13. Ένα παράξενο μήνυμα

Start from the beginning
                                    

       Η σερβιτόρα τους έφερε τα πιάτα και, κοιτώντας έντονα τον Μπιλ, τους ευχήθηκε καλή όρεξη.

       «Αδελφούλη, η κοπελιά σε κοζάρει. Ελπίζω να το κατάλαβες» ψιθύρισε η Ντάλια στον Μπιλ, όταν έφυγε η κοπέλα.

       «Τι;».

       «Καλά, δεν πρόσεξες τα βλέμματα που σου έριξε;» ρώτησε ο Στέλιος. «Και πριν που έπαιρνε την παραγγελία, αλλά και τώρα» είπε ο Στέλιος.

       «Ε, και τι μ' αυτό;» έκανε ο Μπιλ νιώθοντας ένα παράξενο τσίμπημα στην καρδιά του. Δεν τον ενδιέφερε. Για λίγο δεν μιλούσε κανείς και ακουγόταν μόνο το πιρούνι του Στέλιου που δούλευε ασταμάτητα.

       Η Ντάλια φάνηκε να δυσκολεύεται να μιλήσει. Παραδόξως, ο Σάκης ήταν αυτός που τόλμησε να πει: «Μπιλ, δεν νομίζεις ότι πρέπει σιγά - σιγά να... ξέρεις... να προχωρήσεις;».

       Ο Μπιλ πετάχτηκε όρθιος και έκανε το Στέλιο δίπλα του να διακόψει το μάσημα ξαφνιασμένος.

       «Τι μου λες τώρα; Να ξεχάσω τη Μαρία; Αυτό λες; Να βρω γκόμενα; Ούτε δύο μήνες δεν πέρασαν από τότε! Πώς γίνεται να ξεχάσει κάποιος το καλύτερο κομμάτι της ζωής του;». Ο Μπιλ ύψωνε όλο και περισσότερο τον τόνο της φωνής του.

       «Μπιλ, ο Σάκης απλά-» ξεκίνησε η Ντάλια.

       «Τι "ο Σάκης"; Εσύ και αυτός κάνετε λες και η Μαρία ήταν το κατοικίδιό μου που πέθανε! Ακόμα κι αν δεν σήμαινε τίποτα για σας, δεν μπορείτε να μιλάτε έτσι γι' αυτήν».

       «Μπιλ, πρόσεχε τα λόγια σου γιατί τους πληγώνεις» τον παρακάλεσε η Ελπίδα. «Και μη φωνάζεις. Ηρέμησε και κάτσε κάτω».

       «Πες τους, Σάκη» έκανε ο Μπιλ ρίχνοντας ένα δολοφονικό βλέμμα στον αστυνομικό. «Πες τους όταν με έβαλες να κάτσω στο δωμάτιο ανάκρισης σαν σωστό ύποπτο». Έκατσε στην καρέκλα του κατακόκκινος.

       Ο Σάκης αναστέναξε. «Μπιλ, όταν σε ανέκρινα, έκανα τη δουλειά μου. Αν πάει κάποια για να χωρίσει, διεκδικώντας την κηδεμονία των παιδιών, στον καλύτερό φίλο του άντρα της που είναι δικηγόρος, εκείνος πρέπει να κάνει τη δουλειά του. Θα είναι αντικειμενικός και ψυχρός, όπως πρέπει να είναι». Ο Σάκης μιλούσε ήρεμα και κοιτούσε τον Μπιλ στα μάτια.

       Ο Μπιλ καταλάβαινε τι εννοούσε ο φίλος του, μα ο θυμός μέσα του συνέχισε να βράζει, τροφοδοτώντας τον εγωισμό του.

       «Και νομίζω» συνέχισε ο Σάκης, «πως οφείλεις μία συγνώμη στην αδελφή σου. Εκείνη δεν είπε ούτε έκανε τίποτα».

Ο Λύκος Δεν Είναι ΝεκρόςWhere stories live. Discover now