ΤΟ ΧΑΡΤΑΚΙ

Start from the beginning
                                    

---------------------------

Ο Λάμπρος μπήκε στο σπίτι κι ο Γιάννος έτρεξε πάνω του ενθουσιασμένος. <<Κοίτα! Κοίτα! Μου τα πήρε ο παππούς!>> τσίριξε χαρούμενα κι ο άντρας του χαμογέλασε, ρίχνοντας μια ματιά στην καινούργια τσάντα του παιδιού, που ήταν γεμάτη με γόμες, ξύστρες, ξυλομπογιές και διάφορα άλλα είδη για το σχολείο. <<Πατέρα, δεν χρειαζόταν>> είπε ήρεμα ο δάσκαλος κι ο Μιλτιάδης κούνησε το κεφάλι του με αποδοκιμασία. <<Χαρά στο πράγμα>>, <<Δεν θέλω να κακομαθαίνει>>, <<Δεν θα του παίρναμε τσάντα για το σχολείο, γιε μου; Μη λες χωρατά>> απάντησε και του έκανε νόημα να κάτσει κοντά του. <<Καλά είσαι;>>, <<Ναι. Τηλεφώνησα στο ξενοδοχείο του Γκίκα, μα με ενημέρωσαν πως κατέβηκε στην Αθήνα για δουλειές και θα επιστρέψει το βράδυ ή αύριο. Θα πάρω πάλι το πρωί>>. Η Βιολέτα μπήκε στο σαλόνι, κρατώντας ένα δίσκο με τηγανίτες. <<Να φάτε τώρα που είναι ζεστές!>> τους είπε κι ο Γιάννος σκαρφάλωσε βιαστικά σε μια καρέκλα για να τις φτάσει. <<Πάλι γλυκό θα φας; Βρε Βιολέτα... Η Ελένη δεν τον είχε έτσι. Μη του κάνετε όλα τα χατίρια>> ζήτησε παρακαλετά ο δάσκαλος, κοιτώντας τον γιο του που μπούκωσε μια τηγανίτα. <<Μπαμπά, γιατί τη λες κι εσύ Ελένη; Η θεία η Ασημίνα είπε πως έχει δυο ονόματα αλλά εσύ πάντα Μαρία τη λες>>, <<Ε, εδώ όλοι Ελένη τη λένε, συνήθισα κι εγώ. Φάε τώρα την τηγανίτα σου, λιχούδη!>> τον πείραξε ο πατέρας του. Η πόρτα χτύπησε κι η Βιολέτα άνοιξε κεφάτα. <<Βρε, καλως την Ασημίνα. Έλα, σ' αγαπάει η πεθερά σου>> είπε καλοσυνάτα. Η γυναίκα έβαλε τα γέλια. <<Χωρατά κάνεις βρε Βιολέτα;>> είπε και αγκάλιασε τον μικρό. <<Θεία, κοίτα τι μου πήρε ο παππούς!>> έκανε το παιδί χαρούμενα. <<Αχ βρε Μιλτιάδη, του τα πήρες εσύ; Κι είχα σκοπό να του τα πάρω εγώ!>> διαμαρτυρήθηκε εκείνη. Ο Λάμπρος αναστέναξε. <<Να ξαναπώ ότι δεν θέλω να κακομαθαίνει; Φτάνει με τα καλοπιάσματα>>, <<Μπαμπά, πότε θα πάμε στη μαμά να της τα δείξω;>>, <<Θα πάμε γιε μου. Άντε να τα πας τώρα μέσα και θα έρθει η θεία να τα δει>> του ζήτησε, βλέποντας την Ασημίνα να του κάνει νόημα πως θέλει να μιλήσουν. Ο μικρός έφυγε για το δωμάτιο και εκείνη έκατσε πλάι στη Βιολέτα και τους κοίταξε με περιέργεια. <<Έμαθα κάτι από τον Νικηφόρο. Του το είπε εμπιστευτικά ο Δούκας>> έκανε χαμηλόφωνα. <<Τι πράγμα;>> ρώτησε ο Λάμπρος. <<Ο Θανόπουλος τον προειδοποίησε να μην προσπαθήσει να κάνει τίποτα στην Ελένη όσο κρατείται. Κάποιος την προστατεύει Λάμπρο και οι εντολές έρχονται από ψηλά>>, <<Τι εννοείς την προστατεύει;>>, <<Αυτό που κατάλαβες. Δεν μπορεί να την αγγίξει τίποτα Λάμπρο>>. Ο Μιλτιάδης ανακάθισε. <<Βρε παιδιά, γιατί κάνετε έτσι; Καλό δεν είναι αυτό;>> αναρωτήθηκε η Βιολέτα. <<Καλό είναι αλλά εμένα με ανησυχεί να μην ξέρω ποιος προστατεύει τη γυναίκα μου και κυρίως ΓΙΑΤΙ το κάνει>> απάντησε ο Λάμπρος. <<Αυτός ο δικηγόρος, θα έχει γνωριμίες, δεν μπορεί. Αυτός θα έβαλε να τη φυλάνε>> πέταξε η Βιολέτα. <<Γιατί να το κάνει; Δεν καταλαβαίνω τίποτα. Τέλος πάντων, θα κατέβω στη Λάρισα να δω την Ελένη, μα δεν θέλω να το μάθει ο μικρός. Πρέπει να τη δω μόνη της>>, <<Να πας και άσε τον μικρό. Θα βρούμε εμείς μια δικαιολογία>> τον καθησύχασε ο πατέρας του.

Δύο ΠρόσωπαWhere stories live. Discover now