02

1.2K 63 13
                                    

Και κολλάει τα χείλη μας. Τα χείλη του πάνω στα δικά μου. Προσπαθώ να τον απομακρινω απο πανω μου αλλά οι μικρές μου παλάμες δεν καταφέρνουν να τον σπρώξουν. Το άλλο του χερι πήγαινε όλο και πιο κοντά στην περιοχή μου. Ανατριχιαζω. "Σε παρακαλώ μη" λέω όταν καταφερνω να σταματησω το φιλί μας. Είμαι έτοιμη να κλάψω ξανά. Με αντικρύζει στα ματια μια τελευταια φορά και βγαίνει εξω απο το δωμάτιο. Νιώθω μια περίεργη αίσθηση. Σαν να έχει γεμίσει κενό μέσα μου και να εχω αναγκη να συνεχίσω λίγο αυτο το φιλί πριν χαθεί ξανά για παντα. Οτάν επανερχομαι ξανά στα καλά μου πινω νερό ενω αφήνω το φαγητο εκεί. Πεφτω κάτω απο τα σκεπασματα αφαιροντας το τζιν μπουφάν και τα παπούτσια μου και ξαπλωνω για να ζεσταθω πιο πολύ παρα να κοιμηθώ. Καταφέρνει να με πάρει ο ύπνος για μερικές ώρες ενω εκείνος δεν έχει ξανακάνει την εμφάνιση του. Οτάν ξυπνάω βλέπω το ρολόι στο τοίχο να λέει 2:30 το μεσημέρι και σηκωνομαι για να ανοιξω το παράθυρο για λίγο καθαρό αέρα και φως. Εκείνη την ωρα μπαίνει εκείνος ξανά μέσα. "Δεν προσπαθεις να αποδράσεις έτσι;" γυρναω και αφήνω ενα πνιχτο γέλιο. "Δεν είμαι τρελή για να προσπαθήσω να αποδρασω απο τον τρίτο όροφο". Απανταω και κάθομαι στην καρέκλα δίπλα ενω με χτυπάει ο κρύος αέρας του Δεκέμβρη. "Θα κρυώσεις" λέει. "Γιατί σε νοιάζει ακριβως;" απαντώ. "Νομιζω οτι με εχεις παρεξηγήσει". Κάθετε στην άκρη του κρεβατιού και κοιτάει απέναντι προς εμένα. "Ναι συγνώμη που δεν εχω πάρει με καλό μάτι κάποιον που με απήγαγε"
"Υποθέτω πως εχεις τα δίκαια σου"
"Δεν θα βγάλεις την κουκούλα ποτε; "
"Οχι"
"Δεν πρόκειται να πω κάτι σε κανέναν, δεν μπορώ άλλωστε. Απλα αν ειναι να κανεις το οτιδήποτε με εμένα κάντο γρήγορα"
"Δεν νομίζω πως το σκεφτηκες καλά αυτο πριν το αποφασισεις"
"Δηλαδή; "
"Δεν υπάρχει καμια απολύτως περιπτωση να σε σκοτώσω."
"Τοτε γιατί είμαι εδώ; " ρωταω αγανακτησμενη. "Πιστεύεις οτι θα σε απηγαγα για να σε σκοτώσω χωρίς να εχω κάποια όφελος; δεν είμαι δολοφόνος".
"Οτάν αποφασισεις να με κανεις να καταλάβω τι θες απο μένα τοτε ξαναμιλα μου, μεχρι τοτε θα ηθελα την ησυχια μου σε παρακαλω"
"Οταν ειπα να μιλας δεν εννοουσα να μας καβαλησεις κιολας" λεει και γελαει. Σηκωνεται και κλεινει το τζαμι του παραθυρου. "Φροντισε να μην αρρωστησεις και φαε κατι".
"Δεν πειναω"
"Δεν σε ρωτησα, μην με κανεις να σε αναγκασω. Κάνει ενα βήμα για να φύγει αλλά η φωνη μου τον σταματάει. "Τι εννοουσες όταν ελεγες οτι δεν το σκέφτηκα καλά πριν αποφασισω να σου πω να τελειώνεις με οτι ειναι να κανεις; ". Μένει μερικά δευτερόλεπτα κολλημένος στη θέση του ώσπου γυρνάει να με κοιτάξει. "Δεν με φοβάσαι έτσι;"
"Οσο γίνεται... Οχι"
"Τέλεια" λέει καθώς ενα χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη του. Μου δίνει το χερι του ενώ με το άλλο σηκώνει την κουκούλα του ως το σημείο της μύτης. Πιάνω το χερι του και σηκωνομαι. Εκείνος κολλάει ξανά τα χείλη του στα δικά μου και αυτή τη φορά τον αφήνω. Θέλω πραγματικα να καταλάβω τι θέλει απο εμένα και πιστεύω οτι αυτός ειναι ο μόνος τροπος. Με σπρώχνει προς την άκρη του κρεβατιού και ξαπλώνω ενω εκείνος ειναι απο πανω μου. Τα χείλη του έχουν κατέβει στο λαιμό μου. Εντάξει Μία θέλει να σε βιάσει σταματά τον τώρα. Τοποθετώ τα χέρια μου στο στήθος του και τον σπρωχνω απο πανω μου πανικόβλητη. Σηκωνομαι κατευθείαν και πηγαίνω ξανά στην καρέκλα που ήμουν πριν. Με ακολουθεί κατευθείαν. "Μην με πλησιάζεις" λέω κατευθείαν τρομαγμένη. "Νόμιζα οτι δεν με φοβάσαι"
"Και εγώ αυτο νόμιζα." απαντώ χωρίς να τον κοιταω. Εκείνος φεύγει και εγώ ξαναπεφτω στο κρεβάτι αφού ανοιξω το τζαμι, λιγοτερο αυτή τη φορά.

Μελαγχολική Στοκχόλμη Where stories live. Discover now