Η ΑΠΑΓΩΓΗ

Start from the beginning
                                    

--------------------------

ΔΥΟ ΜΕΡΕΣ ΝΩΡΙΤΕΡΑ

<<Ιωάννης Σεβαστός του Λάμπρου και της Μαρίας, το γένος Δημητροπούλου. Γεννηθείς εις τα Αθήνας 20 Φεβρουαρίου 1960>> διάβασε ο Μελέτης και έδωσε το χαρτάκι στη Μυρσίνη. <<20 Φεβρουαρίου. Άρα συλλήφθηκε στα μέσα Μαίου του 1959 περίπου>> διαπίστωσε η γυναίκα. Ο Μελέτης την κοίταξε στραβά. <<Καταλαβαίνεις πως είναι τρελό αυτό που πιστεύεις, ε Μυρσίνη; Η Σταμίρη είναι νεκρή>>, <<Η Σταμίρη ζει και ο μικρός είναι γιος της>>, <<Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα με ενδείξεις. Μπορεί ο δασκαλάκος να κανόνιζε κι άλλη όσο έβγαζε τα μάτια του με την φόνισσα. Και την γυναίκα του την απατούσε μαζί της. Τον εμπιστεύεσαι;>>. Η Μυρσίνη γέλασε ειρωνικά. <<Όλη του τη ζωή, έτρεχε πίσω από τα φουστάνια της και μόλις την είχε δική του, πόρνη στο κρεβάτι του, την απάτησε με άλλη; Δικός της είναι ο γιος, Μελέτη. Γι' αυτό έριξε μαύρη πέτρα πίσω του ο Λάμπρος. Τώρα κολλάνε τα κομμάτια. Δεν υπάρχει καμία Μαρία Δημητροπούλου. Ο δαίμονας, η Ελένη είναι>> του είπε με ηρεμία. <<Μυρσίνη, δεν είμαι τόσο κάθαρμα όσο θες να πιστεύεις. Δεν θα πειράξω τον μικρό, ούτε θα κάνω τίποτα, αν δεν βεβαιωθούμε. Στο ξεκαθαρίζω>>.

Η Ασημίνα περπατούσε στην πλατεία του χωριού και χάζευε τα παιδάκια να παίζουν ξέγνοιαστα. Χαμογέλασε δειλά. Θα ήθελε να ήταν και το δικό της παιδί ανάμεσα τους, μα το είχε πάρει απόφαση πως ίσως δεν συνέβαινε ποτέ αυτό. Μέσα στα μικρά τους κεφαλάκια, διέκρινε τον Γιάννο, που κυνηγούσε τη μπάλα, πλάι στην μικρή κόρη του Τόλια. Του έγνεψε χαρούμενα και ο μικρός άφησε το παιχνίδι και πήγε πρόσχαρος κοντά της. <<Πού είναι το αγοράκι μου;>> τσίριξε κεφάτα η Ασημίνα και τον τσίμπησε στα πλευρά. Το παιδί έβαλε τα γέλια. Έσκυψε μπροστά του για να είναι στο ίδιο ύψος και ο μικρός την αγκάλιασε αυθόρμητα. <<Τι κάνεις;>> τον ρώτησε ήρεμα. <<Είμαι στεναχωρημένος θεία γιατί έφυγε η μαμά>> είπε λυπημένα ο Γιάννος και η Ασημίνα έσφιξε τις γροθιές της. <<Θα ξανάρθει αγάπη μου. Να μη στεναχωριέσαι. Σε αγαπάει πολύ η μαμά>> έκανε τρυφερά. <<Το ξέρω αλλά θέλω να είναι εδώ μαζί μου και με το μπαμπά>>. Η γυναίκα τον φίλησε πεταχτά. <<Να σου πω ένα μυστικό; Θα πάω στη Λάρισα για μια δουλειά. Τι δώρο θες να σου πάρω;>>. Ο Γιάννος χαμήλωσε το βλέμμα ντροπαλά. <<Η μαμά λέει δεν κάνει να παίρνουμε δώρα, αν δεν είναι τα γενέθλια μου ή η γιορτή μου>>, <<Εεε δεν πειράζει. Έλα, θα είναι το μυστικό μας. Πες μου τι θες>>, <<Ότι να ναι>> απάντησε κοκκινιζοντας. Η Ασημίνα τον έσφιξε πάνω της. <<Θα μου το πεις στο αυτί και δεν θα το μάθει κανείς. Για σκέψου>>. Ο μικρός δαγκώθηκε για μια στιγμή κι έπειτα της είπε στο αυτί πως ήθελε ένα κόκκινο λεωφορείο που είχε δει στο μαγαζί με τα παιχνίδια. Η Ασημίνα του έδωσε ακόμα ένα φιλί. <<Αυτό; Εντάξει. Θα το βρω>> είπε με σιγουριά. <<Σ' ευχαριστώ πολύ θεία>>. Εκείνη τον σήκωσε στην αγκαλιά της. <<Όταν το πάρω, θα έρθω να παίξουμε μαζί. Άντε τώρα στους φίλους σου>> έκανε και έμεινε να τον κοιτάζει να τρέχει μέσα στα υπόλοιπα παιδάκια. Η Μυρσίνη στεκόταν στο πλαϊνό στενό και τους παρακολουθούσε πίσω από τα μεγάλα μαύρα γυαλιά της. Ήταν πλέον βέβαιη για την ταυτότητα της μητέρας του μικρού.

Δύο ΠρόσωπαWhere stories live. Discover now