"...μην μ' αφήσεις..." 10

5.8K 551 39
                                    

Την περίμενε όπως της είχε υποσχεθεί έξω από την δουλειά και πήγαν μαζί στο σπίτι της. Σε όλη την διαδρομή δεν αντάλλαξαν κουβέντα.Ο Μάρκος ήταν προσηλωμένος στην οδήγηση, η Άννα μαζεμένη στο κάθισμά της. Ένιωθε το βλέμμα της καυτό κάποιες στιγμές πάνω του αλλά δεν γύρισε καθόλου το κεφάλι του. Τα μάτια του ήταν θολά απο πόθο και πόνο, δύο τόσο έντονα συναισθήματα έδιναν την μάχη τους μέσα του. Πάρκαρε, έκανε το γύρω του αυτοκινήτου, άνοιξε την πόρτα της και την έπιασε σφιχτά απο το χέρι. Περπατούσε βιαστικά προς την πολυκατοικία της αγνοώντας την έκφραση απορίας που είχε ζωγραφιστεί στο πρόσωπό της. Την περίμενε, όχι και τόσο υπομονετικά, να ανοίξει την πόρτα του διαμερίσματός της, και μόλις μπήκαν μέσα την άρπαξε στην αγκαλιά του. Τα χείλη του έψαξαν τα δικά της και εκείνη ανταποκρίθηκε αμέσως στην δίψα τους. Την φιλούσε άγρια, σχεδόν μανιασμένα, την διεκδικούσε σαν να ήταν η πρώτη φορά ή σαν να ήταν απλά η τελευταία. Την έσπρωξε στον τοίχο και της κράτησε τα χέρια ψηλά, τα χείλη του κατέβηκαν στον λαιμό της, την γεύτηκε, την δάγκωσε, τα χέρια του σχεδόν την πλήγωναν. Εκείνη τύλιξε τα πόδια της στην μέση του, και ένιωσε τον πόθο του να την καίει. "Μάρκο..." προσπάθησε να του μιλήσει. Τα χείλη του σφράγισαν άγρια και πάλι τα δικά της. Δεν ήθελε να μιλάνε, ήθελε να της κάνει έρωτα, να την γευτεί, να την κατακτήσει. Την σήκωσε αγκαλιά και την πήγε στο κρεββάτι. Την ακούμπησε εκεί μαλακά και έγειρε απο πάνω της. Την κοίταξε με μάτια που έβγαζαν φωτιές. Καιγόταν όλο του το είναι για εκείνη, δεν μπορούσε να συγκρατήσει τον εαυτό του. Πως θα την αποχωριστεί, πως θα την αφήσει να φύγει απο δίπλα του, που θα βρει την δύναμη να ζήσει μετά απο 'κείνη;

Τα χάδια της τον απογείωναν, τον ένιωθε γυμνό δίπλα της, και την ανέβαζε στα ουράνια. Τα χείλη του γεύτηκαν κάθε εκατοστό του κορμιού της, τον ένιωσε μέσα της και ανέβασε τα χέρια στο πρόσωπό του. Τα μάγουλά του ήταν υγρά, τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα; Άνοιξε τα μάτια της προσπαθώντας να δει καθαρά, αλλά ήταν θολά απο τον πόθο της. Προσπάθησε να ανοίξει το στόμα της να τον ρωτήσει τι συμβαίνει, αλλά έφτανε ήδη στα αστέρια. Ίσως να της φάνηκε, ίσως να έκανε λάθος, ο Μάρκος δεν έδειχνε να έχει αδυναμίες σκέφτηκε με κόπο την στιγμή που επέστρεφαν και οι δύο πίσω στην γη. Την κράτησε σφικτά στην αγκαλιά του με την πλάτη της ακουμπισμένη στο στήθος του. Της έδινε απαλά φιλιά στα μαλλιά και το χέρι του ήταν περασμένο στην μέση της. Δεν μιλούσαν, και οι δύο τους ήταν σιωπηλοί, χαμένοι στις σκέψεις τους. Αναπάντητα ερωτήματα βασάνιζαν τον Μάρκο. Η μορφή της Άννα κατέκλυζε τις σκέψεις του, ήταν βαθιά ερωτευμένος μαζί της. Το ήξερε, το ένιωθε, το ζούσε. Πρώτη φορά άφησε τον εαυτό του τόσο ελεύθερο, πρώτη φορά ένιωσε τόσο ευτυχισμένος, να βλέπει φως στον δρόμο του, να φυτρώνει μέσα του ελπίδα για κάτι καλύτερο. Μια ζωή στα βαθιά σκοτάδια ήταν, έτσι είχε μάθει, έτσι ζούσε. Από τις εξαρτήσεις κατάφερε να βγεί μετά το θάνατο της αδελφής του, ο πόνος που ένιωσε τότε για τον χαμό της ήταν αβάσταχτος, όπως επίσης και ο πόνος που ήρθε και φώλιασε στην καρδιά του με τις κατηγορίες των γονιών του. Τον θεωρούσαν υπεύθυνο που η μικρή του αδελφή μπλέχτηκε με αυτά, και τελικά έχασε την ζωή της τόσο μικρή. Τον έδιωξαν, τον αποκύρηξαν, του απαγόρευσαν να ξαναπατήσει το πόδι του στον τόπο τους. Έκλαψε, πόνεσε, αδιαφόρησε, έπεσε ακόμα πιο βαθιά στο βούρκο των ναρκωτικών και των ουσιών. Έπρεπε να φτάσει στον πάτο, να μείνει άστεγος, να χωθεί στις φυλακές για μικροκλοπές για να σηκώσει επιτέλους κεφάλι και να πει "φτάνει". Εκείνη την περίοδο γνώρισε και τον Αντώνη, που τον βοήθησε σαν πραγματικός πατέρας. Όλα αυτά τα χρόνια ο Μάρκος δούλεψε σκληρά για να δημιουργήσει απο το μηδέν αυτό το κλαμπ, το αγάπησε γιατί τον ξέμπλεξε, του έδωσε σκοπό στην ζωή. Πέρασαν αρκετές γυναίκες απο το κρεβάτι του, κάποιες για μια νύχτα μόνο, κάποιες για λίγο παραπάνω, χωρίς ποτέ να νιώσει ιδιαίτερο δέσιμο με καμία. Μέχρι που μπήκε στην ζωή του η Άννα και την άλλαξε εντελώς.

Φως μέσα στο σκοτάδι {GW15}Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα