι;» λέω με ειρωνεία.

«Ναι. Τον φίλο μου.» απάντησε ξερά χωρίς να σταματήσει τις κινήσεις του ή να με κοιτάξει ελάχιστα και έμεινα σιωπηλός.

«Είναι η μόνη που δεν κάνει σαν χαζογκόμενα και δεν με πρήζει» πετάω ύστερα από μερικές στιγμές σιωπής και τον βλέπω να παγώνει για λίγο στην θέση του και ύστερα να τσιτώνεται.

«Είχες δει πως την κοιτούσα μαλάκα.» φωνάζει νευριασμένος μέσα στην μούρη μου μόλις φτάνει στο μέρος μου και πιάνει σφικτά τον λαιμό της μπλούζας μου χτυπώντας την πλάτη μου στο κούφωμα. Τον κοιτάζω στα εξοργισμένα μάτια του ατάραχος και μένω αμίλητος.

«Γιατί και με την Ναταλία;» ρωτάει απογοητευμένος ψάχνοντας να βρει κάποιο συναίσθημα στην έκφραση μου – ατύχησε.

«Αν ήταν διαφορετική δεν θα άνοιγε τα πόδια της σε κανέναν από το πρώτο κιόλας βράδυ. Ξύπνα! Όλες…»

«Σκάσε» φωνάζει διακόπτοντας με απότομα και αφήνοντας την μπλούζα μου χτυπά το χέρι του με δύναμη στον τοίχο δίπλα από το κεφάλι μου. Αφού μου ρίξει ένα τελευταίο βλέμμα επιστρέφει ξανά στην ξύλινη ντουλάπα και μένουμε και οι δύο για λίγο σιωπηλοί.

«Σύνελθε Μάνο. Έχεις διώξει τους πάντες από δίπλα σου. Ξεκόλλα από αυτήν επιτέλους. Ότι έγινε τότε ανήκει στο παρελθόν. Σε αρρωσταίνει αυτή η κατάσταση, δεν το βλέπεις; Δεν ήσουν έτσι.»  λέει μόλις φτάνει ξανά μπροστά μου και κοιτάζω αλλού θέλοντας να φύγει αυτήν την στιγμή από τον χώρο.

«Σε δέκα να είσαι στο μαγαζί. Σε λίγο φτάνει η αυριανή χορεύτρια που θα σε συνοδέψει το βράδυ στην σκηνή και το καλό που σου θέλω να την περιμένεις εσύ, όχι αυτή εσένα.» συνεχίζει πετώντας στα χέρια μου καθαρές πετσέτες και ρούχα που είχε καταφέρει να βρει στην ντουλάπα και έφυγε χτυπώντας με δύναμη την εξώπορτα πίσω του.

Άφησα μια βαθιά ανάσα σαν να την κρατούσα ώρες και πετώντας τα πράγματα κάτω έσυρα το σώμα μου πάνω στο κούφωμα της πόρτας μέχρι που έκατσα στο ξύλινο πάτωμα. Έκρυψα το πρόσωπο στα χέρια μου και ένιωσα τα μάτια μου να βουρκώνουν.

Όχι. Δεν θα σπάσεις τώρα γαμώ, δεν θα σπάσεις.

Σηκώθηκα βεβιασμένα από το πάτωμα και έφτασα στο μικρό τραπεζάκι του σαλονιού αρπάζοντας το μισοτελειωμένο μπουκάλι ουίσκι. Αφού ήπια μια μεγάλη γουλιά το πέταξα στον καναπέ και σκούπισα το στόμα μου με την ανάστροφη του χεριού μου. Ύστερα μάζεψα τα πράγματα που μου είχε δώσει ο Νικηφόρος νωρίτερα και τα πήρα μαζί μου στο μπάνιο. Μπήκα στο ντουζ και άφησα το καυτό νερό να τρέξει στο σώμα μου απαλλάσσοντας με επιτέλους από το άρωμα και κάθε χθεσινοβραδινό άγγιγμα της Ναταλίας.

ΑργάWhere stories live. Discover now