H ΔΙΚΗ - part 3

Start from the beginning
                                    

Η Θεοδοσία έκατσε δίπλα στον Γιάννο που καθόταν μουτρωμένος στην τραπεζαρία του Μιλτιάδη. <<Δεν θες να παίξουμε; Εδώ θα κάτσουμε όλη μέρα;>> του είπε παιχνιδιάρικα. <<Θεοδοσία, ο κύριος δικαστής μπορεί να πει στη μαμά να έρθει σπίτι;>> τη ρώτησε λυπημένα. <<Δεν ξέρουμε Γιάννο μου. Μπορεί. Ο μπαμπάς τι λέει;>>, <<Λέει θα δούμε...>>, <<Ε, θα δούμε!>>. Έσκυψε να τον αγκαλιάσει και τον βόλεψε στα πόδια της. <<Πάντως αγοράκι μου, είναι πολύ νωρίς ακόμα. Το απόγευμα θα γυρίσουν όλοι από το δικαστήριο κι αύριο το πρωί θα ξέρουμε τι έγινε>>,  <<Ήθελα να πάω κι εγώ!>>, <<Εσύ τι να κάνεις; Εκεί απαγορεύονται τα παιδάκια! Εσύ έκατσες μαζί μου. Λοιπόν ξέρεις τι λέω;>> πρότεινε η κοπέλα. <<Τι;>>, <<Να πάμε έξω στην αυλή να παίξουμε μπάλα και μετά να με βοηθήσεις να κάνουμε ένα ωραίο φαί, να βρουν όταν έρθουν από τη δίκη. Τι φαί θες;>>. Ο Γιάννος το σκέφτηκε για ένα λεπτό. <<Πατάτες με αυγά!>>, <<Ε όχι μωρέ Γιάννο. Κάτι πιο δύσκολο!>>, <<Γεμιστά;>>. Η Θεοδοσία χαμογέλασε. <<Αυτό μάλιστα! Θες να πάμε στο μποστάνι του παππού να μαζέψουμε ντομάτες και πιπεριές;>>, <<Εντάξει αλλά θα βάλεις και πατάτες μέσα!>>. Η κοπέλα του έδωσε ένα φιλί. <<Εντάξει αλλά θα με βοηθήσεις>>. Το μικρός έγνεψε θετικά. Τον κατέβασε από τα πόδια της για να φύγουν κι ο Γιάννος την κοίταξε με περιέργεια. <<Θεοδοσία, εσύ γιατί δεν έχεις παιδιά;>>. Η κοπέλα χαμογέλασε ντροπαλά. <<Δεν έτυχε Γιάννο μου>>, <<Θα είσαι πολλή καλή μαμά. Να βρεις έναν άντρα για να κάνεις δικά σου παιδιά>>. Η κοπέλα έσκυψε δίπλα. <<Εντάξει, θα ψάξω. Μέχρι τότε όμως, θα παίζουμε μαζί; Δεν έχω άλλο παιδάκι να παίζω. Μόνο εσένα και τη Μπέμπα>>, <<Θα παίζω εγώ μαζί σου Θεοδοσία. Η Μπέμπα όλο θέλει να τρέχει κι εσύ θα κουράζεσαι να την κυνηγάς>>. Η γυναίκα τον αγκάλιασε. <<Μακάρι να είχα έναν γιο σαν εσένα, Γιάννο μου. Θα ήμουν πολλή χαρούμενη>>. 

Ο Γκίκας πλησίασε την Ελένη. <<Κυρία Σταμίρη, γνωρίζατε για ποιο λόγο ακριβώς ήθελε ο Δούκας Σεβαστός τα χωράφια σας;>>, <<Όχι>>, <<Γιατί επέμενε τόσο να τα αποκτήσει;>>, <<Δεν είχα ιδέα. Μάλιστα ρώτησα τότε τον Σέργιο, αλλά δεν μου απάντησε>>, <<Άρα δεν γνωρίζατε το σχέδιο της βιομηχανικής ζώνης;>>, <<Όχι>>, <<Οι σχέσεις σας με τον Δούκα ήταν τόσο κακές όσο υποστηρίζουν εκείνοι;>>. Η Ελένη έσφιξε τις γροθιές της. <<Τότε δεν ήταν τόσο κακές. Με πίεζε να του πουλήσω τα χωράφια, μα δεν είχα μίσος για εκείνον. Ήταν ψυχρές και αδιάφορες>>, <<Επομένως αποφασίσατε συνειδητά να τον παντρευτείτε>>, <<Μάλιστα>>, <<Άλλη ερώτηση: Ο Θωμάς Κυπραίος σας ενημέρωσε πριν την απόδραση σας;>>, <<Όχι>>, <<Γιατί ζητήσατε από εκείνον να φροντίσει για την έκτρωση σας;>>. Η γυναίκα δάκρυσε. <<Δεν ήθελα να γεννήσω ένα παιδί μες τη φυλακή. Αν το μάθαινε ο άντρας μου, δεν θα με άφηνε να το ρίξω. Η αδελφή μου, το ίδιο. Ο Θωμάς επέμενε να να με δει. Ήξερα πως μετάνιωσε. Το ζήτησα από εκείνον γιατί δεν ήξερα σε ποιον άλλον να μιλήσω>>, <<Κι εκείνος για να σας σώσει, οργάνωσε την απαγωγή σας>>, <<Ναι>>, <<Φοβόσασταν κι εσείς την αντίδραση των Σεβαστών;>>, <<Απόλυτα>> είπε με σιγουριά. <<Παρόλα αυτά, στείλατε τον γιο σας πίσω στο Διαφάνι μόλις ο Δούκας Σεβαστός ανακάλυψε πως ήσασταν ζωντανή>>, <<Θα κινδύνευε περισσότερο δίπλα μου. Θα τον κρατούσα φυλακισμένο και θα κρυβόμασταν σαν κυνηγημένοι. Τον έστειλα πλάι στον παππού του, πλάι σε ανθρώπους που ήξερα πως θα τον αγαπήσουν και θα τον προστατεύσουν>> απάντησε βουρκωμένη. <<Και τελικά κάνατε λάθος, γιατί ο γιος σας έπεσε θύμα απαγωγής για να σας αναγκάσουν να επιστρέψετε πίσω>>. Η Ελένη έγνεψε θετικά. <<Δεν θα συγχωρήσω τον εαυτό μου για όσα πέρασε και περνάει ο γιος μου. Εκείνος δεν φταίει σε τίποτα για την μάνα που τον γέννησε. Παρόλα αυτά, για εκείνον τα έκανα όλα. Για να τον σώσω και να τον προστατεύσω. Σε άλλη περίπτωση θα έμενα και θα πολεμούσα με στοιχεία τους Σεβαστούς για να αποδείξω την αθωότητα μου. Δεν θα δεχόμουν να ζω με πλαστή ταυτότητα. Δεν θα δεχόμουν να αφήνω τις αδελφές μου να με πενθούν. Για αυτό συνέχισα να κρύβομαι>> ψέλλισε ταραγμένη. Η Μυρσίνη πετάχτηκε όρθια. <<ΨΕΥΤΡΑ! ΠΟΡΝΗ! ΥΠΟΚΡΙΤΡΙΑ! ΣΚΟΤΩΣΕΣ ΤΟ ΠΑΛΙΚΑΡΙ ΜΟΥ! ΑΥΤΗ ΤΟ ΕΚΑΝΕ! ΑΥΤΗ! ΤΟ ΞΕΡΩ, ΤΟ ΝΙΩΘΩ! ΑΥΤΗ ΤΟΝ ΣΚΟΤΩΣΕ!>> ούρλιαξε και ο Νικηφόρος την έπιασε από τους ώμους. <<ΗΣΥΧΙΑ! ΗΣΥΧΙΑ! Περάστε έξω!>> φώναξε ο δικαστής. Ο Γκίκας χαμογέλασε ειρωνικά. <<ΒΛΕΠΕΤΕ ΟΛΟΙ ΤΗΝ ΕΜΜΟΝΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΛΑΤΙΣΣΑ ΜΟΥ! Είναι ΟΛΟΦΑΝΕΡΗ!>> φώναξε με δυνατή φωνή. Η Ελένη έτρεμε. <<Σας παρακαλώ κύριε συνήγορε! ΗΣΥΧΙΑ!>> φώναξε ο δικαστής.

Δύο ΠρόσωπαWhere stories live. Discover now