10

5K 374 42
                                    

Εκείνος

Κοιτούσα κάτι polaroids που είχα τραβήξει και προσπαθούσα να καταλήξω σε μια απόφαση. Ποια από όλες τις φωτογραφίες ήταν η καλύτερη ώστε να την προσθέσω στη συλλογή μου;

Κάθε φορά πάθαινα το ίδιο ακριβώς πράγμα. Τραβούσα μερικές φωτογραφίες ενός θέματος σε μορφή polaroid και ύστερα, επειδή παραδέχομαι πως είμαι καταναγκαστικός, έψαχνα να βρω την τέλεια, την καλύτερη λήψη από όλες -πράγμα αδύνατο. Οι φωτογραφίες ήταν ένα μυστήριο αντικείμενο και αρκετά υποκειμενικό. Ενώ σε κάποιον μπορεί να αρέσουν για διάφορους λόγους, κάποιοι άλλοι μπορεί να τις βρίσκουν εντελώς αδιάφορες. Είναι όμως κρίμα. Όλες οι φωτογραφίες έχουν και ένα ωραίο στοιχείο πάνω τους είτε αυτό είναι ο τρόπος που τραβήχτηκαν είτε το θέμα που περιλαμβάνουν.

Και γω, ως φωτογράφος, αυτό το γνώριζα καλύτερα από τον καθένα.

Ξεφύσησα, ανήμπορος να καταλήξω στην καλύτερη από όλες και τις άφησα πάνω στο τραπέζι. Ύστερα, στάθηκα μπροστά από τον γεμάτο με polaroids τοίχο μου και τον κοιτούσα, όπως πάντα, με περηφάνια. Αυτός ο τοίχος ήταν μια δική μου επινόηση, μια δική μου δημιουργία. Η δουλειά μου ως φωτογράφος ήταν κάθε μέρα μια καινούρια πρόκληση για μένα, όμως από ένα σημείο και μετά καταντούσε ρουτίνα. Έτσι, θέλοντας να φτιάξω κάτι δικό μου -έχοντας πάντα ως βασικό πρωταγωνιστή τις ίδιες τις φωτογραφίες φυσικά- κατέληξα σε ένα τοίχο γεμάτο polaroids από πορτρέτα διάφορων ατόμων. Κάποιος μπορεί να μη το έβρισκε τόσο πρωτότυπο, όμως για μένα ήταν.

Τα πορτρέτα ήταν εκπληκτικά. Όλα τα άτομα έδειχναν τόσο χαρούμενα που τους είχα τραβήξει με τη φωτογραφική μου μηχανή, λες και τους είχα δώσει έναν έξτρα λόγο να είναι ευτυχισμένοι. Ίσως εντέλει να χαίρονταν που κάποιος τους είχε τραβήξει μια αρκετά καλή φωτογραφία και θαύμαζαν το γεγονός ότι αυτή βρισκόταν ανάμεσα σε πολλές στον τοίχο ενός επαγγελματία φωτογράφου. Γενικότερα, αυτό που είχα καταλάβει τα τελευταία δύο χρόνια που ασκούσα το επάγγελμα αυτό, ήταν πως οι περισσότεροι άνθρωποι έβλεπαν το επάγγελμα του φωτογράφου με θαυμασμό. Το γιατί, ακόμα δε το είχα μάθει.

Πέρασα το ένα χέρι μέσα από τα μαλλιά μου και ενώ ήμουν έτοιμος να αρπάξω το κινητό μου, χτύπησε το κουδούνι, το οποίο με ξάφνιασε εντελώς.

Το μέρος αυτό δεν ήταν το σπίτι μου, αλλά κάτι σαν το στούντιό μου. Το είχα νοικιάσει εδώ και ένα χρόνο περίπου, όταν άρχισα να συνειδητοποιώ πως έπρεπε να πάρω το επάγγελμά μου πιο σοβαρά από ότι ήδη έκανα. Έτσι, με τη βοήθεια ενός φίλου βρήκα αυτό το μέρος και το έκανα τον προσωπικό και επαγγελματικό μου χώρο. Δεν περνούσα πολύ καιρό εδώ, μόνο τον απαραίτητο, και αυτός ήταν συνήθως τα απογεύματα. Γι' αυτό μου είχε φανεί περίεργο που κάποιος τώρα στεκόταν έξω από αυτό και μου χτυπούσε το κουδούνι, ζητώντας άδεια να μπει μέσα.

Πήγα αμέσως προς την πόρτα. Χωρίς καν να κοιτάξω από το ματάκι, την άνοιξα διάπλατα και η Ellie από το διπλανό διαμέρισμα εμφανίστηκε σχεδόν έκπληκτη μπροστά μου, λες και δε περίμενε να δει εμένα να ανοίγω αλλά κάποιον άλλον. Βγήκα λίγο προς τα έξω και τράβηξα μαζί μου την πόρτα ώστε να της αποκρύψω τη θέα του σαλονιού. Δεν ήθελα να ξέρει κανείς ότι εκεί ήταν το στούντιό μου και όχι το κανονικό μου σπίτι.

"Ellie;" απόρησα τελικά. "Τι κάνεις εσύ εδώ;"

"Εμ..." δίστασε να απαντήσει αλλά την παρότρυνα να το κάνει με το να σταυρώσω επιδεικτικά τα χέρια μου. "Γεια-γεια σου Alex. Συγνώμη που ενοχλώ απλά... Εγώ... Μαγειρεύω κάτι και έχω ξεμείνει εντελώς από αλεύρι, αν δε βρω τώρα θα μου χαλάσει ολόκληρη η συνταγή και θα πάει χαμένος ο κόπος μου. Μήπως έχεις εσύ;"

Ύψωσα διστακτικά το φρύδι μου. Δεν ήταν εντελώς πειστική, αλλά από την άλλη δεν είχε λόγο να μου πει και ψέματα. Δεν ήθελα να γίνομαι τόσο καχύποπτος αλλά μερικές φορές μου έβγαινε αβίαστα.

"Λυπάμαι, δεν έχω. Αν θες όμως μπορώ να έρθω να τσεκάρω εγώ τη συνταγή όσο πας να πάρεις ένα από το μίνι μάρκετ, ίσως;" πρότεινα χωρίς να το σκεφτώ και πολύ.

"Α όχι, έτσι θα μπορούσα να το κάνω και γω αλλά θα μου πάρει πάλι χρόνο. Δεν πειράζει, σε ευχαριστώ," είπε αρκετά πιο φυσικά από ότι πριν, οπότε με έπεισε εντελώς.

"Κανένα πρόβλημα, λυπάμαι που δε μπορώ να βοηθήσω. Τα... Τα λέμε," συμπλήρωσα. Μπήκα μέσα και πριν προλάβω να κλείσω την πόρτα, η φωνή της με σταμάτησε.

"Alex; Γιατί δε βγήκες καθόλου στο μπαλκόνι από την τελευταία φορά που μιλήσαμε;" ρώτησε στα ξαφνικά και με έπιασε τόσο απροετοίμαστο, που κόμπλαρα εντελώς. Έτσι, βρίσκοντας μια τρομερά γελοία δικαιολογία, την απομάκρυνα για άλλη μια φορά από κοντά μου.

"Όπα, νομίζω χτυπάει το κινητό μου και πρέπει οπωσδήποτε να το απαντήσω. Θα τα πούμε κάποια άλλη στιγμή, συγνώμη."

Πριν προλάβει να εναντιωθεί, έπιασα την πόρτα και την έκλεισα μονομιάς. Ακουμπώντας την πλάτη μου πάνω της, σκέφτηκα πως κάποια στιγμή θα έπρεπε να σταματήσω να κρύβομαι και να σταθώ σαν άντρας μπροστά της.

Κάποια στιγμή, έπρεπε επιτέλους να της μιλήσω.

Κάποια στιγμή, έπρεπε επιτέλους να της μιλήσω

Oops! This image does not follow our content guidelines. To continue publishing, please remove it or upload a different image.
Το διπλανό μπαλκόνιWhere stories live. Discover now