ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10

104 24 26
                                    

Την επόμενη μέρα ξύπνησα νωρίς, το είχα πάρει απόφαση ότι θα δούλευα σε ότι έχει να κάνει σχέση με τους εμπόρους. Θα πήγαινα να συναντηθώ μαζί τους, να δω γενικά άμα χρειάζονται κάτι και πως πάνε οι δουλειές. Αποφάσισα ότι θα πήγαινα με την Μεράξες και όχι με την άμαξα, προτιμούσα να ιππεύω, εξάλλου είχαμε καλό καιρό και ήθελα να τον απολαύσω όσο περισσότερο μπορούσα γιατί μόλις αρχίσουν τα πρωτοβρόχια και το κρύο δεν θα μπορώ να παίρνω την Μεράξες. Ετοιμάστηκα και κατέβηκα να συναντηθώ με την φρουρά. Επιβιβάστηκα στην Μεράξες και ξεκινήσαμε. Ο κύριος Ντρούμοντ, σύμβουλος του πατέρα μου, μου πρότεινε κάποιους εμπόρους που θα μπορούσα να επισκεφτώ. Οπότε πρώτη μου στάση ήταν ο κύριος Άρθουρ Γκόρντον, που ήταν κρεοπώλης και προμήθευε ένα μεγάλο μέρος της πόλης αλλά και το κάστρο. Φτάσαμε μετά από λίγα λεπτά, κατέβηκα από το άλογο και κατευθύνθηκα προς το μαγαζί του κύριου Γκόρντον.

«Με συγχωρείτε. Είστε ο κύριος Γκόρντον;»

«Ναι ο ίδιος. Ποια είστε αν επιτρέπετε;»

«Είμαι η πριγκίπισσα Λίλιαν.»

«Ωωω υψηλοτάτη συγχωρέστε με. Δεν σας αναγνώρισα.» και έκανε μία υπόκλιση. Το ίδιο και κάποιο άλλοι άνθρωποι που δούλευαν λίγο πιο πέρα.

«Δεν πειράζει κύριε Γκόρντον.» είπα χαμογελώντας του.

«Πως μπορώ να σας βοηθήσω πριγκίπισσα;»

«Θα ήθελα να μου πείτε πως τα πηγαίνετε. Αν υπάρχει κάποιο θέμα στην δουλεία σας.»

«Όχι υψηλοτάτη όλα λειτουργούν όπως πρέπει. Μέχρι στιγμής δεν υπήρχε κάποια δυσκολία. Το κυνήγι αυτή την περίοδο έχει μεγάλη ζήτηση, όποτε το κάστρο μας δεν θα έχει κάποια έλλειψη και σιγά – σιγά προετοιμαζόμαστε και για τον χειμώνα.»

«Χαίρομαι που ακούω ότι όλα πάνε ρολόι.» μου έκανε μία μικρή ξενάγηση στο μαγαζί του και μου εξήγησε και κάποια πράγματα. Ήταν μία ωραία εμπειρία. Έφυγα από το μαγαζί και περπατώντας πήγα στον επόμενο έμπορο που ήταν ο φούρναρης και η φουρνάρισσα. Αν θυμόμουν καλά ήταν ο κύριος και η κυρία Μπράουν.

«Καλημέρα!»

«Ωωω πριγκίπισσα Λίλιαν» είπε η κυρία Μπράουν και υποκλίθηκε.

«Πως είστε κυρία Μπράουν;»

«Πολύ καλά υψηλοτάτη. Εσείς πως είστε;»

«Και εγώ είμαι μια χαρά, σας ευχαριστώ που ρωτάτε. Ο κύριος Μπράουν δεν είναι εδώ;»

«Πήγε κάποιες παραγγελίες σε κάποιους συμπολίτες μας που είναι ανήμποροι και δεν μπορούν να έρθουν να αγοράσουν το ψωμί τους.»

Forbidden LoveWhere stories live. Discover now