578 44 18
                                    

Ψυχρό αεράκι.

Μικροσκοπικές νιφάδες χορεύουν στους αργούς ρυθμούς του ανέμου που ξεχύνεται στους άδειους, παγωμένους δρόμους. Αν κάποιο ξηρό φύλλο δεν είχε θαφτεί κάτω από λεπτά στρώματα χιονιού, κατέληγε να ακολουθεί τα ρεύματα ώσπου να ξαπλώσει επάνω στο άσπρο πάπλωμα. Κάθε χειμώνας ο ίδιος, βίαιος, η θερμοκρασία τόσο παγωμένη στο θερμόμετρο όσο και η ίδια. Το σφύριγμα του αέρα ανάμεσα στις ταλαιπωρημένες στέγες και τα ξεγυμνωμένα δέντρα επαναλαμβανόταν όλο και πιο συχνά καθώς οι ώρες περνούσαν, έφεραν τη νύχτα.

Η άσφαλτος γυάλιζε όπου δεν κρυβόταν κάτω από το χιόνι. Τρίξιμο παπουτσιών επάνω του έκαναν τον κάτοχό τους να ανατριχιάζει, ο γνώριμος ήχος ήταν και ο μόνος που μπορούσε να ακουστεί στην ήσυχη γειτονιά. Κανένας δεν τριγυρνούσε όταν το κρύο άρχιζε να τσούζει το γυμνό δέρμα, άλλωστε η μικρή συντηρητική πόλη ποτέ δεν χαρακτηριζόταν από πολύβουη βραδινή ζωή. Το κορίτσι όμως θα θυσίαζε για άλλη μια φορά τη ζεστασιά που προσέφερε το τζάκι και τον καυτό ατμό του ροφήματος σοκολάτας να θερμαίνει την επιδερμίδα της, με προορισμό το μικρό, οικείο βιβλιοπωλείο.

Θα ένιωθε κανείς πως το συγκεκριμένο πολυκαιρισμένο κατάστημα έμοιαζε περισσότερο με ταξίδι στο χρόνο παρά με μία ακόμη επιχείρηση. Στριμωγμένο ανάμεσα σε αυστηρές πολυκατοικίες, το ξύλο άρχιζε να ξεφλουδίζει στις γωνίες. Ωστόσο τίποτα δεν συγκρινόταν με τη θαλπωρή που σε γέμιζε όταν διέβαινες την παλιά, βαριά πόρτα. Γι αυτήν πάντως, σίγουρα.

Τα ευγενικά χτυπήματα του αέρα την έκαναν να σφίγγει το πανοφώρι της με δύναμη γύρω απ' το κορμί της ενώ τα μακριά μαλλιά της μπλέκονταν περισσότερο. Βάλθηκε να τα χτενίζει με τα δάχτυλά της πού και πού όταν τα ρεύματα κόπαζαν. Έφτασε πια στο κατώφλι, φύσιξε στη δεξιά της μαζεμμένη παλάμη για να τη ζεστάνει αμυδρά και ακούμπησε το καλυμμένο από μια λεπτή στρώση πάγου πόμολο.

Ο τριγμός έφτασε στ' αυτιά της ενοχλητικός όσο πάντοτε. Κοντοστάθηκε ώστε να εισπνεύσει την μυρωδιά του χαρτιού που χανόταν μέσα στα κύματα θερμότητας, προμηθευόμενα απ' τη μικροκαμωμένη σόμπα. Πανύψηλες βιβλιοθήκες γεμάτες κάθε λογής βιβλίο, στοίβες πάνω σε σκαμπό και μικρά τραπεζάκια. Πραγματικά γραφικό, ένα πληγμένο από κακουχίες στολίδι του εικοστού αιώνα κάτω από παχιές στρώσεις χειμωνιάτικου στίγματος.

Τα βλέμμα της ταξίδεψε στο χώρο για λίγο ώσπου προσειώθηκε
στον μοναδικό υπάλληλο που ήταν συνήθως υπεύθυνος για το βιβλιοπωλείο. Το κορίτσι ως τακτική πελάτισσα είχε έρθει πολλές φορές σε επαφή μαζί του, μία καλημέρα ή ένα "τα ρέστα σας", όμως ποτέ δεν είχαν μιλήσει πραγματικά. Ήταν το αγόρι πίσω από το γραφείο, το αγόρι με τα γελαστά μάτια και τα στρογγυλά γυαλιά. Το αγόρι με τους ξηρούς καρπούς και τα σκούρα πουλόβερ, το αγόρι δίχως όνομα.

στις σελίδες » jjkWhere stories live. Discover now