κεφάλαιο 23°

33 2 0
                                    

Την επομενη μερα που ξυπνησα το πρωτο πραγμα που μου ηρθε στο μυαλο ηταν το οτι εχθες το βραδυ ο Αλεξανδρος με ειπε αγαπη του , αλλα μετα απο λιγο θυμήθηκα πως σημερα ειναι τα γενεθλια μου οποτε πεταχτηκα απο το κρεβατι πηγα στο μπανιο  και μετα κατεβηκα στην κουζινα οπου ολοι παιρνουν το πρωινο τους . Μολις αντίκρισα τον Αλεξανδρο  ενιωσα να κοκκινιζω  ειδικα την στιγμη που με κοιταξε << εει γιατι δεν με ξυπνησατε να ερθω και εγω για πρωινο;>> << για να προλαβουμε να φαμε τιποτα και εσυ ρε Αλεξ σου ειπα κανε λιγη ησυχια με τα μαχαιροπιρουνα παρτα τωρα την ξυπνησες και δεν θα προλαβουμε να φαμε τιποτα>> ειπε η Κατερινα και ολοι οι υπολοιποι μαζι με τον Αλεξανδρο ειχαν σκασει στα γελια , αμα τους παρω ολους στο κυνηγι με κανα τηγανι θα τους πω εγω αντε με νευριασαν πρωι πρωι οχι μονο επειδη δεν με ξυπνησαν για να φαω και εγω πρωινο αλλα επειδη δεν μου ειχε πει κανεις μεχρι στιγμης ακομα χρονια πολλα << καλα μην φωναζεις στον Αλεξανδρο που με ξυπνησε μην φοβασαι δεν θα φαω >> της απάντησα  και ανεβηκα στο δωματιο μου . Λιγα λεπτα αργοτερα ανεβηκε η Κατερινα << ελα ρε μπαζουκα μου πλακα εκανα >> ειπε και καθησε διπλα μου  << δεν πειραζει ετσι κι αλλιως δεν πειναω >> λεω και ξαπλωνω καλυτερα στο κρεβατι << καλαα>> ειπε και σηκωθηκε να φυγει  << ααα και χρονια πολλαα >> μου ειπε πριν βγει απο το δωματιο και εγω πεταχτηκα απο το κρεβατι σαν ελατήριο και τρεχω να την παρω αγκαλια << νομιζα πως το ξεχασες>> << πας καλα βρε βλαμενο ; υπαρχει περιπτωση να ξεχασω ποτε τα γενεθλια σου ;>> που ειπε φιλωντας με στο μαγουλο  <<ααα επισης την ιδεα να μην σου πουμε χρονια πολλα την ειχε ο Αλεξ>> αν ημουν καρτουν τωρα θα ειχα γινει κατα κοκκινη και θα εβγαζα καπνους απο τα αφτια . Πηγα τρεχοντας κατω και τον ειδα να καθεται στο σαλονι << που ειναι οι υπόλοιποι; >> τον ρωτησα προσπαθωντας να το παιξω χαλαρη <<στον κηπο>>  Μου ειπε και ανοιξε το κινητο του  και ετσι βρηκα την ευκαιρια αφου δεν με εβλεπε να πηδηξω πανω του και να αρχίσω να τον χτυπαω << εεει αου τι κανεις;>> με ρωτησε ενω εγω συνεχισα να τον χτυπαω ενω εκεινος προσπαθουσε να με σταματησει οποτε εποιασε τα χερια μου και με εφερε κοντα του , πολυ κοντα του άι άι άι << γτ με χτυπησες >> ειπε με την βαρια σεξι φωνη του , εεε εννοω σκετο με την βαρια φωνη του  καλα σκάω δεν σωζεται <<επειδη με κοροιδεψατε  >> ειπα προσπαθωντας να μην αρχισω να τραυλιζω ομως και εκεινος δεν βοηθαει και πολυ με φερνει ποιο κοντα του << συγνωμη μικρη και χρονια πολλα χαρουμενα 18 >> << ε-ευχαριστω >> ειπα τραυλιζοντας  και ειμαι σιγουρη πως εχω γινει ποιο κοκκινη και απο ντοματα <<Αλεξανδρε…>> φωναξε η κυρια Κωνσταντινα και ο Αλεξανδρος αυτοματος με πεταξε στην αλλη ακρη του καναπε , οπα κατσε κατσε τοση ωρα καθομουν πανω του ; ιιιιιι νταξει τωρα ειμαι σιγουρη κοκκινησα ακομα ποιο πολυ .  << ελα μαμα τι θες;>> την ρωταει τριβοντας τον σβερκο του αχχ ποσο τελειος θεε μου θα τον βιασω , συνελθε Αφροδιτη  << θα ερθεις να με βοηθησεις λιγο στην κουζινα ;>> << ναι ναι ερχομαι >> ειπε και σηκωθηκε ορθιος σαν το ελατήριο << ααα Αφροδιτη κοριτσι μου χρονια σου πολλα να τα εκατοστησεις κοριτσι μου >> << ευχαριστω πολυ κυρια Κωνσταντινα >> της ειπα ευγενικα . Αφου πηγαν και οι δυο στην κουζινα σηκωθηκα και πηγα στο δωματιο μου να βαλω το μαγιο μου

𝓘𝓷 𝓵𝓸𝓿𝓮 𝔀𝓲𝓽𝓱 𝓽𝓱𝓮 𝓹𝓻𝓸𝓯𝓮𝓼𝓼𝓸𝓻 Where stories live. Discover now