ΚΕΦΑΛΑΙΟ 23

47 8 29
                                    

Είχαν περάσει μέρες. Ο πόλεμος συνέχιζε κανονικά με τις δύο πλευρές να έχουν αρκετές απώλειες. Δεν ξέρω πως θα κατέληγε όλο αυτό, κανείς μας βασικά δεν ήξερε. Εμείς οι τέσσερις καθόμασταν μέσα στο σπίτι χωρίς να κάνουμε τίποτα. Είχα αποφασίσει ότι όταν ο καιρός θα καλυτέρευε θα φεύγαμε για το κάστρο. Έτσι τα κορίτσια και ο Τομ άρχισαν να μαζεύουν τα πράγματα πίσω στα κουτιά τους. Εγώ την περισσότερη ώρα ήμουν κλεισμένη μέσα στο γραφείο, είχα καταντήσει ένα φάντασμα. Δεν έτρωγα καλά, δεν κοιμόμουν καλά, δεν είχα όρεξη για τίποτα. Προσπάθησα να βοηθήσω και εγώ αλλά το μυαλό μου ήταν στο πόλεμο. Άραγε θα υπάρξει ποτέ ένας κόσμος χωρίς πολέμους; Δυστυχώς δεν το νομίζω. Οι άνθρωποι είναι άπληστοι και πάντα θα θέλουν να έχουν περισσότερα από αυτά που έχουν χωρίς να συνειδητοποιούν ότι κάνουν κακό σε άλλους.

Έτσι και ο Βασιλιάς της Αγγλίας πάντα ήθελε περισσότερα. Όταν πεθάνει εύχομαι ο γιός του να είναι καλύτερος και να μπορώ να συνεννοούμαι μαζί του άμα ο πόλεμος σταματήσει και η Σκωτία δεν χαθεί. Πήρα την κάπα μου από την καρέκλα την φόρεσα και βγήκα έξω. Είχε σταματήσει να χιονίζει αλλά είχε ρίξει ήδη αρκετό. Πήγα να δω τα άλογα. Τα καημένα τι τραβάνε και αυτά. Άκουσα κάτι. Τι είναι αυτό; Βγήκα από τον στάβλο και περπάτησα λίγο πιο πέρα. Πολύ μακριά φαινόταν κάποιος να έρχεται. Προσπαθούσα να δω την πανοπλία για να καταλάβω αν είναι δικός μας στρατιώτης ή κάποιος Άγγλος για να προλάβω να μπω μέσα. Όταν άρχισε να φαίνεται πιο καλά αναγνώρισα το σήμα μας. Μάλλον θα φέρνει κάποια νέα. Είχα αρχίσει να αγχώνομαι. Άρχισα να πηγαίνω πάνω κάτω ώσπου ο στρατιώτης έφτασε.

«Συγγνώμη ψάχνω την πριγκίπισσα Λίλιαν.» είπε καθώς κατέβαινε από το άλογο του.

«Εγώ είμαι.»

Έκανε υπόκλιση.

«Συγχωρέστε με υψηλοτάτη που δεν σας αναγνώρισα.»

«Δεν πειράζει. Τι έγινε γιατί είσαι εδώ;»

«Έχω να σας παραδώσω αυτό το γράμμα στάλθηκε από τον στρατηγό Κάλουμ για εσάς.» έβγαλε το γράμμα από την τσάντα και μου το παρέδωσε.

«Μπορείς να περάσεις μέσα για να ζεσταθείς. Να ξεκουραστείς και να φας κάτι.»

«Ευχαριστώ πολύ υψηλοτάτη.»

«Από πού ήρθες στρατιώτη;»

«Από το Εδιμβούργο. Αυτό το γράμμα πέρασε από πολλά χέρια για να φτάσει σε εσάς υψηλοτάτη.»

«Φυσικά. Ο στάβλος είναι από εκεί.» και του έδειξα τον δρόμο.

Κοίταξα το γράμμα και πήρα μια βαθιά ανάσα. Το άνοιξα προσεκτικά.

Forbidden LoveWhere stories live. Discover now