67

276 46 56
                                    

Jungkook's P.O.V.

Ξύπνησα, ένιωθα σαν να είχα ξυπνήσει μετά από πολλούς αιώνες ύπνου. Κοίταξα γύρω μου. Δεν ένιωθα τίποτα, όταν λέω τίποτα εννοώ τίποτα. Ούτε τα πόδια μου ούτε τα χέρια μου. Αισθανόμουν σαν να είναι τραβηγμένοι οι μύες μου, δεν μπορούσα να κουνηθώ ούτε εκατοστό. Φοβήθηκα, όμως προσπάθησα όσο μπορούσα να μην ανησυχώ.

Αν ήταν κάτι σοβαρό, θα έπρεπε να μου το πουν, σωστά;

Καθόμουν ακίνητος στο κρεβάτι, το μόνο που μπορούσα να κουνάω ήταν τα βλέφαρα μου. Κοιτούσα και παρατηρούσα τα πάντα μέσα στο δωμάτιο, το πόσο καθαρισμένο ήταν. Το πάτωμα έλαμπε, λίγο ακόμα και θα μπορούσα να δω το είδωλο μου επάνω του. Προσπάθησα να κουνήσω τα δάχτυλα των χεριών μου, δεν μπορούσα καθόλου. Έβαλα όλη μου την δύναμη όμως ήταν πολύ δύσκολο έως απίθανο.

Κάτι πολύ άσχημο έχει συμβεί εδώ πέρα και δεν μου αρέσει...

Έκλεισα τα μάτια μου και τα άνοιξα λίγο αργότερα, από ότι φαίνεται όχι και τόσο γρήγορα, καθώς όσο τα είχα κλειστά κάποιος είχε προλάβει να μπει μέσα στο δωμάτιο. Άκουσα κάποιον να βήχει, γύρισα το κεφάλι μου και κοίταξα τον γιατρό στα δεξιά μου. Με κοίταξε και εκείνος, έκλεισα τα μάτια μου από ντροπή και ύστερα χάζευα το ταβάνι.

"Jungkook" άκουσα μία φωνή. Γύρισα και τον κοίταξα ξανά. "Να ξέρεις ότι όλοι βάζουμε όλες μας τις δυνάμεις για το καλό σου. Πάνω από όλα για να είσαι εσύ καλά" μου είπε και βγήκε έξω. Δεν κατάλαβα τι εννοούσε. Στο μυαλό μου ήρθε μία σκηνή από τότε που ήμουν μικρός. Είχα πάει με την μητέρα μου στην παιδική χαρά.

Εκείνη καθόταν στο παγκάκι και εγώ έκανα κούνια μόνος μου. Απέναντι μου βρισκόταν η τραμπάλα, ένα αγοράκι στην ηλικία μου καθόταν εκεί και περίμενε κάποιον άλλον να πάει να κάνουν τραμπάλα μαζί, όμως κανένα παιδί δεν τον πλησίαζε. Μάλλον, κανείς γονιός δεν άφηνε το παιδί του να πλησιάσει εκείνο το παιδί. Ούτε και εμένα η μητέρα μου.

Σηκώθηκα όμως και έτρεξα κοντά του. Μόλις με είδε, με κοίταξε χαμογελώντας. "Jungkook..." ψιθύρισε. "Πώς ξέρεις πως με λένε;" τον ρώτησα. Δεν άκουσε την ερώτηση μου και έτσι δεν πήρα ποτέ απάντηση. Όμως προλάβαμε να παίξουμε μαζί για λίγο, μέχρι που η μητέρα μου με άρπαξε και με πήρε μακριά του με την βία. Έκλαιγα σε όλη την διαδρομή προς το σπίτι.

Την ρώτησα τι έγινε και με πήρε από εκεί, τι είχε εκείνο το παιδί και δεν με άφηνε να παίξω μαζί του ούτε λίγο. Μου είπε πως εκείνο το παιδάκι δεν πρέπει να γίνει ποτέ φίλος μου, πρέπει να το ξεχάσω για πάντα. Της είπα πως εκείνο το άγνωστο παιδί ήξερε το όνομα μου, μόλις το άκουσε αυτό έγινε κατακόκκινη από τον θυμό της. "Σκάσε πια! Μίλα για κάτι άλλο!" μου φώναξε. Κλείστηκα στο δωμάτιο μου και έκλαιγα ώσπου αποκοιμήθηκα από την κούραση.

𝖳𝗁𝖾 𝖠𝗋𝗍 𝗈𝖿 𝖬𝖾𝗇𝖽𝗂𝗇𝗀 𝖺 𝖻𝗋𝗈𝗄𝖾𝗇 𝗁𝖾𝖺𝗋𝗍 || 뷔국Where stories live. Discover now