ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΗΜΑ

Start from the beginning
                                    

Ο Κωνσταντής κράτησε με δύναμη τη λεκάνη της Γεωργιάς και μπήκε ξανά μέσα της, ακινητοποιώντας το σώμα της πάνω στο τραπέζι. <<Θα μας δουν>> ψέλλισε η κοπέλα, μέσα στα βογγητά. <<Σκάσε. Κανείς δεν θα μας δει>> πέταξε και συνέχισε να εισβάλει στο κορμί της. Η κοπέλα ανάσαινε έντονα και λίγα λεπτά αργότερα, τον ένιωσε να τελειώνει και άφησε έναν βαθύ αναστεναγμό μουγκρίζοντας δυνατά. Ο Κωνσταντής τραβήχτηκε κι εκείνη έστρωσε τη φούστα της και φόρεσε το εσώρουχο της. <<Πρέπει να μας έχει πάρει χαμπάρι η μάνα σου. Με μισό μάτι με κοιτάζει>>, <<Σκοτίστηκα>>, <<Εγώ πάλι όχι. Δεν θέλω να χάσω τη δουλειά μου. Φτωχή κοπέλα είμαι>> του πέταξε μα εκείνος γέλασε ειρωνικά. <<Γιωργίτσα, από δω μέσα, δεν φεύγεις. Μην ανησυχείς. Και το βράδυ έλα στην κάμαρη μου, να κάνουμε ωραία κατάσταση. Βαρέθηκα να βρισκόμαστε με το ρολόι στο χέρι. Δεν θες μανάρι μου, να έχουμε το χρόνο μας;>> τη ρώτησε, χτυπώντας την απαλά στον μηρό. <<Ίσως έρθω>> απάντησε αδιάφορα. <<Δεν έχει ίσως μαζί μου. Αφού θες. Μην πεις όχι>>. Εκείνη του χαμογέλασε δειλά. <<Είπα... Ίσως>>, <<Εγώ θα περιμένω. Μη με πικράνεις. Σου έχω πάρει κι ένα δωράκι>>, <<Τι δωράκι;>> ρώτησε με περιέργεια. <<Ε έλα και θα το δεις. Θα είσαι καλό κορίτσι, θα περάσουμε ωραία και μετά, θα πάρεις και το δωράκι. Ε Γιωργίτσα;>>. Η κοπέλα έπιασε τα μαλλιά της. <<Ε, αν είναι έτσι... Να έρθω>>, <<Άντε μπράβο. Γι' αυτό μου αρέσεις. Γιατί συνεννοούμαστε εμείς. Την καλημέρα μου>>.

Ο Γιάννος ήπιε δυο γουλιές από το γάλα του και άφησε το ποτήρι στο τραπέζι. <<Θα αργήσετε στο σχολείο. Πίνε πιο γρήγορα!>> τον μάλωσε η Ελένη. <<Μαμά θα μου κάνεις πατατούλες το μεσημέρι;>>, <<Όχι. Είπαμε σήμερα θα φάμε φακές. Δεν θα τρως πατάτες κάθε μέρα. Και έμαθα έφαγες χτες το βράδυ αλλά είπα να μην το σχολιάσω>>. Ο Γιάννος κοίταξε αυστηρά τον πατέρα του. <<Μυστικό ήταν; Δεν το ήξερα...>> είπε ο Λάμπρος απολογητικά. <<ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΜΥΣΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΜΑ!>> διαμαρτυρήθηκε η Ελένη. <<Έφαγα πατατούλες με κεφτεδάκια μαμά αλλά δεν είναι το ίδιο. Εσύ θα μου κάνεις πατατούλες με αυγά>>, <<Α εντάξει, καλά και το πες. Πάω τώρα να πετάξω τις φακές>>, <<ΑΛΗΘΕΙΑ!>>, <<ΟΧΙ ΦΥΣΙΚΑ! Πίνε το γάλα σου>>. Ο δάσκαλος έβαλε τα γέλια. <<Έχεις πρόβα για το νυφικό σήμερα;>> ρώτησε ο άντρας. <<Ναι. Θα ερθω μαζί σας, μέχρι το χωριό. Μετά έχω δουλειές>>, <<Μαμά το νυφικό σου είναι πολύ ωραίο>> σχολίασε ο Γιάννος. <<Βρε, δεν είπαμε δεν λέμε τίποτα γιατί δεν πρέπει να μάθει ο μπαμπάς πως είναι;>>, <<Δεν έχουμε μυστικά από τον μπαμπά>> απάντησε πονηρά το παιδί. <<Αυτό δεν είναι μυστικό! Αυτό είναι έθιμο!>> του απάντησε και του τσίμπησε τη μύτη παιχνιδιάρικα. Έφυγαν και οι τρεις από το σπίτι για το σχολείο και το ζευγάρι περπατούσε πιασμένο χέρι-χέρι, παρατηρώντας τον μικρό που κυνηγούσε μια πεταλούδα, χοροπηδώντας κεφάτα. Μόλις έφτασαν έξω από το σχολείο, η Ελένη έσκυψε μπροστά του. <<Καλό μάθημα. Να είσαι καλό παιδί, εντάξει;>>. Ο Γιάννος έγνεψε θετικά και την αγκάλιασε. <<Μαμά...>>, <<Τι ναι;>>, <<Σ' αγαπώ πολύ>>, <<Κι εγώ αντράκι μου. Πάρα πολύ>> του είπε και άφησε ένα φιλί στο μέτωπο του. Ο Λάμπρος που στεκόταν δίπλα τους, πήρε τον μικρό από το χέρι και φίλησε την γυναίκα του στο μάγουλο. <<Θα τα πούμε το μεσημέρι>> της πέταξε και μπήκαν στο σχολείο. Η γυναίκα τους παρατήρησε για μερικές στιγμές, χαμογέλασε και έφυγε για το καφενείο. Η Βιολέτα στεκόταν έξω και την πλησίασε κεφάτα. <<Καλώς την! Πώς κι από δω πρωί πρωί;>>, <<Καλημέρα. Πάω στην Ουρανία για το νυφικό>>, <<Άντε! Τελειώνει; Ο πεθερός σου είναι στα σύννεφα με το γλέντι. Έχουν ρυθμίσει με τον Φανούρη κάθε λεπτομέρεια>>, <<Λογικά, ως την άλλη εβδομάδα, θα είναι όλα έτοιμα>>. Η Βιολέτα έτριψε τα χέρια της με ευχαρίστηση. <<Ωραία, ωραία. Τι έχεις εσύ;>>, <<Εγώ; Καλά είμαι>> απάντησε η Ελένη. <<Λάμπεις ολόκληρη>>. Η γυναίκα κοκκίνισε ντροπαλά. <<Δεν έχω τίποτα. Όλα ήρεμα>>, <<Μπα κι έκανες κάτι το πρωί και ανανεώθηκες;>>. Η Λενιώ δαγκώθηκε δειλά. <<Βρε Βιολέτα... Ντροπής πράγμαα...>>, <<Καλά κάνεις. Έτσι πρέπει. Το ζευγάρι πρέπει να ζει το πάθος όσα χρόνια κι αν περάσουν>>. Εκείνη έβαλε τα γέλια. <<Πάω στην Ουρανία. Θα ρθεις;>>.

Δύο ΠρόσωπαWhere stories live. Discover now