[17] Δυστυχία

284 53 19
                                    

Είναι τρομακτικό το πόσο μόνη, το πόσο εγκαταλελειμμένη έχω αρχίσει να αισθάνομαι. Όσο βρισκόμουν στο τραίνο ένιωθα εντάξει, είχα έναν σκοπό, έναν προορισμό. Τώρα, Δευτέρα πρωί, να κοντεύει η ώρα δώδεκα κι εγώ να προχωράω προς το στρατόπεδο με την αποσκευή μου, αισθάνομαι ανεκδιήγητα, ανεπανόρθωτα δυστυχισμένη.

Δεν προβλέπεται απ' τον κανονισμό να διατίθεται όχημα στους αδειούχους για την μεταφορά τους από και προς το στρατόπεδο. Μια τέτοια πολυτέλεια απολαμβάνει κανείς μονάχα την πρώτη του φορά στο Βουκουρέστι, όταν δεν ξέρει τον δρόμο για τις εγκαταστάσεις. Οι μυημένοι στρατιώτες είναι καταδικασμένοι να βηματίζουν με τον νου τους στον αυτόματο πιλότο για οκτώ περίπου χιλιόμετρα, ανεξαρτήτως κατάστασης και καιρού. Από τη στιγμή που φοράς τη στολή είσαι υποχρεωμένος να γνωρίζεις την διαδρομή καλύτερα κι από την παλάμη του χεριού σου, κι ας την έχεις δει μονάχα μια φορά από το μικρούλι άνοιγμα στο πίσω μέρος της καρότσας του στρατιωτικού φορτηγού.

Όταν κατέβηκα από το τραίνο κι έριξα το ταξιδιωτικό σακίδιο στους ώμους μου, αγνοούσα - κι αψηφούσα, ίσως - την αντιξοότητα του όλου εγχειρήματος. Θυμόμουν πόσο γρήγορα περνούσε ο χρόνος και πόσο εύκολα διένυα τα χιλιόμετρα στο πλάι του Σαμψών, θεωρώντας πως, μ' έναν μαγικό τρόπο, όλα θα ήταν απαράλλαχτα. Όμως ο Σαμψών δεν ήταν στο τραίνο. Κι εγώ τώρα συνειδητοποιώ πως όλα μου φαίνονταν ρόδινα επειδή τον είχα μαζί μου, κι επειδή δεν μπορούσα να χορτάσω τον χρόνο που περνούσαμε παρέα. Έτσι όλα στη ζωή μου έμοιαζαν να τρέχουν σε μιαν ιλιγγιώδη, γρήγορη κίνηση. Που σταμάτησε απότομα και μ' έπιασε απροετοίμαστη. Που απροειδοποίητα κατέρρευσε μαζί με τον κόσμο μου, και τώρα αναγκάζομαι να υφίσταμαι τα πάντα γύρω μου σαν να σέρνονται σε μιαν ατέρμονη αργή κίνηση που με εξουθενώνει, και που με τραυματίζει περισσότερο παρόλο που έχουν περάσει μονάχα δυο μέρες από τη στιγμή που γκρέμισα από μόνη μου τα όσα είχα χτίσει. Νιώθω σαν να κινούμαι μέσα σ' έναν εφιάλτη. Αλλά δεν μπορώ να του ξεφύγω, δεν μπορώ να ξυπνήσω. Αφού είμαι ξύπνια ήδη.

Επειδή δεν θέλω να βάλω τα κλάματα ξανά, επειδή έχω κουραστεί πια να κλαίω, αδειάζω το μυαλό μου από τις σκέψεις που αφορούν τον Σαμψών και συνεχίζω τον δρόμο προς τα πάνω. Η παλιά πόλη του Βουκουρεστίου και τα συντρίμμια της, που την κάνουν να μοιάζει με φάντασμα, δίνουν αργά την θέση τους στην χαμηλή βλάστηση και το χώμα, κι όσο προχωράω προς τα βόρεια τόσο δυναμώνει και το χιονόνερο. Το μονοπάτι που ανοίγεται ανάμεσα στους ψηλούς κορμούς είναι παγωμένο και ολισθηρό από το νερό, που δεν απορροφάται αμέσως από το χώμα λόγω της χαμηλής θερμοκρασίας. 

Ποτέ πιο ΜόνοιΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα