[15] Κομμάτια

338 59 63
                                    

Δεν έχω νιώσει ποτέ περισσότερο προδομένη από τη στιγμή που κάθισα στη θέση μου στο βαγόνι. Και δεν μπορούσα να βγάλω τη σκέψη απ' το μυαλό μου μέχρι που το τραίνο για την Θεσσαλονίκη ξεκίνησε κι αφέθηκα λιγάκι. Το τοπίο ως εκεί είναι μαγευτικό, κι έτσι τα ψηλόλιγνα δέντρα με τους χλομούς κορμούς και τα κοκκινωπά τους φύλλα κατάφεραν να με συνεπάρουν για κάποιες ώρες πριν πνιγώ ξανά στην αυτολύπηση.

Τώρα πλένω τα χέρια μου στην μικρή καμπίνα της φρικτής τουαλέτας του συρμού για την Αθήνα, και μόλις και μετά βίας συγκρατώ τα δάκρυά μου. Ο σβέρκος μου πονάει και τα χείλη μου τρέμουν από την προσπάθεια. Όμως μ' έχει πνίξει ένα τέτοιο κύμα απογοήτευσης, που νιώθω απλώς ότι τίποτα δεν θα με ανακουφίσει περισσότερο από μια τολμηρή βουτιά στη μελαγχολία.

Επιστρέφω στο βαγόνι και αναριγώ από την απότομη αλλαγή της θερμοκρασίας. Το κάθισμά μου είναι το πρώτο στη σειρά μετά την πόρτα που χωρίζει το βαγόνι μου από το επόμενο, η οποία όμως έχει χαλάσει. Μια χαραμάδα της είναι μονίμως ανοικτή κι αφήνει τον θόρυβο και τον παγωμένο άνεμο να περάσουν μέσα, χτυπώντας τη θέση μου με όλη την ορμή τους. Το γεγονός ότι στριμώχνομαι δίπλα στο παράθυρο δεν με βοηθάει. Πιθανώς να κάνει την επίθεση του ψυχρού αέρα ακόμη περισσότερο δυνατή.

Τυλίγομαι στο μπουφάν μου και σκέφτομαι πως δεν θέλω καθόλου να γυρίσω στο σπίτι. Η συνειδητοποίηση του ότι γι' αυτό δεν ευθύνεται κανένας άλλος παρά μόνο ο Κρίστιαν με κάνει να υποφέρω περισσότερο. Μου λείπει το σπίτι, κι η γατούλα μου και η μητέρα μου και ο παππούς μου. Αλλά εκείνος με κρατάει μακρυά τους.

Πρέπει να φύγει. Πρέπει να φύγει στα σοβαρά, μια και καλή, να εξαφανιστεί. Να φύγει τόσο μακριά μου, που να μην υπάρχει περίπτωση ούτε τυχαία να τον συναντήσω ξανά.

Ο σβέρκος μου σταματάει να πονάει. Τα χείλη μου δεν τρέμουν πια. Η ημικρανία εξαφανίζεται, το σώμα μου χαλαρώνει, οι μύες μου βαραίνουν, το παλιό σφίξιμο στο στομάχι φεύγει κι επιστρέφει τώρα ένα νέο. Πριν θρονιαστεί μέσα μου, ωστόσο, προλαβαίνω να νιώσω μια καυτή, γλυκιά ανακούφιση. Σαν να αιωρούμαι στο κενό, σαν να πέφτω χωρίς να κινδυνεύω, σαν να βλέπω τον Σαμψών να χαμογελάει.

Να 'το, το σκέφτηκα. Άφησα για λίγο τον εαυτό μου ελεύθερο και το γεγονός ότι ο Κρίστιαν πρέπει να εξαφανιστεί ήταν η πρώτη σκέψη που μου ήρθε στο μυαλό. Ήταν απλό, ήταν ανώδυνο, ήταν ανακουφιστικό. Μαζί του χάθηκαν όλες οι τύψεις. Και νιώθω τώρα ελεύθερη.

Ποτέ πιο ΜόνοιΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα