15

866 137 31
                                    

Αυτό είναι το τελευταίο ήσυχο κεφάλαιο 😉

Wren

Περπατούσαμε, μέσα στο δάσος σαν πεσμένα φύλλα, σαν να μην ανικαμε πλέον πουθενά.

Εκείνη, περπατούσε μπροστά από εμένα και εγώ πήγαινα πιο αργά θαυμάζοντας την. Έγραφα τις όμορφες εικόνες στο τετράδιο μου, θέλοντας να ζωγραφίσω με τις λέξεις.

Ακόμη και αν ήταν άνοιξη, βροχή έπεφτε για εμάς.

H sigrid έτρεχε σαν μικρό παιδί, ψάχνοντας μια όμορφη μεριά να καθησουμε και εγώ δεν μπορούσα πάρα να την κοιτάζω χαμογελώντας.

Δεν μπρουσα να σταματήσω να σκέφτομαι πως η νεράιδα είναι αληθινή, βρίσκεται μαζί μου.

Δάκρυα έτρεξαν στο πρόσωπο μου, μα ήταν δάκρυα χαράς. Πρωτόγνωρο συναίσθημα.

Η εικόνα ήταν τόσο όμορφη, σχεδόν ψεύτικη.

Την πλησίασα και καθησα δίπλα της στο γρασίδι μπροστά  από τη λίμνη. Είχε τα πόδια της στο νερό και σχεδίαζε διάφανα σχέδια με αυτό στο δέρμα της.

Ονειροπόλα. Τα μάτια της σαν να γίνονταν ένα με το νερό, να ταξίδευαν με τη ροή του. Θα ήθελα πολύ να μάθω τις σκέψεις της ή ίσως και όχι, θα χαλούσε το παραμύθι αν όλα ήταν γνωστά.

Έκοψα κάτι όμορφες μαργαρίτες και την πλησίασα. Γονάτισα μπροστά της και της στόλισα τα πανέμορφα γαλάζια της μαλλιά με αυτές.

Έργο τέχνης.

Εκείνη απλώς χαμογέλασε. Μου αρέσει η απλότητα στις αντιδράσεις της, θυμίζει μια αγνότητα εξαφανισμένη από τον κόσμο.

Καθησα ξανά δίπλα της και παρατηρούσα τη λίμνη. Απόλυτη γαλήνη. Αργά,  ακουμπισα το χερι της και γύρισε ελαφρά προς το μέρος μου, μύριζε σαν τον αγαπημένο μου χειμώνα.

Της έδωσα ένα απαλό φιλί. Στην άκρη από τα χείλη,την άγγιξα απαλά. Ήταν το μόνο που θα της δώσω πότε. Δεν θέλω να καταστρέψω ενα έργο τέχνης.

Εκείνη έκλεισε στιγμιαία τα μάτια της. Όταν τα άνοιξε μπρουσα να δω λίγη χαρά στους ως τότε λυπημενους πράσινους ωκεανούς.

"Sigrid, είμαστε εσύ και γώ τώρα, στο δικό μας κόσμο. " είπα και σηκώθηκα από τη θέση μου. Περπάτησα λίγο ώστε να θαύμασω το τοπίο.  Εάν υπήρχε παράδεισος, ίσως και να έμοιαζε έτσι.

Έκοψα ένα μικρό κλάδι από το δέντρο και το χώρισα σε δύο κομμάτια. Το καθένα από αυτά το έκανα κύκλο, σαν δαχτυλίδι.

Το άγγιγμα της στον ώμο μου με έκανε να γυρίσω ξαφνιασμενος. Με είχε ακολουθήσει ως εδώ.

"Sigrid, βροχή μου. Το να σε παντρευτώ είναι τόσο λίγο μπροστά σε αυτό που αισθάνομαι. Μα, θα σου δώσω αυτό για να θυμάσαι για πάντα πώς είσαι δική μου. "

Λέω και εκείνη μου δίνει πρόθυμα το χερι της χαμογελώντας πλατιά. Της φοράω το αυτοσχέδιο μου δαχτυλίδι χαοδευοντας το λεπτεπιλεπτο χέρι της.

Εκείνη,  πήρε το δεύτερο κλαδί που κρατούσα και μου το φόρεσε σαν δαχτυλίδι. Με άγγιξε με ευκολία  ενώ συνήθως είναι διστακτική.

"Θα σε θυμάμαι. Ακόμη και αν χαθώ, θα σε θυμάμαι. Ποτέ δεν έχω νιώσει κάτι πιο δυνατό. " Είπε με την καθαρή και απαλή φωνή της που σπάνια ακούω.

Έπιασα το πρόσωπο της και την κράτησα για λίγο κοιτώντας την στα μάτια.

Περπατώντας, με κατευθύνε κοντά στο νερό της λίμνης, όπου ξαπλωσαμε στο γρασίδι.

Έκλεισα τα μάτια μου και για πρώτη φορά, οι εικόνες που αντίκριζω είναι πιο μαγικές από αυτές που σκέφτομαι.

Κεφάλαιο θα μπει την τρίτη πιστεύω.

Τελειώνουμε σε 3 σχεδον❤

Το τέλος θα είναι ανατρεπτικό, ετοιμαστειτεε.

Ελπίζω να σας άρεσε

She Where stories live. Discover now