ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

117 36 33
                                    

Παραλίγο να πέσω κάτω αλλά με έπιασαν κατευθείαν και ευτυχώς δεν έπεσα.

«Πριγκίπισσα Λίλιαν είστε καλά;»

Σήκωσα το βλέμμα μου ψηλά και αντικρίζω τον στρατηγό Σίνκλαιρ.

«Ναι φυσικά είμαι μια χαρά. Εσείς είστε εντάξει;» και τότε συνειδητοποίησα ότι ακόμα με κράταγε από τα μπράτσα. Άλλα με είδε που κοίταξα εκεί που με κράταγε και με άφησε αμέσως.

«Συγγνώμη.»

«Όχι μην ζητάτε συγγνώμη. Έτσι και αλλιώς εγώ ήμουν αυτή που δεν πρόσεχε μπροστά της οπότε εγώ σας ζητάω συγγνώμη.»

«Μην ανησυχείτε πριγκίπισσα, όλα είναι εντάξει.»

«Χαίρομαι.» και τότε τον πρόσεξα καλύτερα. Ήταν ένας όμορφος άντρας. Ωραία χαρακτηριστικά, έντονο βλέμμα, σκούρα καστανά μάτια και είχε σγουρά μαλλιά ούτε πολύ μακριά ούτε κοντά. Είχε το κάτι αυτός ο άντρας.

«Πριγκίπισσα;»

«Ναι συγγνώμη κάτι σκεφτόμουν. Είπατε κάτι;»

«Ναι αν θα θέλατε να σας συνοδεύσω μέχρι μέσα.»

«Όχι ευχαριστώ δεν χρειάζεται έχω την ακόλουθο μου την Κέιτ.» γύρισα να την κοιτάξω και κοίταγε αλλού.

«Όπως νομίζεται. Χάρηκα και πάλι για την γνωριμία, πριγκίπισσα Λίλιαν.»

«Και εγώ το ίδιο στρατηγέ Σίνκλαιρ.»

«Για εσάς σκέτο Κρίστιαν.»

«Φυσικά στρατηγέ Κρίστιαν.» και μου χαμογέλασε καταλαβαίνοντας ότι η λέξη στρατηγός δεν πρόκειται να φύγει. Υποκλίθηκε και συνέχισε να περπατάει. Έκανα νόημα στην Κέιτ και συνεχίσαμε να περπατάμε. Φτάσαμε στο δωμάτιο και με βοήθησε να τοποθετήσουμε τα λουλούδια σε ένα βάζο και να κρεμάσουμε την λεβάντα. Η ώρα είχε περάσει και μας ειδοποίησαν ότι ήταν ώρα για το μεσημεριανό. Άλλαξα παπούτσια γιατί τα προηγούμενα είχαν γεμίσει χώματα από τον κήπο και κατεβήκαμε στην τραπεζαρία. Αφού φάγαμε, η Βασίλισσα Σιέρα μας κάλεσε στο προσωπικό της σαλόνι για τσάι και ευτυχώς που ήταν αρκετά μεγάλο για να μας χωρέσει όλες. Η Ιζαμπέλα ήρθε να καθίσει δίπλα μου.

«Λίλιαν! Σε έχασα όλη μέρα, που ήσουν;»

«Είχα πάει να δω τον κήπο της μητέρας σου.»

«Δεν είναι πολύ όμορφος;»

«Απλά φανταστικός. Τόσο πολλά λουλούδια, υπέροχα χρώματα και η πιο μεθυστική μυρωδιά.»

«Και εμένα μικρή μου άρεσε να περνάω τον χρόνο μου εκεί.»

«Τώρα δεν πηγαίνεις;»

«Πηγαίνω όχι τόσο πολύ όμως. Η μυρωδιά με ζαλίζει.»

«Εμένα δεν θα με ζάλιζε ποτέ.»

«Πρέπει να φτιάξεις έναν δικό σου κήπο στην Σκωτία.»

«Θα το ήθελα πολύ. Αλλά έχουμε διαφορετικό κλίμα από ότι έχετε εσείς εδώ. Και τα περισσότερα δεν θα αντέξουν.»

«Έχεις δίκιο. Αλλά σίγουρα υπάρχουν λουλούδια και φυτά που αντέχουν στο κλίμα σας. Πρέπει να ρωτήσεις τον κηπουρό μας αυτός θα ξέρει σίγουρα να σου προτείνει.»

«Καλή ιδέα Ιζαμπέλα. Αυτό ακριβώς θα κάνω.»

Το τσάι σερβιρίστηκε άμεσα. Εγώ συνέχιζα να κουβεντιάζω με την Ιζαμπέλα και μετά πιάσαμε κουβέντα με τα άλλα τα κορίτσια για τον γάμο αλλά και τον αποψινό χορό. Γύρω στις δύο αποσυρθήκαμε όλες οι γυναίκες για να ξεκουραστούμε για το βράδυ. Όταν επέστρεψα με την Κέιτ στο δωμάτιο βρήκαμε την Κάρολαιν και την Άννα, τις άλλες δύο ακολούθους μου και βοηθούς μου. Με βοήθησαν να αλλάξω και να φορέσω την νυχτικιά μου. Σκέφτηκα να ξαπλώσω λίγο για να έχω αντοχές για τον χορό. Όταν πήγα να ξαπλώσω στο κρεβάτι βρήκα ένα κόκκινο τριαντάφυλλο.

«Κορίτσια πως βρέθηκε αυτό εδώ;»

«Κύρια, το έφερε ένας κύριος. Δεν μας είπε όνομα, μόνο ότι το βρήκε λίγο πιο κάτω από το σημείο από όπου συναντηθήκατε το πρωί και ότι έπεσε από το καλάθι σας. Όταν ρώτησα το όνομα του μου είπε ότι εσείς θα καταλάβετε ποιος είναι.» είπε η Κάρολαιν.

Ο στρατηγός Κρίστιαν.

«Και γιατί το ακουμπήσατε στο μαξιλάρι μου;»

«Μου είπε ο ίδιος να το αφήσω εκεί.»

«Εντάξει Κάρολαιν. Κορίτσια μπορείτε να αποχωρήσετε τώρα.» υποκλίθηκαν και βγήκαν από το δωμάτιο. Σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήγα προς το γραφείο και τοποθέτησα το τριαντάφυλλο μαζί με τα άλλα λουλούδια στο βάζο.

«Ο στρατηγός Κρίστιαν.....» αναφώνησα.   

Forbidden LoveΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα