ΦΥΓΗ

593 20 2
                                    

ΔΥΟ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ ΑΡΓΟΤΕΡΑ

Ο Λάμπρος ήπιε δυο γουλιές από τον καφέ του και κατέβασε με ηρεμία το ποτήρι. Κανείς δεν μιλούσε στο πρωινό τραπέζι. Κανείς δεν μιλούσε γενικώς στο σπιτικό του, τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Η αμηχανία ήταν έντονη και τα λόγια είχαν σωθεί. Σαν σκιές ζούσαν, λέγοντας μόνο τα απαραίτητα όμως εκείνος ένιωθε να πνίγεται κάθε μέρα και περισσότερο. Δεν θα έμενε άλλο άπραγος. Αν συνέχιζε να βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση, σίγουρα στο τέλος θα έκανε κάποια ανοησία. <<Θα πάω στα χωράφια>> ανακοίνωσε ο πατέρας του και έβαλε βιαστικά το σακάκι του για να φύγει. Ήταν η κατάλληλη στιγμή για τον Λάμπρο να μιλήσει στη γυναίκα του. <<Εσύ Λάμπρο μου, δεν θα φύγεις για το σχολείο;>> τον ρώτησε καλοσυνάτα. <<Σε λίγο. Θεοδοσία, πρέπει να πούμε κάποια πράγματα>> απάντησε αυστηρά. <<Τι πράγματα;>>, <<Δεν ξέρω αν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι>>, <<Πώς έτσι;>>, <<Με δουλεύεις; Νιώθεις πως είμαστε καλά μεταξύ μας; Νιώθεις πως η σχέση μας προχωράει;>>. Η γυναίκα σηκώθηκε όρθια και άρχισε να μαζεύει το τραπέζι. Έπρεπε πάση θυσία να αποφύγει από τη συζήτηση μαζί του. <<Είχαμε μια ατυχία που μας έχει απομακρύνει. Θα περάσει>> πέταξε όσο πιο ψύχραιμα γινόταν. <<Τώρα γιατί το κάνεις αυτό; Πριν από την εγκυμοσύνη, είχαμε αποφασίσει να χωρίσουμε και...>>, <<ΟΧΙ ΛΑΜΠΡΟ! ΕΙΧΕΣ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕΙ ΝΑ ΧΩΡΙΣΟΥΜΕ. ΕΣΥ ΚΑΙ Η ΕΡΩΜΕΝΗ ΣΟΥ ΤΟ ΕΙΧΑΤΕ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕΙ, ΟΧΙ ΕΓΩ!>>, <<ΣΤΑΜΑΤΑ ΘΕΟΔΟΣΙΑ! Μη μπλέκεις την Ελένη σε όσα λέμε. Η Ελένη είναι με έναν άλλον άντρα, δεν έχει καμία σχέση με εμένα>> της φώναξε θυμωμένα. <<Τρίχες. Τρίχες κατσαρές. Τι θες Λάμπρο; Διαζύγιο;>>. Εκείνος έκατσε ξανά στη καρέκλα και πήρε βαθιά ανάσα. <<Θα φύγω. Θα ζητήσω μετάθεση για την Αθήνα>> της ανακοίνωσε με μία ανάσα. <<ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ;>>, <<Δεν μπορώ να συνεχίσω να μένω άλλο εδώ>>, <<Τα έχετε κανονισμένα έτσι; Θα φύγεις μαζί της! Αυτό μου λες!>>, <<Η ΕΛΕΝΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ. Ούτε πρόκειται να άφηνε το σπίτι και τα χωράφια της για να με ακολουθήσει. Μη λες ανοησίες Θεοδοσία. Δεν μπορώ να ζω πια άλλο εδώ όμως. Ούτε να ζούμε μαζί. Θα σε εξασφαλίσω, θα σου δώσω διατροφή, μα στο Διαφάνι δεν μένω>>. Η γυναίκα του έπιασε το χέρι τρυφερά και το φίλησε. Ένα δάκρυ έτρεξε στο μάγουλο της. <<Πάμε μαζί στην Αθήνα. Ας φύγουμε μαζί. Να προσπαθήσουμε να ξεκινήσουμε τη ζωή μας από την αρχή>> του πρότεινε χαμογελώντας, μα ο δάσκαλος έμεινε να την κοιτάζει παγωμένα. <<Δεν γίνεται κορίτσι μου. Δεν μπορώ. Μακάρι να μπορούσα όμως δεν έχει νόημα να ζούμε μαζί έτσι. Είσαι νέα, όμορφη, έξυπνη. Έχεις όλα τα καλά του Θεού. Θα ξαναφτιάξεις τη ζωή σου, είμαι βέβαιος. Κι εγώ θα σε βοηθήσω>> της απάντησε ήρεμα, μα εκείνο τον κοίταξε με θυμό. <<Πήγαινε όπου θες τότε. Μόνος, με την Ελένη, δεν με αφορά. Διαζύγιο μια φορά δεν σου δίνω. Από εμένα, δεν πρόκειται να ξεφύγεις τόσο απλά>> του δήλωσε ψυχρά. Ο Λάμπρος σηκώθηκε ψύχραιμα και φόρεσε το σακάκι του. Ήταν προετοιμασμένος για την απάντηση της. <<Όπως θες>> είπε και έφυγε από το σπίτι για το δημοτικό σχολείο.

Δύο ΠρόσωπαWhere stories live. Discover now