ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ

886 23 5
                                    

ΜΙΑ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΑΡΓΟΤΕΡΑ

Η Ελένη περπατούσε, κρατώντας μια μεγάλη χάρτινη τσάντα, κατηφορίζοντας προς το χωριό. <<Καλημέρα>> πέταξε χαμογελώντας στην Ουρανία που περνούσε από δίπλα της βιαστικά. Έκοψε το βήμα της περιμένοντας να εξαφανιστεί η μοδίστρα κι έπειτα έστριψε σε ένα μικρό στενό, κοιτάζοντας δεξιά κι αριστερά να μην την δει κανείς. Έσπρωξε την αυλόπορτα και μπήκε στο μικροσκοπικό κηπάκι. Ξεκλείδωσε γρήγορα την πόρτα του σπιτιού και μπήκε μέσα, κλείνοντας πίσω της. Έκατσε στον τοίχο και ανάσανε. Σχεδόν μια εβδομάδα γινόταν αυτό κι ευτυχώς, κανείς δεν την είχε δει ακόμα. Κοίταξε την κουζίνα. Έλαμπε από καθαριότητα. Εδώ και μέρες, ο Λάμπρος και η Ελένη πάλευαν να το φέρουν σε μία σειρά και ταυτόχρονα να κρύβονται για να μην καταλάβει κανείς στο χωριό πως ο δάσκαλος δεν ήταν μόνος του. Φυσικά η απόφαση του να αφήσει το πατρικό και την γυναίκα του, ήταν το κουτσομπολιό της χρονιάς και όλοι σχολίαζαν την απόφαση του αυστηρά.  Εκείνη έτρεμε τι θα συνέβαινε τη μέρα που θα γινόταν γνωστή η σχέση τους. Από την άλλη, ακόμα και έτσι, για πρώτη φορά στη ζωή της ένιωθε χαρούμενη και είχε αποφασίσει μέσα της, να μην επισκιάσει καμία αντίδραση τη χαρά της. Μπήκε στη κρεβατοκάμαρα και έβγαλε ένα σετ παλιά σεντόνια από μέσα, για να στρώσει το κρεβάτι. <<Δεν έχουμε πλαγιάσει ακόμα εδώ>> σκέφτηκε και χαμογέλασε, μα αυτόματα ένιωσε ντροπή και σταμάτησε. Συνέχισε να στρώνει στα σκοτάδια, με το φόβο μην τη δει κάνενας από το παράθυρο, περιμένοντας τον Λάμπρο να έρθει.

Η Θεοδοσία έπινε τον καφέ της, μα καθόταν σε αναμμένα καρβουνα, βράζοντας από θυμό. Ήταν η τελευταία μερα που ο Λάμπρος έμενε σπίτι. Σχεδόν όλα του τα πράγματα, είχαν μεταφερθεί στο σπιτάκι του δασκάλου. Η Βιολέτα μπήκε στο σαλόνι και έκατσε απέναντι της. <<Τι έχεις κορίτσι μου; Όλα καλά;>> τη ρώτησε καλοσυνάτα. <<Δεν ξέρεις τι έχω Βιολέτα...>> πέταξε μουτρωμένα. <<Ε θα έφευγε. Δεν το ξέραμε; Κακώς σκας. Την απόφαση του, την έχει πάρει. Το θέμα είναι εσύ τι κάνεις>>. Η Θεοδοσία έσφιξε τις γροθιές της. <<Τι να κάνω Βιολέτα; Ούτε εσύ δεν ξέρεις να μου πεις>>, <<Πάρε το χρόνο σου και σκέψου. Δεν χρειάζεται να βιαστείς>> της είπε ήρεμα και ήπιε λίγο καφέ. <<Να τον χαρίσω στην Ελένη, ε; Να της τον αφήσω. Όσο και να μου λέτε πως δεν συμβαίνει τίποτα, εγώ το ξέρω! Το ξέρω μέσα μου πως είναι ξανά μαζί>>, <<Πώς το ξέρεις βρε Θεοδοσία; Μη λες κουταμάρες>>. Η κοπέλα σηκώθηκε όρθια και χτύπησε το χέρι στο τραπέζι. <<Το σπίτι του το έχεις δει;>>, <<Ε;>>, <<Λέω το έχεις δει; Και στραβός να είσαι, φαίνεται πως εκεί μέσα έχει μπει γυναικείο χέρι. Αποκλείεται ο Λάμπρος μοναχός του, να έκανε τέτοια δουλειά. Τον γνώρισα όταν ήταν εργένης και ζούσε μόνος. Τον βοηθούσα κι εγώ στο σπίτι γιατί δεν τα κατάφερνε. Εκεί μέσα αστράφτουν όλα!>> της είπε θυμωμένα και η Βιολέτα δαγκώθηκε. <<Τώρα τι θες να σου πω; Θα σου πω την αλήθεια κι ας θυμώσεις... Εγώ πήγα και... Τον βοήθησα τέλος πάντων. Δεν ήθελα να στο πω για να μην εκνευριστείς όμως δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Μου ζήτησε τη βοήθεια μου και...>>, <<ΕΣΥ;>>, <<Ναι. Εγώ. Πήγα δυο φορές. Δεν είναι δα και παλάτι>> είπε αμήχανα η Βιολέτα, χωρίς να την κοιτάξει στα μάτια. Η Θεοδοσία έκατσε απέναντι της. <<Αλήθεια μου λες; Δεν θα θυμώσω, απλώς θέλω να ξέρω>>, <<Βρε παιδιά είμαστε; Θεός φυλάξοι>> της πέταξε, προσπαθώντας να δείχνει πειστική. <<Συγνώμη. Συγνώμη, μου έχει γίνει έμμονη ιδέα>> απολογήθηκε και η γυναίκα της έτριψε το χέρι τρυφερά. <<Βρε Θεοδοσία μου, ωραία, τώρα πες πως έχεις άδικο. Κι αν αύριο είναι μαζί; Όχι με την Ελένη απαραίτητα. Με μια γυναίκα. Εσύ τι θα κάνεις; Θα τον κρατάς έτσι, παντρεμένο με το ζόρι;>>, <<Δεν ξέρω>> απάντησε βιαστικά η κοπέλα, όταν είδε τον Λάμπρο να μπαίνει σπίτι. <<Καλημέρα>> είπε ψυχρά. <<Καλώς τον>> έκανε η Βιολέτα εύθυμα. <<Εγώ πάω στο κήπο. Έχω κάτι δουλειές αφήσει>> πέταξε η Θεοδοσία και έφυγε από την συντροφιά τους. Ο Λάμπρος την κοίταξε με απελπισία. <<Τι έλεγε πάλι;>> ρώτησε τη Βιολέτα αδιάφορα. <<Άσε τι έλεγε η Θεοδοσία κι έχε εσύ τα μάτια σου ανοιχτά. Της έχει γίνει έμμονη ιδέα πως είστε πάλι μαζί με την Ελένη>>, <<Της εξήγησα πως δεν ισχύει κάτι τέτοιο και...>>, <<Ναι επειδή ισχύει, πρόσεχε γιατί αν το καταλάβει, δεν θα σου δώσει διαζύγιο ποτέ>> τον διέκοψε η Βιολέτα. Ο δάσκαλος αναστέναξε. <<Σου είπα Βιολέτα ότι εγώ και...>>, <<Λάμπρο, χαζή δεν είμαι. Ούτε εκείνη όμως. Ήρθε σπίτι σου και ψυλλιάστηκε πως εκεί μέσα μπαίνει γυναίκειο χέρι. Φαίνεται από μακριά...>>, <<Βιολέτα, άκου...>>, <<Όχι εσύ άκου. Μη μου λες ψέματα, το καλό σου θέλω. Εγώ σε δικαιολόγησα στη Θεοδοσία. Είπα πως εγώ καθάρισα το σπίτι. Μη με αφήνεις στα σκοτάδια όμως, μόνο έτσι μπορώ να βοηθήσω>>. Ο δάσκαλος έκατσε δίπλα της και της χάιδεψε τη πλάτη φιλικά. <<Συγνώμη, απλώς είπαμε να μην μαθευτεί ως να ηρεμήσει η κατάσταση και να μου δώσει η Θεοδοσία το διαζύγιο>> της δικαιολογήθηκε ντροπαλά. <<Και καλά θα κάνετε όμως άλλο ο κόσμος, άλλο εγώ. Έχετε το νου σας κι εγώ θα έχω τα μάτια μου ανοιχτά>>

Δύο Πρόσωπαजहाँ कहानियाँ रहती हैं। अभी खोजें